Η Μαρίνα Τσβετάγιεβα (1892-1941), αυτή η μοναχική μορφή των ρωσικών γραμμάτων, η ποιήτρια που μόνη και μοναξιασμένη κάθισε στο θρόνο του Αργυρού αιώνα της ρωσικής ποίησης, βρέθηκε στις μυλόπετρες της ιστορίας αδύναμη κι ανήμπορη να αντιμετωπίσει το ζόφο, τον πόνο και την απώλεια.
Απορρίπτοντας εξ αρχής τις επαγγελίες για έναν «επί γης παράδεισο», αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί στη δυτική Ευρώπη, προκειμένου να συναντήσει το σύζυγό της Σεργκέι Εφρόν (1893-1941) που πολέμησε στις γραμμές της Λευκής στρατιάς εναντίον των Μπολσεβίκων.
Όπως και για πολλούς άλλους Ρώσους εμιγκρέδες, η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, μακριά από την πατρίδα και το γλωσσικό της περιβάλλον, ήταν δυστυχισμένη. Επιπλέον, η απομόνωσή της από τους κύκλους των συμπατριωτών της, η απουσία πνευματικής επικοινωνίας, αλλά και η βαθιά νοσταλγία, την έκαναν ιδανικό θύμα της προπαγάνδας της «επιστροφής».
Ταυτόχρονα, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ο άντρας της Εφρόν, εύπιστος και ευγενής, μπλέχτηκε στα δίκτυα της N.K.V.D. και σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, συμμετείχε, έστω και με περιφερειακό ρόλο, στη δολοφονία του γιου του Τρότσκι. Από εκείνη τη στιγμή και ύστερα, ο δρόμος της επιστροφής στην Ε.Σ.Σ.Δ. ήταν μονόδρομος. Φτάνοντας στην πατρίδα, μετά από λίγο ο Εφρόν συλλαμβάνεται μαζί με την μεγάλη τους κόρη Αριάδνη (1912-1975). Ο πατέρας εκτελείται, η κόρη περνάει ένα μεγάλο μέρος της ζωής της σε στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων, γνωστά ως Γκουλάγκ.
Μέσα στην απόγνωσή της η ποιήτρια στέλνει στον Ιωσήφ Στάλιν την παρακάτω επιστολή. Μάταια. Η μοίρα όλων έχει ήδη σφραγιστεί.
Τσβετάγιεβα προς Στάλιν
Απευθύνομαι σε Εσάς αναφορικά με τη σύλληψη του συζύγου μου Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν και της κόρης μου Αριάδνης Σεργκέγιεβνα Εφρόν.
Πριν όμως αναφερθώ σε αυτούς, πρέπει να σας πως δυο λόγια για εμένα.
Είμαι συγγραφέας. Το 1922 έφυγα στο εξωτερικό με σοβιετικό διαβατήριο και έμεινα εκεί,- στην Τσεχία και την Γαλλία μέχρι τον Ιούνιο του 1939, δηλαδή 17 χρόνια. Δεν είχα καμία απολύτως συμμετοχή στην πολιτική ζωή των εμιγκρέδων, με απασχολούσε μόνο η οικογένεια και η λογοτεχνική μου δουλειά. Συνεργάστηκα, κατά κύριο λόγο, με τα περιοδικά «Η βούληση της Ρωσίας» και «Σύγχρονες σημειώσεις», ένα διάστημα δημοσίευα στην εφημερίδα «Τελευταία νέα», αλλά από εκεί απολύθηκα γιατί ανοιχτά χαιρέτησα τον Μαγιακόφσκι στην εφημερίδα «Ευρασία». Γενικά, στην εμιγκράτσια ήμουν μόνη.
