«Εμμονές, βέβαια έχω, και νομίζω πως είναι συχνοί πυροδότες της γραφής. Θέματα όπως ο νόστος, η στέρηση, ο έρωτας που φθίνει, η «συνομιλία» με αγαπημένους που έφυγαν εμφανίζονται και στα ποιητικά και στα πεζά μου κείμενα, με διαφορετική έκφραση, από διαφορετική οπτική, μεταμφιεσμένα, αισιόδοξα ή σκοτεινά. Το σπίτι, επίσης, το πατρικό σπίτι συγκεκριμένα, που ανοίγει ωστόσο και χωνεύει μέσα του κι άλλα σπίτια και χώρους οικείους.»
Η Κούλα Αδαλόγλου, σημαντική ποιήτρια, πεζογράφος και κριτικός, συνδεδεμένη άρρηκτα με την Θεσσαλονίκη, αν και γεννήθηκε στη Βέροια, μιλώντας στο Liberal.gr για το λογοτεχνικό εργαστήρι της παραδέχεται πρωτίστως ότι:
«Οι εμμονές μάς ακολουθούν. Και αν καταφέρει κανείς να αποφύγει την επανάληψη, αξιοποιούνται με διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους, ανατρέπουν μύθους και δεδομένα, στην προσπάθεια του συγγραφέα να διερευνήσει ανθρώπινες σχέσεις και συναισθήματα, κοινωνικές αντιξοότητες και ψυχολογικά αδιέξοδα.»
Και όσο για τις ιστορίες ή την ποίηση για να γίνουν ιστορίες της ή ποίησή της, αναφέρεται σε μια σχέση αμφίδρομη:
«Θα πρέπει να εκπέμπει ένα μήνυμα SOS, ένα αλάρμ. Να τέμνει η ιστορία καταστάσεις της ψυχής, των συναισθημάτων, της ζωής, της κοινωνίας. Κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τα πεζά αλλά και για την ποίηση, γιατί και η ποίηση συχνά αφηγείται μια ιστορία, με τον δικό της τρόπο. Είτε με τον ρεαλιστικό τρόπο είτε με τον φανταστικό, τον αλληγορικό, τον μαγικό, να αφηγούνται τον αγώνα των ανθρώπων σε αντίξοες συνθήκες και, συνακόλουθα, τον πόνο και τα τραύματά τους. Μέσα από αυτή την πορεία οι ήρωες βρίσκουν τον δρόμο προς την ελευθερία ή, κάποιες φορές, συντρίβονται.» Καλωσορίσατε στο εργαστήρι της.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κυρία Αδαλόγλου, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Οποιοσδήποτε χρόνος μπορεί να φέρει την πρώτη σύλληψη. Για τη γραφή προτιμώ έναν ήσυχο χώρο, που μπορεί να είναι το γραφείο, οποιοσδήποτε οικείος χώρος, ακόμα και μια γωνιά του κήπου. Έχω γράψει πάντως αρκετές φορές σε καφέ αγαπημένα, στα οποία συχνάζω, άρα οικεία, αλλά και σε λεωφορεία και σε αεροπλάνα.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Στην ποίηση αρκεί πολλές φορές μια φράση ή, ακόμη, και μια λέξη. Στα πεζά το ξεκίνημα γίνεται με μια εικόνα, μια ιδέα. Γράφοντας παίρνουν όλα τη μορφή τους, το σχήμα τους. Έχει ειπωθεί τόσες φορές, αλλά θα το ξαναπώ, το κείμενο με οδηγεί, λέξη τη λέξη, συναίσθημα το συναίσθημα.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Η αλήθεια είναι ότι πάντα υπάρχει ένα ιδιαίτερο γεγονός που ξεκινάει τη γραφή. Αλλά πάντοτε χρειάζομαι τόσο πολύ χρόνο για να γίνει η ζύμωση του κειμένου που επιθυμώ, ώστε το πρώτο ερέθισμα μπερδεύεται, ενώνεται, μπλέκεται και με επόμενα. Μια μείξη. Ωστόσο, μπορώ να αναφέρω ότι η ιδέα για την ποιητική σύνθεση σε τρεις φωνές, στη συλλογή Εποχή αφής, μου μπήκε στο μυαλό ένα βράδυ με πανσέληνο, καθώς διέσχιζα την πλατεία Ρωμαϊκής αγοράς. Από εκείνο τα βράδυ η συλλογή, που το θέμα της απασχολούσε το μυαλό μου, απόκτησε και τη μορφή της.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Εμμονές, βέβαια έχω, και νομίζω πως είναι συχνοί πυροδότες της γραφής. Θέματα όπως ο νόστος, η στέρηση, ο έρωτας που φθίνει, η «συνομιλία» με αγαπημένους που έφυγαν εμφανίζονται και στα ποιητικά και στα πεζά μου κείμενα, με διαφορετική έκφραση, από διαφορετική οπτική, μεταμφιεσμένα, αισιόδοξα ή σκοτεινά. Το σπίτι, επίσης, το πατρικό σπίτι συγκεκριμένα, που ανοίγει ωστόσο και χωνεύει μέσα του κι άλλα σπίτια και χώρους οικείους. Οι μετανάστες προς την Ελλάδα και από αυτήν, για άλλες χώρες, και να την η απομάκρυνση αγαπημένων προσώπων, η στέρηση, ο επιθυμητός νόστος. Μετανάστες που πατούν στα πόδια τους κι άλλοτε καταρρέουν.
