Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Στους ψυχολόγους υπάρχει ένας κοινός τόπος για την περίπτωση των Ελλήνων της Μεταπολίτευσης: Η άρνηση της ενηλικίωσης και η εμμονή σε μία μόνιμη διάθεση ανωριμότητας.
Οι λόγοι είναι πολλοί. Κυρίως πολιτιστικοί και μετά, πολιτικοί. Και στις δύο όμως πηγές συντήρησης της νηπιακής τους κατάστασης, το κοινό σημείο είναι ο πατερναλισμός και η κηδεμονία της σκέψης τους από κάποια εξιδανικευμένη «μεταφυσική» μορφή. Είτε πρόκειται για τον προφήτη Παίσιο είτε για τον «εξαγνιστή» Τσίπρα.
Και πάντα, το παιχνίδι παίζεται μεταξύ «αυτών» και των «άλλων». Των μέσα και των έξω. Των δικών μας και των δικών τους. Ο Σημίτης ήταν χειρότερος από τον Καραμανλή, ο Καραμανλής από τον Παπανδρέου, ο Παπανδρέου από τον Σαμαρά και ο Τσίπρας από όλους τους άλλους! Για να αποδειχθεί στο τέλος, ακριβώς η αντίστροφη ροπή της αφήγησης: Ο προηγούμενος ήταν αναμφισβήτητα καλύτερος από τον επόμενο. Και σε ό τι αφορά τον Τσίπρα ο χειρότερος όλων!
Είναι φυσικό να συμβαίνει αυτό; Απολύτως λογικό, σε μία κοινωνία η οποία πορεύεται παράλληλα με τον υπόλοιπο κόσμο, χωρίς όμως να επιθυμεί να συμμετάσχει στην πρόοδό του. Οι ξένοι προσπαθούν να κατανοήσουν την ροή προς το μέλλον, πεπεισμένοι να τρέξουν προς αυτό. Αντίθετα εμείς, ως φονταμενταλιστές, περιμένουμε πάντα κάποιον που θα μας οδηγήσει προς το μέλλον αλλά με το βλέμμα μας στραμμένο- για ασφάλεια- προς το παρελθόν. Όχι για να διδαχθούμε από αυτό αλλά για να το δαιμονοποιήσουμε.
Όσον αφορά τον πολιτικό εφιάλτη που περνάμε τώρα, χωρίς αμφιβολία είναι η επιτομή του «χειρότερου», σε όποια περίοδο κι αν τον τοποθετήσει κανείς διαχρονικά. Είναι οι άνθρωποι που λειτούργησαν σαν «βιαστές» μιας κοινωνίας με «ειδικές ανάγκες». Μιας κοινωνίας που χρειαζόταν βοήθεια και στήριξη αλλά εισέπραξε απάτη και εκμετάλλευση.
Ήταν επόμενο να συμβεί γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε η πιο εκκωφαντική κραυγή ελπίδας για το μέλλον του Έλληνα, στο οποίο όμως, ο ίδιος δεν ήθελε να συμμετέχει!
Κι όμως, ακόμα και τώρα, που όλα αποκαλύπτονται, το επιχείρημα του μίσους για τους προηγούμενους είναι το βασικό εργαλείο διάσωσης για την απάτη. Είναι επίσης, εκτός από το κοινό συμφέρον στην εξουσία, και ο συνδετικός κρίκος που παράγει άλλοθι για την συντήρηση των δικτύων του ΣΥΡΙΖΑ.
«Οι άλλοι καλύτεροι ήταν;» είναι το μότο της συμπλεγματικής ρήσης που ζεσταίνει πάντα τον μύθο της Αριστεράς και προσφέρεται και τώρα για πολιτικό σύνθημα. Το αποκύημα της ευχής να «ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα» ή «να καούν μαζί μου στην κόλαση και οι άλλοι». Μήπως και τους εκδικηθώ γιατί δεν έκαναν όλα αυτά που περίμενα, για μένα, χωρίς εμένα…
Αυτό ακόμα και σήμερα, μπορεί να βρίσκεται καρφωμένο στο υποσυνείδητο του κυρ Γιάννη, του συνταξιούχου ή της συμβασιούχου Μαρίας που την απέλυσαν από το Δήμο, με το μνημόνιο. Το τραγικό μ΄αυτούς είναι ότι πρέπει να τους συμβεί ό τι ακριβώς συμβαίνει «παιδαγωγικά» στα μικρά παιδιά: μόνο η τριβή με την δυσάρεστη εμπειρία δίνει το δίδαγμα και όχι η κατανόηση της πρόληψης.
Άρα λοιπόν, κύριε Γιάννη, τώρα που σε είδα να βρίζεις στο ΑΤΜ, ελπίζω να κατάλαβες ότι οι άλλοι ήταν καλύτεροι. Γιατί είχαν το στοιχειώδες θάρρος να σου πουν πέντε αλήθειες για να σωθείς. Όχι επειδή σ΄αγάπησαν αλλά για να διορθώσουν τα λάθη τους, για χάρη της εξουσίας. Και πάντα οι άλλοι θα είναι καλύτεροι. Όχι από τη φύση τους αλλά επειδή εσύ που απεχθάνεσαι την ευθύνη, θα συνεχίσεις να επιλέγεις τους χειρότερους...