Αιτίες της επιστροφής μου στην πατρίδα ήταν το πάθος που έτρεφε γι’ αυτήν όλη μου η οικογένεια: του συζύγου μου Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν, της κόρης μου Αριάδνης Σεργκέγιεβνα Εφρόν (ήταν η πρώτη που επέστρεψε τον Μάρτιο του 1937) και του γιου μου, ο οποίος γεννήθηκε στο εξωτερικό, αλλά από τα παιδικά του χρόνια ονειρευόταν με πάθος την Σοβιετική Ένωση. Ήταν η επιθυμία μου να δώσω στον γιο μου μία πατρίδα και ένα μέλλον. Ήταν η επιθυμία να δουλέψω στον τόπο μου. Ήταν η πλήρης μοναξιά στην εμιγκράτσια, με την οποία δεν με συνέδεε τίποτα τα τελευταία χρόνια.
Μου μεταφέρθηκε προφορικώς πως ποτέ δεν είχα κανένα εμπόδιο να επιστρέψω.
Το 1937 ανανέωσα την σοβιετική μου υπηκοότητα, ενώ τον Ιούνιο του 1939 μου χορηγήθηκε άδεια επιστροφής στη Σοβιετική Ένωση, πράγμα που έκανα μαζί με τον 14χρονο γιο μου Γκεόργκι στις 18 Ιουνίου 1939.
Σε περίπτωση που χρειάζεται αναφέρω την καταγωγή μου: είμαι κόρη του σεβάσμιου καθηγητή του Πανεπιστημίου της Μόσχας Ιβάν Βλαντίμιροβιτς Τσβετάγιεφ, διάσημο στην Ευρώπη φιλολόγου, επί πολλά έτη διευθυντή του πρώην μουσείου Ρουμιάντσεφ, ιδρυτή και συλλέκτη του Μουσείου Καλών Τεχνών, νυν Μουσείου Εικαστικών Τεχνών «Πούσκιν», αποτέλεσμα μίας 14χρονης δωρεάν προσφοράς αγάπης.
Μητέρα μου ήταν η Μαρία Αλεξάντροβνα Τσβετάγιεβα, το γένος Μέιν, εξαιρετική μουσικής. Ακάματη βοηθός του πατέρα μου στο μουσείο, πέθανε πολύ νέα.
Αυτά για εμένα.
Τώρα θα μιλήσω για τον σύζυγό μου, για τον Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν.
Ο Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν είναι γιος της γνωστής από το κίνημα «Λαός και Βούληση» Ελιζαβέτας Πετρόβνα Ντούρνοβο (Λίζα Ντούρνοβο) και του μέλος του ιδίου κινήματος των Ναρόντνικων Γιάκοβ Κωνσταντίνοβιτς Εφρόν. Με πολλή αγάπη μου μίλησαν για την Λίζα Ντούρνοβο ο Π.Α. Κροπότκιν που επέστρεψε το 1917 και μέχρι σήμερα μνημονεύει ο Ν. Μορόζοφ. Υπάρχει ένα βιβλίο για εκείνη που έγραψε ο Στεπνιάκ με τίτλο «Η παράνομη Ρωσία». Το πορτραίτο της βρίσκεται στο μουσείο «Κροπότκιν».
Ο σύζυγός μου, έζησε τα παιδικά του χρόνια σε ένα σπίτι επαναστατών, μέσα σε κατ’ οίκον έρευνες και συλλήψεις. Όλα τα μέλη της οικογένειάς του φυλακίστηκαν: η μητέρα στο φρούριο Σλέσιλμπουργκ, ο πατέρας στο Βίλνιους, τα μεγαλύτερα παιδιά, ο Πιότρ, η Άννα, η Ελιζαβέτα και η Βέρα Εφρόν, σε διάφορες φυλακές. Το 1905, όταν ο μέλλον σύζυγός μου ήταν 12 ετών, η μητέρα του τού ανέθετε σημαντικές επαναστατικές αποστολές. Το 1908 η Ελιζαβέτα Πετρόβνα Ντούρνοβο φεύγει στο εξωτερικό. Το 1909 αυτοκτόνησε στο Παρίσι, μην αντέχοντας τον θάνατο του 14χρονου γιου της.
Το 1911 γνώρισα τον Σεργκέι Εφρόν. Εγώ ήμουν 17 και εκείνος 18 ετών. Ήταν φθισικός. Τον είχε τσακίσει ο τραγικός θάνατος της μητέρας και του αδελφού. Ήταν πολύ σοβαρός για την ηλικία του. Αμέσως αποφάσισα πως ποτέ και για οποιονδήποτε λόγο να μην χωρίσω μαζί του και τον Ιανουάριο του 1912 τον παντρεύτηκα.