Και είναι τότε η δύναμη της αγάπης που μπορεί να καλύψει τις αποστάσεις και να δώσει τη λύση.
Ως την εαρινή ισημερία, πρέπει να σ’ έχω βρει.
Και τότε, θα τις πούμε απ’ την αρχή τις λέξεις
ξαπλωμένοι ανάσκελα σε πράσινες εκτάσεις αρωματικών φυτών
να ερεθίζουν τις αισθήσεις μας ασύστολα
να μας σκορπούν και να μας ανασυνθέτουν σε όλον
να μας χωνεύουν στο ενιαίο
στο αναπόσπαστο. (από την Εποχή αφής)
Οι εμμονές μάς ακολουθούν. Και αν καταφέρει κανείς να αποφύγει την επανάληψη, αξιοποιούνται με διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους, ανατρέπουν μύθους και δεδομένα, στην προσπάθεια του συγγραφέα να διερευνήσει ανθρώπινες σχέσεις και συναισθήματα, κοινωνικές αντιξοότητες και ψυχολογικά αδιέξοδα.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Να εκπέμπει ένα μήνυμα SOS, ένα αλάρμ. Να τέμνει η ιστορία καταστάσεις της ψυχής, των συναισθημάτων, της ζωής, της κοινωνίας. Κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τα πεζά αλλά και για την ποίηση, γιατί και η ποίηση συχνά αφηγείται μια ιστορία, με τον δικό της τρόπο.
Είτε με τον ρεαλιστικό τρόπο είτε με τον φανταστικό, τον αλληγορικό, τον μαγικό, να αφηγούνται τον αγώνα των ανθρώπων σε αντίξοες συνθήκες και, συνακόλουθα, τον πόνο και τα τραύματά τους. Μέσα από αυτή την πορεία οι ήρωες βρίσκουν τον δρόμο προς την ελευθερία ή, κάποιες φορές, συντρίβονται.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Σύμφωνα και με όσα είπα πιο πάνω, να είναι έμπλεως συναισθημάτων, κάποτε να ακροβατεί στην κόψη του ξυραφιού. Κι ένας τέτοιος ήρωας ή ηρωίδα δεν μπορούν να είναι μονοδιάστατοι. Πολλές φορές είναι αντιφατικοί ή διχασμένοι. Γιατί τα διλήμματα σημαδεύουν τη ζωή τους. Αυτό συμβαίνει, και πάλι, στην ποίηση και στην πεζογραφία.
Όπως η Πηνελόπη, η σύγχρονη Πηνελόπη μου στη συλλογή Οδυσσέας, τρόπον τινά, που θυμώνει με τον Οδυσσέα της:
Καλέ μου Οδυσσέα,/ Αδυνατώ να καταλάβω./ Τι σου ζητώ, ένα χάδι, ένα χαμόγελο./
Πρέπει να ’ρθουν τα πάνω κάτω,/ για να μου δείχνεις αφοσίωση;/
Αλλά και πάλι βρίσκει λόγους να τον συγχωρεί
Ξεγλιστράς, δεν χάνεις ευκαιρία./ Όμως/ ήσουν εδώ σαν ξέσπασε η μπόρα./
Το τεθλασμένο σώμα μου το λάτρεψες/ τη σουρεαλιστική μορφή μου ασπάστηκες/
αξιέπαινα συντήρησες τον πόθο./ Γι’ αυτό σε συγχωρώ./ Βαθιά χρωστώ ευγνωμοσύνη.
Για να καταλήξει:
Τώρα ξέρω.
Κι αν ξαναφύγεις, θα ’χω κερδίσει το μεσοδιάστημα.
