Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ο Παπανούτσος, στο «Δίκαιο της Πυγμής», αναφέρει κάτι που ταιριάζει μια χαρά με την κυρίαρχη αυθαιρεσία στα πανεπιστήμια. Θεωρεί ότι, παρόλο που η φύση η ίδια επιβάλλει μια επαναλαμβανόμενη συνθήκη βίας στο περιβάλλον, ο άνθρωπος είναι σε θέση να την ανατρέψει. Κάτι που επαναλαμβάνεται ως προσανατολιστικό αξίωμα, μπορεί κάποια στιγμή να ξεπεραστεί από τα γεγονότα.
Με λίγα λόγια, κάθε ανατροπή συνήθειας εξαρτάται από τις παρεμβάσεις ενός η περισσότερων ανθρώπων που θα αποφασίσουν την παρέμβαση. Αρκεί βέβαια, να είναι αρκετά γενναίοι και αποφασισμένοι να το πράξουν.
Η ευθύνη για τα περιστατικά βίας, στην ακαδημαϊκή κοινότητα, αφορά πολλούς άλλους εκτός από το βασικό υπεύθυνο, την κεντρική εξουσία. Στην πραγματικότητα, εμπλέκονται αρκετοί παράγοντες οι οποίοι έχουν συνηθίσει να χρησιμοποιούν το άλλοθι των κυβερνήσεων για να απαλλαγούν από τις δικές τους υποχρεώσεις.
Κάθε φορά που ρωτάω τους πρυτάνεις τι κάνουν για να αντιμετωπίσουν ενδοπανεπιστημιακά φαινόμενα ανομίας, μου απαντούν με την εξής αποκαρδιωτική κοινοτυπία: «Κάνουμε τόσα άλλα που δεν ασχολείσαι ποτέ και δεν τα γράφεις… Και στο κάτω κάτω, τι νομίζεις ότι μπορούμε να κάνουμε, όταν δεν έχουμε πολιτική κάλυψη από το Υπουργείο;». Η επαναλαμβανόμενη θέση τους μου θυμίζει το επιχείρημα «ο κατηγορούμενος για το έγκλημα είναι αθώος και άξιος του σεβασμού μας, επειδή υπηρέτησε στο στρατό και πλήρωνε πάντα τους φόρους του…».
Από εκεί και πέρα, θυμάμαι ένα περιστατικό που αναφέρει συχνά η κ. Αρβελέρ για τη Σορβόννη. Για να αντιμετωπίσει μία κατάληψη ως πρύτανης, έκανε αμέσως δύο τηλέφωνα, το ένα στον υπουργό και το άλλο στον αρχηγό της αστυνομίας. Απαίτησε σε μία ώρα να εκκενωθεί ο χώρος, απειλώντας με παραίτηση. Και δεν είναι υπερβολές όσα λέει. Το διασταύρωσα από δύο διαφορετικές πηγές.
Το ζήτημα της αποποίησης των ευθυνών βέβαια, είναι ταυτόσημο με την μεταπολιτευτική μας κουλτούρα. Ή τουλάχιστον, από τότε που ο λαϊκισμός αναγνωρίστηκε ως βασικός μηχανισμός άσκησης της πολιτικής του κράτους. Η διάχυση των αρμοδιοτήτων επίσης και το άλλοθι του συγκεντρωτισμού διευκολύνει τους περισσότερους να δικαιολογούν την δειλία τους. Σαν να έχει απλωθεί ένα πέπλο συγκάλυψης πάνω από το οποίο αιωρείται πάντα το κράτος, απρόσωπο, επιβλητικό και πανίσχυρο.
Δεν μπορώ να δεχτώ ότι οι πρυτανικές αρχές των ελληνικών πανεπιστημίων είναι τόσο αδύναμες μπροστά στην αποτροπή της βίας. Μάλλον, εθισμένες σε ένα καθεστώς απαξίωσης του φαινομένου βρίσκονται παρά σε κατάσταση αδυναμίας. Και στο κάτω κάτω, γιατί δεν παραιτούνται, αφού πρώτα διεκδικήσουν την κάθαρση; Πρώην πρύτανης που μεταπήδησε σε άλλο ρόλο ευρύτερης «ευθύνης», μου εξομολογήθηκε ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι «τελειωμένο» και για αυτό «απέδρασε», πριν είναι για τον ίδιο, πολύ αργά…
Ας είμαστε λογικοί. Κανείς δεν υποτιμά την επιστημονική προσφορά και την ακαδημαϊκή συνεισφορά καθηγητών και πρυτάνεων. Συχνά συμβαίνουν μικρά θαύματα σε εργαστήρια, σε αμφιθέατρα και διεθνείς διαγωνισμούς. Άλλο όμως, το επίπεδο της επιστημοσύνης και άλλο το επίπεδο της διακίνησης των ιδεών στο πανεπιστήμιο.
Οι πρυτάνεις οφείλουν να διεκδικήσουν πιο δυναμικά την αυτονομία στα ιδρύματά τους. Έχουν χρέος απέναντι στους συναδέλφους τους, στους φοιτητές τους, στις οικογένειές τους και στην ελληνική κοινωνία να δίνουν λύσεις και όχι να κρύβονται, περιμένοντας να ξεπεραστεί κάθε μικρή ή μεγάλη κρίση.
Στο κάτω κάτω, αυτοί διοικούν το πανεπιστήμιο. Ούτε οι δημοσιογράφοι ούτε το πολιτικό σύστημα που επικαλούνται. Ο φασισμός του ψευτοεξτρεμισμού θα σταματήσει μόνο όταν πάψει το «δίκαιο της πυγμής» να αποτελεί αξιολογικό προσανατολισμό, στις ιδεολογικές «γιάφκες» αλλά και στην ίδια την κοινωνία.
Δεν ξέρω αν είμαι ή όχι ρεαλιστής με τις δυνατότητες των πρυτάνεων αλλά έχω κουραστεί να ανακαλύπτω τα ίδια φοβικά και καταθλιπτικά σύνδρομά τους…