Το 1913 ο Σεργκέι Εφρόν έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, στην Φιλολογική Σχολή. Ξέσπασε όμως ο πόλεμος και πήγε ως αδελφός του ελέους στο μέτωπο. Τον Οκτώβριο του 1917, μόλις αποφοίτησε από τη Σχολή Ανθυπασπιστών του Πετεργκόρφ πολέμησε με την πλευρά των Λευκών. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στην Εθελοντική Στρατιά ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή και ποτέ στο επιτελείο. Τραυματίστηκε δύο φορές, στον ώμο και το γόνατο.
Νομίζω πως όλα αυτά είναι γνωστά από τα ερωτηματολόγια που συμπλήρωσε στο παρελθόν.
Σημείο καμπής για τις πεποιθήσεις του ήταν η εκτέλεση ενός κομισάριου μπροστά στα μάτια του: το πρόσωπο με το οποίο εκείνος ο κομισάριος αντίκρισε το θάνατο. - Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως το κίνημά μας δεν είναι λαϊκό.
Με ποιο τρόπο όμως ο γιος μίας γυναίκας μέλος του κινήματος των Ναρόντνικων, της Λίζα Ντούρνοβο, βρέθηκε στις γραμμές της Λευκής στρατιάς και όχι της Κόκκινης; Ο Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Εφρόν θεωρούσε πως ήταν το μοιραίο λάθος της ζωής του. - Θα προσθέσω δε ότι το ίδιο λάθος έκανε όχι μόνο αυτός, ένας νεαρός την εποχή εκείνη, αλλά και πολλοί, πολλοί άλλοι ώριμοι άνθρωποι. Στην «Εθελοντική στρατιά» είδε τη σωτηρία της Ρωσίας και όντως, όταν άλλαξε πεποιθήσεις έφυγε από αυτήν τελείως, χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει πίσω του.
Μετά το τέλος της Εθελοντικής Στρατιάς, ακολούθησε η πείνα στην Καλλίπολη και στην Κωνσταντινούπολη και το 1922 μετακόμισε στην Τσεχία, στην Πράγα, όπου γράφεται στο Πανεπιστήμιο για να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Ιστορικο-Φιλολογική Σχολή.
Το 1923 - 1924 αρχίζει να εκδίδει το φοιτητικό περιοδικό «Ο δικός μας δρόμος», το πρώτο περιοδικό ολόκληρης της εμιγκράτσιας που δημοσιεύει σοβιετική πεζογραφία και ιδρύει την Φοιτητική Δημοκρατική Ένωση, σε αντιπαράθεση με τις μοναρχικές που υπήρχαν. Μετακομίζοντας το 1925 στο Παρίσι, εντάσσεται στην ομάδα των «Ευρασιατιστών» και είναι ένας από τους συντάκτες του περιοδικού «Βέρστια», εξαιτίας του οποίου συγκλονίζεται όλη η εμιγκράτσια.
Για τα «Βέρστια» και την εφημερίσα «Ευρασία» (στην οποία χαιρέτησα τον Μαγιακόφσκι, ο οποίος ήταν τότε στο Παρίσι), όλοι στην εμιγκράτσια λένε πως είναι μία ανοιχτή μπολσεβικική προπαγάνδα. Οι Ευρασιατιστές διασπάστηκαν. Οι αριστεροί πολύ σύντομα παύουν να υπάρχουν, δηλαδή ενσωματώθηκαν στην Ένωση Επιστροφής στην πατρίδα. (Δεν υποστήριξα ποτέ τους Ευρασιατιστές, δεν ήμουν τίποτα, ήμουν όμως μάρτυρας της ξεκινήματος και της διάσπασης).
Δεν ξέρω πότε ακριβώς ο Σεργκέι Εφρόν πέρασε οριστικά στη σοβιετική πλευρά και άρχισα να έχει ενεργό σοβιετική ανάμειξη, αλλά αυτό θα πρέπει να είναι γνωστό από τις απαντήσεις στο προηγούμενο ερωτηματολόγιο. Νομίζω πως ήταν περίπου το 1930.
