Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Η απόφαση του Αρείου Πάγου να μην εκδώσει τους 8 τούρκους αξιωματικούς, δεν αποτελεί, κατά βάση, εθνικό ζήτημα. Μπορεί να δημιουργεί προβλήματα στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών αλλά στον πολιτισμένο κόσμο, υπερβαίνει την υπόθεση των εθνικών συμφερόντων. Ανάγεται δε, στη σφαίρα του νομικού πολιτισμού των κοινωνιών ο οποίος είναι κατά πολύ ανώτερος από την έννοια του έθνους και της διπλωματίας.
Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο, όλες οι τοποθετήσεις που διατυπώθηκαν τον τελευταίο καιρό, με γνώμονα το εθνικό ένστικτο, είναι τουλάχιστον άστοχες. Δεν είμαστε δηλαδή, υπέρ της μη έκδοσης, επειδή θέλουμε να τιμωρήσουμε τον κακό Ερντογάν. Ούτε και επιθυμούμε την καταδίκη των αξιωματικών, γιατί είναι Τούρκοι και, ως εκ τούτου, είμαστε βέβαιοι ότι θα ήταν οι πρώτοι που θα μας εκτελούσαν σε περίπτωση πολέμου. Στην πραγματικότητα, δεν εξετάζουμε ούτε πόσο καλοί ή κακοί άνθρωποι είναι οι 8 αλλά μας αρκεί το ότι είναι απλά άνθρωποι! Και ότι στο πρόσωπό τους, απεικονίζεται η αξία του ατόμου, ως νομικού υποκειμένου του οποίου η αξία υφίσταται δια μέσου της προστασίας των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας. Πράγμα που δεν επρόκειτο να συμβεί με την έκδοσή τους στην Τουρκία.
Η Δικαιοσύνη είναι ο πιο σημαντικός θεσμός του κράτους δικαίου και λειτουργεί ως εργαλείο αντίστασης, σε εσωτερικά και εξωτερικά φαινόμενα εκτροπής. Η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία «ελίσσεται» αλλά η δικαστική ακολουθεί πιστά το Σύνταγμα και ελέγχει τις άλλες. Ακόμα και όταν δεν μας αρέσουν οι αποφάσεις της- για παράδειγμα, όταν το ΣτΕ αποφασίζει για περιβαλλοντικές δεσμεύσεις και στην ουσία, ματαιώνει ένα σημαντικό έργο…
Το μεγάλο κέρδος επομένως, από την χθεσινή απόφαση, όπως και από την εκδίκαση της αδειοδότησης των καναλιών – και από τη στάση των δικαστών στις σουρεαλιστικές επιθυμίες της κ. Θάνου- είναι ένα αίσθημα ελπίδας και ασφάλειας που διαχέεται στην κοινωνία. Μία ικανοποίηση για ζητήματα που το Σύνταγμα υπαγορεύει και οι πολίτες κατανοούν. Μια αποτίμηση σταθερότητας, μέσα στη χαοτική ρευστότητα των ημερών.
Δεν θα συγκρίνουμε βέβαια, τον Ερντογάν με τον Τσίπρα ούτε και Θα βάλουμε στην ίδια μοίρα την βαρβαρότητα ενός καθεστώτος διώξεων, με τον πολιτικό τυχοδιωκτισμό της κυβέρνησης «Συριζανέλ». Μπορούμε όμως να διαπιστώσουμε την κοινή αντίληψη, τηρουμένων των αναλογιών, που έχουν οι δύο κυβερνήσεις για τον νόμο, τη Δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών.
Από τη μία, η Τουρκία συνεχίζει να διαλαλεί ως αυτονόητο ότι ο πρωθυπουργός «έπρεπε να τηρήσει τις υποσχέσεις του»- τι υποσχέσεις άραγε εννοoύν..;- κι από την άλλη, ο κ. Τσίπρας και οι υπουργοί του είχαν ταχθεί σχεδόν ανοιχτά, υπέρ της έκδοσης. Όπως και με την υπόθεση των καναλιών, έτσι κι εδώ, φαίνεται ότι, όχι μόνο η τουρκική κυβέρνηση, αλλά και η δική μας δεν έχει την ευθιξία να δηλώσει απερίφραστα τον απόλυτο σεβασμό στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Μόνο σήμερα το έκανε, αφού πρώτα εκδόθηκε η απόφαση. Αντίθετα, και ο κ. Ερντογάν και ο κ. Τσίπρας συνειδητά ή ασυνείδητα θεωρούν ότι οι επιθυμίες της πολιτικής εξουσίας καθορίζουν τις επιταγές των δικαστών και την ερμηνεία των νόμων! Και στην περίπτωσή μας, αυτό φάνηκε από την στάση και τις δηλώσεις του κ. Παππά, πριν το ΣτΕ δικάσει για την αδειοδότηση των καναλιών.
Η κοινωνία διδάσκεται από την «παιδαγωγική» των ηγεσιών της. Και το μεγαλύτερο προσόν του δασκάλου είναι πάντα η σταθερότητα στην σχέση του με τον μαθητή. Στο κράτος δικαίου, οι θεσμοί και η διάκριση των εξουσιών καθοδηγούν την ηθική και τις σχέσεις των πολιτών, εμπεδώνοντας το αίσθημα της ασφάλειας.
Δεν γίναμε ακόμα Τουρκία αλλά, αν συνεχίσουμε να επιδεικνύουμε το «δίκιο» του εργάτη, του πολιτικού, του συντρόφου, του φίλου μας και κυρίως το δικό μας, ως «ηθικό πλεονέκτημα» και πυξίδα των δικαστών, τότε είναι θέμα χρόνου να γίνουμε. Ο ολοκληρωτισμός δεν απέχει πολύ από την αποθέωση των προσωπικών θέσεων που αναγορεύονται σε αξίες και αρχές του Συντάγματος…