Σαν μια πολύ σημαντική εξέλιξη που δυστυχώς αλλάζει για εμάς τα δεδομένα, αφού η Άγκυρα κατόρθωσε να κεφαλαιοποιήσει την υποστήριξη προς την Τρίπολη, αιφνιδιάζοντας την Αθήνα, χαρακτηρίζει την συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης ο Μάνος Καραγιάννης από το King's College London, προσθέτοντας ότι ενισχύονται οι τουρκικές θέσεις έναντι της Ελλάδας, όταν κάποια στιγμή θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τα όρια των ΑΟΖ των δύο χωρών.
Εξηγεί ότι σε μια τέτοια περίπτωση, εκεί που μέχρι σήμερα ο Ερντογάν ήταν διπλωματικά απομονωμένος χωρίς κανένα σύμμαχο στην περιοχή, τώρα για πρώτη φορά η τουρκική θέση για τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ και το ιδεολόγημα της "Γαλάζιας Πατρίδας" θα υποστηρίζεται από μια κυβέρνηση κράτους της περιοχής.
Συνδέει μάλιστα το τάιμινγκ της τουρκικής προσπάθειας να πάει ένα βήμα παραπέρα την καινοφανή θεωρία ότι η Κρήτη δεν έχει υφαλοκρηπίδα, με το γεγονός ότι τελευταίως τα τριγωνικά σχήματα συνεργασίας της Ελλάδας στη περιοχή, έχουν κάπως ατονήσει, λόγω της πολιτικής κρίσης στο Ισραήλ, μετά την δίωξη στον Νετανιάχου, αλλά και επειδή το καθεστώς Σίσι στην Αίγυπτο στρέφει την προσοχή στο εσωτερικό της χώρας λόγω των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων.
Χαρακτηρίζει κενές περιεχόμενου, τις όποιες προτάσεις συνεκμετάλλευσης κοιτασμάτων με την Τουρκία, καθώς "οικονομική συνεργασία με την απειλή πιστολιού στον κρόταφο δεν μπορεί να υπάρξει", ενώ επισημαίνει ότι αν πράγματι η Αγκυρα θέλει να μας πείσει ότι επιθυμεί ειλικρινά την ειρήνη και την συνεργασία με την Ελλάδα ας κάνει το πρώτο βήμα και ας προτείνει την υπογραφή ενός "Συμφώνου Φιλίας και Μη Επίθεσης".
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Τι δείχνει η συμφωνία που ανακοινώθηκε ότι υπέγραψαν Τουρκία και Λιβύη για τα θαλάσσια σύνορα στην Μεσόγειο, όταν ανάμεσά τους υπάρχει ο μεγάλος όγκος της Κρήτης; Εκτός από αγεωγράφητη κίνηση, τι σκοπιμότητα υποκρύπτει η συμφωνία;
Είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη που αλλάζει δυστυχώς τα δεδομένα για την ελληνική πλευρά. Είναι γνωστό ότι η Άγκυρα πίεζε, εδώ και καιρό, προς αυτή την κατεύθυνση. Η τουρκική επιτυχία οφείλεται πρωτίστως στην αυξημένη επιρροή που ασκεί η Άγκυρα στην πολύπαθη χώρα. Η Τουρκία συνδράμει στρατιωτικά τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης εναντίον των δυνάμεων του Χαλίφα Χάφταρ που ελέγχει την Ανατολική Λιβύη.
Η τουρκική ηγεσία κατόρθωσε, λοιπόν, να κεφαλαιοποιήσει την υποστήριξή της προς την Τρίπολη και να αιφνιδιάσει την Αθήνα. Ο απώτερος σκοπός είναι η ενίσχυση της τουρκικής διαπραγματευτικής θέσης έναντι της Ελλάδας, όταν ξεκινήσουν κάποια στιγμή οι διαπραγματεύσεις για τα όρια της ελληνικής και τουρκικής ΑΟΖ. Σε μια τέτοια περίπτωση, εκεί που μέχρι σήμερα ο Ερντογάν δεν είχε κανένα σύμμαχο στην περιοχή, για πρώτη φορά η τουρκική θέση για τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ και το ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας» υποστηρίζεται από μια κυβέρνηση κράτους της περιοχής.
