Του Λέανδρου Τ. Ρακιντζή*
Στις 30 Ιουνίου αποχώρησαν από τη θέση τους ο πρόεδρος και πέντε αντιπρόεδροι του Αρείου Πάγου, δύο αντιπρόεδροι του ΣτΕ και έκτοτε η κυβέρνηση καθυστερεί στην πλήρωση των θέσεων αυτών με πράξη του υπουργικού συμβουλίου, όταν μάλιστα το 2015 η πλήρωση της θέσεως του προέδρου του Αρείου Πάγου έγινε στις 27 Ιουνίου, ήτοι πριν λήξει η θητεία του προηγουμένου προέδρου του Α.Π.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα για την καθυστέρηση αυτή, εάν οφείλεται σε ολιγωρία της κυβέρνησης ή σε άλλους παράγοντες. Το ερώτημα αυτό πλανάται στους δικαστικούς και νομικούς κύκλους και καθένας έχει τη δική του απάντηση που ανάγεται είτε στο παρασκήνιο και τις διαβουλεύσεις για την επιλογή εκ των εχόντων τα τυπικά προσόντα φιλικών προς την κυβέρνηση προσώπων, είτε ότι η κυβέρνηση θέλει να αποφύγει τη σύγκλιση από τους προέδρους των ανωτάτων δικαστηρίων των ολομελειών, για γνωμοδοτήσεις για την υπεράσπιση της δικαιοσύνης, είτε να κρατά τους υποψηφίους για προαγωγή δικαστές σε «ομηρία», ώστε να τηρούν αιδήμονα σιωπή για τις επιθέσεις κατά της δικαιοσύνης.
Είναι γεγονός ότι οι εκ μέρους της κυβέρνησης επιθέσεις κατά της δικαιοσύνης και αμφισβητήσεις των αποφάσεων της είναι ιστορικά πρωτόγνωρες κατά σφοδρότητα, διάρκεια και συστηματικότητα και ευλόγως οι δικαστικές ενώσεις, ο νομικός κόσμος, οι δικηγορικοί σύλλογοι, τα μη κυβερνητικά κόμματα, αντιδρούν με οξείς ανακοινώσεις και ομιλούν για προσπάθεια καθ υποτάξεως της δικαιοσύνης. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του κ. Προέδρου της Δημοκρατίας. Στην προσπάθεια αυτή της υπερασπίσεως της δικαιοσύνης απουσιάζει η προσφάτως ιδρυθείσα Ένωση Ανωτάτων Δικαστών που με τη σιωπή της, αναμένοντας τις προαγωγές, αυτοαναιρείται και θυμίζει το πλην Λακεδαιμονίων.
Δύο είναι τα προβλήματα που ανέκυψαν προσφάτως, κατά τη λειτουργία της δικαιοσύνης:
1.Το κοινό περί δικαίου αίσθημα που είναι μια μορφή λαϊκισμού και που την επικαλούνται συχνά κυβερνητικά στελέχη, που εάν επικρατήσει θα έχουμε κατάλυση της υπάρχουσας νόμου τάξεως και του νομικού μας πολιτισμού.
2.Το κλίμα που επικρατεί σε κάποιες δίκες πολιτικής σημασίας όπου το ακροατήριο μετέχει ενεργά στη διαδικασία αποδοκιμάζοντας ή επιδοκιμάζοντας ακόμη και τους δικαστές και αν συνεχιστεί το κλίμα αυτό θα καταλήξουμε σε ανοιχτές δίκες με λαϊκή συμμετοχή.
Η ευθύνη, λοιπόν, της σωστής λειτουργίας και αποδόσεως της δικαιοσύνης εναπόκειται πλέον στους δικαστές που πρέπει να εφαρμόζουν το νόμο δικάζοντας κατά συνείδηση με μόνη την ικανοποίηση ότι εκτέλεσαν το καθήκον τους σε πολύ δύσκολες καταστάσεις.
*Ο κ. Λέανδρος Τ. Ρακιντζής, είναι Αεροπαγίτης ε.τ.