Αυτή η κυβέρνηση έβαλε κάποια στοιχήματα ευθύς εξ αρχής. Ανέβασε τον πήχη των προσδοκιών μας πολύ γρήγορα και καλά έκανε. Της ήρθαν στην συνέχεια όλο αναποδιές και προσπαθεί να τις αντιμετωπίσει όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται.
Ένα πρόβλημα όμως ήταν γνωστό εξ αρχής, γιατί υπάρχει μέσα στην ελληνική κοινωνία εδώ και 40 τουλάχιστον χρόνια.
Αυτό της κόκκινης βίας. Της ανομίας των οργανώσεων της μαρξιστικής Αριστεράς, επαναστατικής και μη, και της πρωτοφανούς ασυλίας που αυτές τυγχάνουν από ένα οργανωμένο σύστημα «προοδευτικών» δημοσιογράφων, «προοδευτικών» διανοουμένων, «προοδευτικών» καλλιτεχνών.
Οι τραμπούκοι με τα ρόπαλα και τις μολότοφ βαφτίστηκαν σε «παιδιά», κάτι που υποδηλώνει σαφώς πως τα όσα διαπράττουν είναι απλώς αταξίες. Κάθε φορά που συλλαμβάνονταν ερυθροτραμπούκοι κινητοποιείτο ένας αλληλέγγυος μηχανισμός που ουσιαστικά μετέτρεπε τους θύτες σε θύματα.
Δημιουργήθηκε μέσα στην κοινωνία ένα κλίμα μιθριδατισμού. Πλήρης απάθεια για την καταστροφή περιουσιών, πλήρης απάθεια για την παραβίαση των νόμων, πλήρης απάθεια για τον εξευτελισμό του κράτους.
Οι ευθύνες όλων των κυβερνήσεων, αυτονοήτως, είναι σημαντικές, καθώς μια ευθεία γραμμή συνδέει την πυρπόληση του Πολυτεχνείου στην δεκαετία του 90, με το κάψιμο της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 2008 και τους τέσσερις νεκρούς της Marfin τον Μάιο του 2010.
Όμως είχαμε, και εξακολουθούμε να έχουμε την πεποίθηση πως αυτή η κυβέρνηση στο ζήτημα της ανομίας και της κόκκινης βίας θα κάνει πολλά βήματα παραπάνω από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Στην αρχή αυτό έδειξε.
Εκκενώθηκαν κατειλημμένα κτίρια, περιορίσθηκε σημαντικά η δράση των κουκουλοφόρων καθώς εξουδετερώθηκαν τα ορμητήρια τους, έγιναν προσαγωγές και συλλήψεις τόσες όσες δεν είχαν γίνει τα τελευταία πέντε χρόνια.
Όμως το πρόβλημα παρέμεινε για δύο λόγους:
1. Άρχισε να επικρατεί και πάλι η νοοτροπία μήπως δυσαρεστήσουμε την Αριστερά και κάποιους φιλελέδες που ξεσήκωσαν τον κόσμο γιατί… φάνηκε το εσώρουχο ενός αντιεξουσιαστή. Προφανώς δεν έχουν αντιληφθεί πως η ανομία και η κόκκινη βία είτε καταστέλλονται—εντός του πλαισίου του Συντάγματος και των νόμων-- είτε διαφορετικά ασκούνται ανεξέλεγκτα. Όποιος πιστεύει πως μπορεί να κάνει διάλογο και να πείσει τους ροπαλοφόρους είναι απλώς ανόητος.
Η βία αντιμετωπίζεται με την νόμιμη κρατική βία. Τελεία, παύλα. Όλα τα υπόλοιπα είναι «νάχαμε να λέγαμε».
2. Είναι αυτονόητο πως πρέπει να αλλάξει η ποινική νομοθεσία. Όσες συλλήψεις και να διενεργήσει η Αστυνομία, αν τα δικαστήρια τους αφήνουν ελεύθερους, γιατί αυτό επιβάλλουν οι νόμοι, δεν κάναμε απολύτως τίποτα. Θα πρέπει οι προβλεπόμενες ποινές για συγκεκριμένες πράξεις πολιτικής βίας να μην μετατρέπονται.
Να είστε σίγουροι για ένα πράγμα. Δέκα ερυθροτραμπούκοι θα καθίσουν στην φυλακή και μετά οι υπόλοιποι πολύ θα το ξανασκεφτούν να παρανομήσουν. Και ο νόμος θα πρέπει να εφαρμόζεται άνευ εξαιρέσεων. Ακόμα περιμένουμε να μάθουμε τι έγινε με το στέλεχος του ΚΚΕ που κτύπησε πισώπλατα έναν αστυνομικό. Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε.
Ο πρωθυπουργός έχει μπροστά του βουνό προβλημάτων. Με αφορμή τον πρωτοφανή προπηλακισμό του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου του δίνεται μια ευκαιρία να αντιμετωπίσει με τρόπο ριζικό το πρόβλημα της κόκκινης βίας. Όπως ριζικά αντιμετώπισε, πριν ακριβώς από εφτά χρόνια, η τότε κυβέρνηση την βία των νεοναζιστών.
Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται να υπάρχει διάθεση για ρήξεις και συγκρούσεις, γιατί η βία της Αριστεράς περιβάλλεται από ένα δίκτυ προστασίας, που έχει υφανθεί από το 1974.
Ο πρωθυπουργός γνωρίζει πως η δύναμη της κρατικής εξουσίας είναι συντριπτική. Αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση για την χρήση της.
Εμείς που την ψηφίσαμε και την στηρίζουμε το θέλουμε. Η κυβέρνηση το θέλει;