- Θα λέγατε ότι η Άγκυρα επιδιώκει να πετύχει τετελεσμένα στην Μεσόγειο με «δεκανίκι» τη Λιβύη;
Ναι είναι ξεκάθαρο αυτό. Η τουρκική ηγεσία προσπαθεί να βγει από τη διπλωματική απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει τα τελευταία χρόνια. Αναζητά νέους συμμάχους για να ενισχύσει τη θέση της στην περιοχή. Ακόμα και η πρόσφατη διεξαγωγή αεροναυτικής άσκησης με το μακρινό Πακιστάν καταδεικνύει την εκπόνηση μιας νέας στρατηγικής που θα δίνει έμφαση στην οικοδόμηση συμμαχιών.
- Τι μας δείχνει το γεγονός ότι αυτή η «κατοχύρωση» θαλάσσιων συνόρων ανάμεσα στις δύο χώρες -που φέρνει την τουρκική υφαλοκρηπίδα ακόμη και νότια της Ιεράπετρας εξαφανίζοντας όλη την ελληνική υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο- έρχεται μετά την τουρκική επιστολή στον ΟΗΕ που εγείρει αξιώσεις ακόμη και δυτικά της Ρόδου;
Τα νομικά επιχειρήματα της Άγκυρας είναι απολύτως αβάσιμα και έωλα. Αυτό, όμως, έχει μικρή σημασία για το τουρκικό καθεστώς που αντιμετωπίζει την Ανατολική Μεσόγειο περίπου ως Lebensraum, δηλαδή δικό της ζωτικό χώρο. Δεν χρησιμοποιώ τυχαία αυτόν τον γερμανικό, ιστορικά φορτισμένο, όρο.
Η Τουρκία έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας αυταρχικής δημοκρατίας που ρέπει προς την απολυταρχία. Το καθεστώς του Ερντογάν επενδύει συστηματικά στη θρησκευτική μισαλλοδοξία, τον αντισημιτισμό και φυσικά στον ανθελληνισμό. Μας θεωρεί κράτος μειωμένης κυριαρχίας που πρέπει να αποδεχθεί τις απαιτήσεις μιας περιφερειακής δύναμης. Δεν πρέπει, λοιπόν, να προκαλεί εντύπωση η καινοφανής θεωρία ότι η Κρήτη δεν έχει υφαλοκρηπίδα.
- Το ερώτημα, είναι γιατί τώρα αυτή η συντονισμένη διπλωματική «κλιμάκωση» από την Άγκυρα;
Το πλέγμα συμμαχιών που έχουν οικοδομήσει οι ελληνικές κυβερνήσεις, μετά το 2010, εξισορρόπησαν την τουρκική επιθετικότητα. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα τα τριγωνικά σχήματα συνεργασίας έχουν κάπως χάσει τον δυναμισμό τους. Στο Ισραήλ υπάρχει μια πολύ μεγάλη πολιτική κρίση μετά την άσκηση δίωξης εναντίον του πρωθυπουργού Νετανιάχου που αναπόφευκτα δημιουργεί ένα κλίμα εσωστρέφειας.
Στη γειτονική Αίγυπτο έχουν ξεσπάσει αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που αναγκάζουν το καθεστώς Σίσι να στρέψει την προσοχή του στο εσωτερικό της χώρας. Ταυτόχρονα με αυτές τις εξελίξεις, η επαμφοτερίζουσα στάση της Ουάσιγκτον έναντι της Άγκυρας δημιουργεί ένα παράθυρο ευκαιρίας στην τουρκική ηγεσία για να αναλάβει πρωτοβουλίες που σαφώς υπονομεύουν την περιφερειακή ασφάλεια.