Δεν με ενημέρωνε για την πολιτική του δραστηριότητα. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι είχε σχέσεις με την Ένωση Επιστροφής και στη συνέχεια με την Ισπανία. Εκείνο που σίγουρα γνώριζα και γνωρίζω είναι η γεμάτη ζήλο υπηρεσία του στη Σοβιετική Ένωση. Χωρίς να γνωρίζω λεπτομέρειες των υποθέσεών του, γνωρίζω τη ζωή της ψυχής του μέρα με την ημέρα, όλα όσα συνέβαιναν μπροστά μου και επιβεβαιώνω ως μάρτυρας: αυτός ο άνθρωπος αγαπάει όσο τίποτα άλλο στη ζωή τη Σοβιετική Ένωση και την ιδέα του κομμουνισμού.
(Για την ποιότητα και τον όγκο των δραστηριοτήτων του μπορώ να παραθέσω το αναφώνημα του Γάλλου ανακριτή σ’ εμένα, μετά την αναχώρηση του ύποπτου στη Σοβιετική Ένωση:
- М. Efron menait une activité soviétique foudroyante!
( Ο κ. Εφρόν, ανέπτυξε συναρπαστική σοβιετική δραστηριότητα).
Στις 10 Οκτωβρίου 1937 ο Σεργκέι Εφρόν έφυγε βιαστικά στη Σοβιετική Ένωση. Στις 22 το ίδιου μηνός η αστυνομία ήρθε και έκανε έρευνα στο σπίτι μου και πήραν εμένα και τον 12χρονο γιο μου στη Νομαρχία, όπου μας κράτησαν μία ολόκληρη ημέρα. Στον ανακριτή είπα όλα όσα γνώριζα και συγκεκριμένα ότι είναι ο πιο ανιδιοτελής και ευγενής άνθρωπος στον κόσμο, ότι αγαπάει με πάθος την πατρίδα του, ότι εργάζεται για την δημοκρατική Ισπανία και ότι αυτό δεν είναι έγκλημα, ότι τον γνωρίζω - 1911 - 1937 - είκοσι έξι χρόνια και ότι δεν ξέρω τίποτα άλλο.
Ξεκίνησε η διαπόμπευση μέσω των εφημερίδων (των ρωσικών εφημερίδων της εμιγκράτισιας). Έγραφαν γι’ αυτόν ότι ανήκει στην ΤΣΕ.ΚΑ, ότι έχει ανάμειξη στην υπόθεση Ρέις, ότι η αναχώρησή του είναι δραπέτευση κλπ. Μετά από ένα διάστημα με κάλεσαν ξανά στη Νομαρχία. Μου έδειξαν αντίγραφα τηλεγραφημάτων, στα οποία δεν αναγνώρισα τον γραφικό του χαρακτήρα. - «Μα, μη φοβάστε, είπε ο ανακριτής, δεν πρόκειται για την υπόθεση Ρέις, αλλά για την υπόθεση S.” - και στη συνέχεια μου έδειξε τον φάκελο με την επιγραφή. Είπα ξανά πως δεν γνωρίζω κανέναν «S» και κανέναν «Ρέις», με άφησαν και δεν με ενόχλησαν ξανά.
Από τον Οκτώβριο του 1937 μέχρι τον Ιούνιο του 1939 αλληλογραφούσα με τον Σεργκέι Εφρόν μέσω της διπλωματικής αλληλογραφίας. Στις επιστολές του από τη Σοβιετική Ένωση έδειχνε ευτυχισμένος. Κρίμα που δεν σώθηκαν, αλλά έπρεπε να τις καταστρέψω αμέσως μετά την ανάγνωσή τους∙ το μόνο που του έλλειπε ήταν εγώ και ο γιος μας.