Κι αν πάλι φύγω,
θα’ χω ένα λόγο να επιστρέψω
αν περιμένεις με μάτια πρησμένα.
Ή όπως ο μικρός μετανάστης στο «Αφρόλουτρο», από τη συλλογή διηγημάτων Βγήκε ένας ήλιος χλωμός, που παλεύει ανάμεσα στο μπούλινγκ, στην παραβατικότητα και στην ευαισθησία του να αρχίσει μια άλλη περίοδο στη ζωή του, με αφετηρία τη γραφή και την αγάπη της καθηγήτριάς του.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Η ιστορία μιας μετανάστριας σε μικρή κωμόπολη που κατάφερε να γίνει αποδεκτή και να ανοίξει ένα όμορφο εστιατόριο. Με εντυπωσίασε η νέα γυναίκα, ήταν ένα αισιόδοξο μήνυμα ζωής, και έγινε η Βερόνικα στο διήγημα «Το ρεστοράν της Βερόνικας», όπου καταφέρνει να επιβιώσει επαγγελματικά και προσωπικά με τη βοήθεια άλλων γυναικών της περιοχής.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Σε πολύ μικρή ηλικία διάβασα τα Αγαπημένα μου διηγήματα, εκδ. Πεχλιβανίδης, αρκετούς τόμους. Κάλυπταν ένα μεγάλο εύρος συγγραφέων και έτσι ήρθα σε επαφή με διαφορετικές γραφές, ποικίλες θεματικές και διαφορές ύφους.
Λίγο αργότερα, στην εφηβεία, διάβασα μέσα σε δύσκολα χρόνια το Καπλάνι της βιτρίνας, της Άλκης Ζέη, που μου ενίσχυσε μια οπτική για τη ζωή και τους ανθρώπους.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Δεν μπορώ να μιλήσω για ένα βιβλίο που μου άλλαξε τη ζωή, υπάρχουν πολλά που με επηρέασαν και με καθόρισαν. Επιστρέφω συχνά στην Οδύσσεια του Ομήρου και στα Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Δύσκολη ερώτηση, μακριά η λίστα, ανανεούμενη διαρκώς, με αλλαγές κάποιες φορές. Έτσι, αναφέρω εδώ τους παλιότερους, σταθερά αγαπημένους, και πάλι λίγους από αυτούς.
Κ. Καβάφης, Γ. Σεφέρης, Κ. Καρυωτάκης, Γ. Ρίτσος, Μ. Σαχτούρης.
Σ. Πλαθ, Σ. Χήνυ, Αν Κάρσον.
Στρ.Τσίρκας, Δ. Χατζής, Κ. Χατζόπουλος, Κ. Θεοτόκης, Κ. Ταχτσής.
Φρ. Κάφκα, Ουμπ. Έκο (ο Φ. Ντοστογιέφσκι εννοείται). Και η νέα συγγραφέας Χάνα Κεντ.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Προτιμώ την ησυχία, όταν γράφω, και συχνότατα τη μοναξιά. Εντούτοις, όχι αναγκαστικά την απόλυτη σιωπή, μπορούν για παράδειγμα να με συνοδεύουν, σαν μουσική υπόκρουση, χαμηλόφωνες ομιλίες στα καφέ. Δεν καταφεύγω σε εικαστικά έργα ούτε επιζητώ τη μουσική. Αν ακούσω κάτι, θα είναι από Ιγκόρ Στραβίνσκυ ή Φίλιπ Γκλας.
Διαβάζω βέβαια, πάντα περνούν από τα χέρια μου πολλά βιβλία, κάποιες αναγνώσεις μάλιστα έχουν επείγοντα χαρακτήρα. Μόνο σε μια περίπτωση, όταν γράφω κριτικό κείμενο, αποφεύγω να διαβάσω ό,τι γράφτηκε για το συγκεκριμένο βιβλίο, έως ότου τελειώσω.
-Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Ρίχνω τις τελευταίες ματιές σε μια συλλογή διηγημάτων. Αλλά και μια ποιητική συλλογή βρίσκεται σε εξέλιξη. Το πότε θα εκδοθούν βέβαια είναι άλλο θέμα, εξαρτάται κυρίως από μένα, που μπορεί να βάζω τις τελευταίες πινελιές για πολύ καιρό…
Ταυτόχρονα γράφω και κριτικά σημειώματα, για βιβλία ποιητικά και πεζά που θεωρώ σημαντικά. Είναι μια άλλου είδους γραφή αυτή, που με γεμίζει και με ευχαριστεί.