Είναι προφανές ότι πίσω από τις κωλυσιεργίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο θέμα της επιβολής κυρώσεων κατά της Τουρκίας, υπάρχουν σημαντικά οικονομικά συμφέροντα συγκεκριμένων κρατών και στρατηγικά συμφέροντα οργανισμών. Όπως ανέφερε και ο Σάκης Μουμτζής σε σχετική ανάρτηση του στο liberal, η πολιτική του «απειλούμε με κυρώσεις, αλλά δεν τις επιβάλλουμε» φέρει την αυτοακύρωσή της.
H μη επιβολή κυρώσεων, αποτελεί σε οικονομικό επίπεδο, επιλογή της Γερμανίας. Το ύψος του διμερούς εμπορίου ανάμεσα στην Τουρκία και στη Γερμανία, υπερβαίνει τα $40 δισ. Οι εξαγωγές γερμανικών προϊόντων στην Τουρκία αγγίζουν τα $23 δισ., ενώ ταυτόχρονα οι τουρκικές εξαγωγές φτάνουν τα $17 δισ.
Οι γερμανικές ΑΞΕ (άμεσες ξένες επενδύσεις) προς την Τουρκία κατά τη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας έχουν υπερβεί τα $10 δισ. και έχουν μετουσιωθεί σε 7.500 επιχειρήσεις. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι περίπου 80.000 γερμανοτουρκικές επιχειρήσεις λειτουργούν στο έδαφος της Γερμανίας, με ετήσιο κύκλο εργασιών στο ύψος των 52 δισ. ευρώ, προσφέροντας σχεδόν 500.000 θέσεις εργασίας.
Διαπιστώνουμε με απλά μαθηματικά, ότι τα ετήσια οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας απέναντι στην Τουρκία είναι πολύ πιο σημαντικά ακόμα και από τη συνολική αξία των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη Κύπρο, που υπολογίζονται στα $40 δισ.
Αντίθετη με τις κυρώσεις, είναι και η καρδιά του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Η συνολική έκθεση του τραπεζικού συστήματος στην τουρκική οικονομία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS), ανέρχεται στα 154 δισ. ευρώ. Η κρίση του ισοζυγίου πληρωμών της Τουρκίας, η ραγδαία υποχώρηση της λίρας μαζί με τη γενικότερη αστάθεια της οικονομίας, έχουν ήδη θορυβήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που βλέπουν τις τράπεζες τους, να κινδυνεύουν να μπουν σε ένα σπιράλ, αρνητικών εξελίξεων.
Επομένως η επιβολή οικονομικών κυρώσεων, θα επιφέρει αύξηση του ρίσκου στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Η έκθεση των ισπανικών τραπεζών στην τουρκική οικονομία ανέρχεται στα 52 δισ. ευρώ. Και σε αυτήν θα πρέπει να υπολογίσουμε και τη συμμετοχή της BBVA, στην Garanti Bank, την τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Τουρκία, που φτάνει στο 50% του μετοχικού της κεφαλαίου.
Οι γαλλικές τράπεζες έχουν έκθεση 25 δισ. ευρώ, με την BNP Paribas να έχει δικό της τουρκικό παράρτημα. Ακολουθούν οι γερμανικές και βρετανικές τράπεζες με έκθεση της τάξεως των 9,5 δισ. ευρώ και 10 δισ. ευρώ αντιστοίχως και τέλος οι ιταλικές τράπεζες με 8 δισ. ευρώ και με την UniCredit να έχει πωλήσει τη συμμετοχή της στην Yapi Kredi, πριν από τη κατάρρευση των τραπεζικών μετοχών στο χρηματιστήριο Borsa Istanbul.
Είναι φανερό ότι αν και όποτε υιοθετηθούν κυρώσεις από την πλευρά της ΕΕ, θα είναι στοχευμένες σε τομείς, που δεν θα θέσουν σε κίνδυνο τις ευρωπαϊκές τράπεζες, που ήδη αντιμετωπίζουν ένα νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της πανδημίας του covid-19.
Πέρα όμως από το οικονομικό πλαίσιο, η Τουρκία παίζει σημαντικό ρόλο στα γεωστρατηγικά συμφέροντα διεθνών οργανισμών. Μιλάμε για μια χώρα μέλος του G-20, με πληθυσμό πάνω από 83 εκατ., με Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν στα $770 δισ. Με ένοπλες δυνάμεις που αριθμούν πάνω από 350.000 στρατιώτες και 380.000 έφεδρους και με ένα προϋπολογισμό αμυντικών δαπανών που ξεπερνά τα $20 δισ. σε ετήσια βάση. Η Τουρκία διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ και μέχρι πρότινος, έφερε σε πέρας τις αποστολές του τοπικού χωροφύλακα. Φαίνεται ότι η Δύση δεν έχει καταλήξει στο ξεκαθάρισμα των σχέσεων της με τη Τουρκία και τον ρόλο που επιθυμεί η Δύση να δώσει στη Τουρκία, στα πλαίσια του ανασχεδιασμού των σχέσεων, μια που η αυτονόμηση των Τούρκων απέναντι στους δυτικούς έχει μπει για τα καλά στην ημερήσια διάταξη.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της πολιτικής αμφιβολίας και αβεβαιότητας και την έλλειψη σαφούς και κοινής στρατηγικής, έρχεται η οικονομία να καθορίσει την πορεία των πραγμάτων. Και οι οικονομικά ευρωστότεροι, επιβάλουν τους δικούς τους όρους.
*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.