Όταν εγώ, στις 19 Ιουνίου 1939 μετά από δύο σχεδόν χρόνια χωρισμού, μπήκα στο εξοχικό στο Μπόλσεβο και τον είδα, αντίκρισα ένα βαριά άρρωστο άνθρωπο. Η βαριά καρδιοπάθεια που διαγνώστηκε ενάμιση χρόνο μετά την επιστροφή του και αφροδίσια νεύρωση. Έμαθα ότι αυτά τα δύο χρόνια ήταν άρρωστος, κατάκοιτος. Με τον ερχομό μας όμως ζωντάνεψε, οι κρίσεις αραίωσαν, άρχισε να ονειρεύεται για μία δουλειά, χωρίς την οποία μαράζωνε. Άρχισε να συζητάει με κάποιον από τους ανωτέρους του, άρχισε να πηγαίνει στην πόλη...
Στις 27 Αυγούστου συνέλαβαν την κόρη μας.
Τώρα θα αναφερθώ στην κόρη μου. Η Αριάδνη Σεργκέγιεβνα εφρόν, η κόρη μου, ήταν η πρώτη που ήρθε στη Σοβιετική Ένωση και συγκεκριμένα στις 15 Μαρτίου 1937. Πριν από αυτό ήταν μέλος της Ένωσης Επιστροφής. Είναι μία ταλαντούχα ζωγράφος και συγγραφέας. Ένας απόλυτα νομιμόφρων άνθρωπος (Όλοι είμαστε νομιμόφρονες, είναι το χαρακτηριστικό στοιχείο και των δύο οικογενειών, των Τσβετάγιεφ και των Εφρόν). Στην Μόσχα εργαζόταν στο γαλλικό περιοδικό «Ρεβιού ντι Μοσκού» και ήταν ευχαριστημένοι μαζί της. Έγραφε και εικονογραφούσε. Αγαπούσε τη Σοβιετική Ένωση με όλη τη δύναμη της ψυχής της και ποτέ δεν παραπονέθηκε για τις καθημερινές δυσκολίες.
Μετά την κόρη, στις 10 Οκτωβρίου, συνέλαβαν τον σύζυγό μου∙ έναν άνθρωπο τελείως άρρωστο και στεναχωρημένο με τη συμφορά που βρήκε την κόρη μας.
Στις 7 Νοεμβρίου συνέλαβαν στο ίδιο εξοχικό την οικογένεια των Λβοφ, τους συγκάτοικους μας και τότε βρεθήκαμε μόνοι εγώ με τον γιο μου, σε ένα σφραγισμένο εξοχικό, χωρίς καυσόξυλα και με μεγάλη θλίψη.
Το πρώτο δέμα το παρέλαβαν από εμένα: για την κόρη στις 7 Δεκεμβρίου, δηλαδή τρεις μήνες και πλέον μετά τη σύλληψή της και για τον σύζυγό μου στις 8 Δεκεμβρίου, δηλαδή μετά από δύο μήνες.
Δεν ξέρω γιατί κατηγορούν τον σύζυγό μου, ξέρω όμως ότι δεν είναι ικανός για καμία προδοσία, κανένα διπλό παιχνίδι και απάτη. Τον ξέρω: 1911 - 1939 είναι 30 χρόνια, αλλά όσα ξέρω γι’ αυτόν σήμερα, είναι όλα όσα ήξερα από την πρώτη ημέρα: είναι άνθρωπος μεγάλης εντιμότητας, αυτοθυσία και ευθύνης. Το ίδιο θα πουν για αυτόν εχθροί και φίλοι. Ακόμη και στην εμιγκράτσια δεν τον κατηγόρησε ποτέ ως εξαγορασμένο.
Θα τελειώσω με μία επίκληση για δικαιοσύνη. Ο άνθρωπος που χωρίς να λυπηθεί τη ζωή του, υπηρέτησε τη Σοβιετική Ένωση και την ιδέα του κομμουνισμού. Συνέλαβαν τον πιο στενό του συνεργάτη, την κόρη του και μετά τον ίδιο. Τον συνέλαβαν χωρίς να φταίει.
Είναι βαριά άρρωστος, δεν ξέρω πόσο του έχει απομείνει να ζήσει. Θα είναι τρομακτικό να πεθάνει αδικαίωτος.