Διάβασα με προσοχή τη δήλωση του κ. Α. Λιάκου. Γνωρίζει τι θόρυβο θα προκαλέσει και προκαταβολικά χτίζει τις άμυνές του. Γράφει συγκεκριμένα: «θα επιχειρήσω μια αναλογία που ενδεχομένως θεωρηθεί βέβηλη» και λίγο παρακάτω, «δε θέλω, και το λέω κατηγορηματικά, να εξισώσω τους κρατούμενους τότε με τους φυλακισμένους σήμερα ούτε μια κυβέρνηση δικτατορική με μια κυβέρνηση κοινοβουλευτική».
Μια εύκολη απάντηση θα ήταν πως τελικά εξισώνει τους κρατούμενους τότε με τους φυλακισμένους σήμερα και μια κυβέρνηση δικτατορική με μια κυβέρνηση κοινοβουλευτική. Εννοείται πως όταν λέμε ρητά πως δεν εννοούμε κάτι, αλλά τελικά από τα λεγόμενά μας αφήνουμε παραθυράκι πως μπορεί και να τα εννοούμε, αυτό σημαίνει πως κάτι δεν πάει καλά με τον συλλογισμό μας.
Στην περίπτωση του κ. Α. Λιάκου είναι αυτονόητο πως όντως δεν επιθυμεί αυτές τις βέβηλες εξισώσεις. Άλλωστε το παρελθόν του -φυλακίστηκε για την αντιδικτατορική δράση του, αλλά και το επιστημονικό έργο του- συνηγορούν πως το συγκεκριμένο σημείο της δήλωσης του είναι ειλικρινές. Και μακριά από εμένα η χρήση της έκφρασης «αντικειμενικά σε αυτό οδηγούν τα όσα λέει». Με αυτό το «αντικειμενικά» διαπράχθηκαν τα χειρότερα εγκλήματα στα ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Η ουσία του σχολίου του κ. Α. Λιάκου συνοψίζεται στην τελευταία πρόταση. «Μήπως θα έπρεπε να τεθεί το ζήτημα μιας γενναίας ιστορικής εκκαθάρισης εκκρεμοτήτων που ανήκουν πλέον στο παρελθόν;»
Πρώτα-πρώτα σημειώνω ότι ο κ. Α. Λιάκος δεν είναι απόλυτα βέβαιος για την ορθότητα της άποψης του και γι΄αυτό τη διατυπώνει βάζοντας ένα ερωτηματικό. Δε θέλει να προτείνει, θέλει να προβληματίσει.
Πού βρίσκεται το λάθος του;
Σήμερα, δεν υπάρχει καμιά ιστορική εκκρεμότητα την οποία η δημοκρατίας μας οφείλει να εκκαθαρίσει. Η τρομοκρατία στην Ελλάδα δεν είναι ένα φαινόμενο στιγμιαίο. Έχει έρθει και έχει μείνει. Η πάλη εναντίον της είναι διαρκής και ολοκληρωτική και διεξάγεται με όλους τους κανόνες που έχουν θεσπίσει οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Μακάρι, με την αποφυλάκιση των καταδικασμένων για τρομοκρατία, να τελείωνε και η περίοδος της τρομοκρατίας. Όποιος το πιστεύει αυτό είναι επιεικώς αφελής και ο κ. Α. Λιάκος μόνον αφελής δεν είναι.
Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος έδωσε την αμνηστία όχι γιατί ήταν πανίσχυρος, αλλά γιατί ήταν αδύναμος και απόδειξη πως μετά από τέσσερις μόλις μήνες ανατράπηκε. Το 1973 δεν ήταν 1969 ή 1970. Και αμνήστευσε τους πολιτικούς κρατούμενους--μεταξύ των οποίων και τον Αλέκο Παναγούλη-- όχι από μεγαλοψυχία, αλλά από πολιτική σκοπιμότητα. Ήθελε να δείξει ένα δημοκρατικό προσωπείο. Σήμερα η δημοκρατία μας δεν έχει να αποδείξει τίποτα σε κανένα.
Άλλωστε, τους δολοφόνους της 17 Νοέμβρη που έδειξαν έμπρακτη μεταμέλεια τους έχει απελευθερώσει. Όπως θα γνωρίζει ο κ. Α. Λιάκος η έμπρακτη μεταμέλεια είναι ένα τεκμήριο -μαχητό- πως ο καταδικασθείς δε θα επαναλάβει τις πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε. Ο Ρωμανός και ο «τοξοβόλος», όπως και ο Κουφοντίνας, εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία; Ο κ. Λιάκος έθεσε στον εαυτό του αυτό το ερώτημα; Και κάτι τελευταίο. Σε αυτήν τη «γενναία ιστορική εκκαθάριση εκκρεμοτήτων», χωρούνε και οι χρυσαυγίτες; Τι λέει ο κ. Α. Λιάκος;
Προτείνει μήπως επιλεκτική «ιστορική εκκαθάριση εκκρεμοτήτων»; Εδώ υπάρχει ένα κενό στο σχόλιό του. Και το κενό είναι πολιτικό.