- Πως σχολιάζετε τις πρόσφατες δηλώσεις του αναπληρωτή Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας, κ. Ντόκου στο ΑΠΕ για συνεκμετάλλευση κοιτασμάτων με την Τουρκία;
Για ποια κοιτάσματα μιλάμε ακριβώς; Μόνο υποθέσεις εργασίας μπορούμε να κάνουμε για τα δυνητικά αποθέματα υδρογονανθράκων στο Ανατολικό Αιγαίο. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι ανακαλύπτεται ένα οικονομικά εκμεταλλεύσιμο κοίτασμα πετρελαίου κοντά στη Ρόδο. Πόσο σοφό είναι άραγε να αντλήσουμε πετρέλαιο δίπλα από έναν από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς της Μεσογείου; Σε μια εποχή, μάλιστα, που κυριαρχεί η συζήτηση για την καταπολέμηση του Φαινομένου της Κλιματικής Αλλαγής και οδεύουμε προς νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Υπάρχει μια σχολή σκέψης που υποστηρίζει ότι η πολιτική έπεται της οικονομίας, επομένως η ενεργειακή συνεργασία δύναται να λειτουργήσει καταλυτικά στην επίλυση συγκρούσεων. Ωστόσο, αυτό δεν επιβεβαιώνεται στην πράξη. Σας θυμίζω ότι οι δύο χώρες συνεργάζονται αρμονικά στην υπόθεση διαμετακόμισης αζερικού φυσικού αερίου μέσω του αγωγού TAP. Είδατε εσείς κάποια αλλαγή στην τουρκική στάση; Η οικονομία έπεται της πολιτικής και όχι το αντίθετο.
- Εκτιμάται ότι προσφέρεται η συγκυρία για κάτι τέτοιο; Είναι δυνατόν οι δύο χώρες, όταν οι τουρκικές προσκλήσεις είναι καθημερινές, χωρίς να υπάρχουν σχέσεις εμπιστοσύνης, να μιλούν για οικονομική συνεργασία;
Δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική συνεργασία με την απειλή του πιστολιού στον κρόταφο. Αυτή ήταν η σταθερή θέση των ελληνικών κυβερνήσεων μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και άρχιζε να αλλάζει μόνο τη δεκαετία του 1990. Καταρχάς, όσο η Τουρκία κατέχει έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν μπορούμε να προσβλέπουμε σε σοβαρή βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η Ελλάδα έχει ηθική και νομική υποχρέωση να στηρίξει με όλες τις δυνάμεις της τον Κυπριακό Ελληνισμό. Ταυτόχρονα, πρέπει να σταματήσουν οι παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου που δημιουργούν πολεμικές συνθήκες στο Αιγαίο. Αυτές είναι εθνικές κόκκινες γραμμές που καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αγνοήσει.
- Σχολιάστε μας και την αναφορά στο βιβλίο του Αλέξη Παπαχελά ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης του είχε αποκαλύψει πως το 1997 μετέβη στην Τουρκία, έχοντας στις αποσκευές του, «πρόταση του (Κ.Σημίτη) για υπογραφή Συμφώνου Φιλίας και μη Επιθέσεως μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας»…
Αυτή ήταν μια παλιά ιδέα του αείμνηστου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη που κατανοούσε πλήρως τη φύση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Πίστευε ένθερμα στην ειρηνική συνύπαρξη των δύο λαών, διότι αυτό επιτάσσει η γεωγραφική πραγματικότητα. Ταυτόχρονα, όμως, ήθελε να δεσμεύσει την Τουρκία σε ένα πολιτικο-νομικό πλαίσιο που θα δημιουργούσε ένα κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Αφού η Άγκυρα θα αποκήρυττε την χρήση στρατιωτικής βίας, η ελληνική πλευρά θα μπορούσε ενδεχομένως να συζητήσει ορισμένα τεχνικά ζητήματα. Ήταν μια εξαιρετική πρόταση, που όπως ο ίδιος αποκάλυψε, τελικά δεν υποστηρίχθηκε επαρκώς από την κυβέρνηση Σημίτη που διαπραγματεύτηκε την επικίνδυνη Συμφωνία της Μαδρίτης το 1997. Θα συμφωνήσω ότι χρειαζόμαστε μια θετική ατζέντα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ας κάνει, λοιπόν, η τουρκική ηγεσία το πρώτο βήμα και να προτείνει την υπογραφή ενός Συμφώνου Φιλίας και Μη Επίθεσης για να μας πείσει ότι επιθυμεί ειλικρινώς την ειρήνη και τη συνεργασία με την χώρα μας.