«Άνθρωποι παραγκωνισμένοι ή έκπτωτοι (άντρες και γυναίκες), με δυνατότητες αλλά και ζωή που δύσκολα την κουμαντάρουν, προκαλούν το ενδιαφέρον μου.» Υποστηρίζει ο Κώστας Λογαράς στο Liberal μιλώντας για τους ήρωες και τις ηρωίδες των ιστοριών του και στο πρόσφατο μυθιστόρημά του «Όταν βγήκε απ’ τη σκιά» (εκδ. Καστανιώτη), ακόμα και οι απλές καθημερινές ασχολίες τής Μάριαν που πρωταγωνιστεί, το επιβεβαιώνουν: «Η σχέση της με τη φύση, η καλλιέργεια της γης, η επαφή της με το χώμα- έχουν έναν τελετουργικό χαρακτήρα. Κι αυτό, είναι συνειδητή συγγραφική επιλογή. Σαν να αναπαριστά η ηρωίδα μου μια τελετή που δεν έχει σβήσει ποτέ. Βρίσκεται σε νοερή επικοινωνία με τους προγενέστερους, μνημονεύει το παρελθόν, το επαναφέρει στη ζωή της δραστικά, όχι νοσταλγικά. Ζωντανεύει τον παρελθόντα χρόνο και εντάσσοντάς τον στο παρόν προτείνει, χωρίς να το επιδιώκει καν, έναν τρόπο ζωής», εξηγεί ο συγγραφέας.
Στη συγγραφική πορεία του μυθιστορήματα όπως «Τα πουλιά με μαύρο κολλάρο», «Να έρχεσαι όποτε θες», «Ερημιά στο βλέμμα τους», συλλογές με διηγήματα «Παλιές αμαρτίες», «Ύποπτοι δρόμοι», «Ιστορίες του δρόμου» και θεατρικά, αναφέρονται κι αφορούν λίγο έως πολύ τα βασικά του λογοτεχνικά μοτίβα: «Σε όλα μου τα βιβλία υπάρχει ένα θέμα: Ο φανερός ή υφέρπων φασισμός. Που εντοπίζεται στις σχέσεις των ανθρώπων και στην πολιτική ζωή, και εκφράζεται με τις ποικίλες μορφές ρατσισμού, την επιβολή της εξουσίας πάνω στον άλλον ή την εξάλειψη της ιδιωτικότητας και την καταστρατήγηση τής προσωπικής ελευθερίας. Επίσης, η γενέτειρα πόλη και η σχέση μας με το χώρο που μας διαμορφώνει, είναι μία ακόμα συγγραφική μου εμμονή.» Θα πει στην κουβέντα μας ο ίδιος.
Ο Κώστας Λογαράς που γεννήθηκε στην Πάτρα το 1950, σπούδασε Φιλολογία, έχει γράψει ποίηση και πεζά, έδωσε τέσσερις ποιητικές συλλογές μέχρι το 1984 και έκτοτε γράφει διηγήματα, μυθιστορήματα, δοκίμια, έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά, το 1988 το λιμπρέτο του «Σπίτια της μνήμης σπίτια της σιωπής» παρουσιάστηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου, το θεατρικό του έργο «Η τελευταία μάσκα – fallimento» παρουσιάστηκε από τη θεατρική ομάδα ΑΤΤΙΣ σε σκηνοθεσία Θόδωρου Τερζόπουλου (Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης - Πάτρα 2006), μας ανοίγει στο Liberal.gr το λογοτεχνικό του εργαστήρι.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κύριε Λογαρά, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Στο γραφείο μου μπορώ να γράψω απερίσπαστος. Ανάμεσα στα βιβλία μου, έχοντας κοντά τα Λεξικά μου. Η συγγραφή είναι μια διαδικασία ανιχνευτική, σχεδόν εξομολογητική και χρειάζεται τον οικείο της χώρο. (Οπουδήποτε όμως κι αν βρεθώ, μπορώ να καταγράφω στο κινητό μου πια, σκέψεις, λέξεις, ιδέες που έρχονται στο μυαλό και τις στέλνω με mail σε μένα).
Γράφω στον Υπολογιστή, εκτυπώνω και διορθώνω στο χαρτί - έχει άλλη βαρύτητα το κείμενο πάνω στη λευκή κόλα. Τα τρία τέσσερα πρώτα κεφάλαια τα επεξεργάζομαι πολύ, εξ αρχής. Σχεδόν τα ολοκληρώνω. Το ύφος τους, ο ρυθμός της γλώσσας, η ροή του λόγου στα αρχικά κεφάλαια είναι καθοριστικής σημασίας για την συνέχιση του μυθιστορήματος.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Δουλεύω οπωσδήποτε με πλάνο. Αφού έχω ψάξει το θέμα, έχω ζυγιάσει πόσο μπορεί να ενδιαφέρει τους άλλους, βάζω τους στόχους τής ιστορίας μου. Ανιχνεύω τη δυναμική, το εύρος, υπολογίζω την εμπλοκή και άλλων θεματικών, συσχετισμούς και συνάψεις, αναζητώ τις αναγωγές που θα μπορούσαν να γίνουν, τα πιθανά ανοίγματα και τις σκοτεινές διαδρομές. Και χτίζω μια πρώτη, υποτυπώδη δομή που θα υπηρετήσει τον στόχο μου. Ο οποίος στην πορεία μπορεί να επεκταθεί, να διευρυνθεί αλλά στον πυρήνα του θα παραμείνει ίδιος.
Κρατάω σημειώσεις και, έχοντας αποφασίσει για τον αφηγητή και την οπτική του γωνία, προσπαθώ να ‘συλλάβω’ τη φράση που θα δώσει το εναρκτήριο λάκτισμα τής γραφής. (Η πρωτογενής καταγραφή είναι ένα κείμενο απογοητευτικό, γλωσσικά, για το οποίο διερωτώμαι: πώς είναι δυνατό να γίνει αυτό το πράγμα λογοτεχνία; Και μόνο οι ενθαρρυντικές κριτικές των προηγούμενων έργων, με διαβεβαιώνουν πως ναι, μπορεί να γίνει).
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Δύο βιβλία: «Τα πουλιά με το μαύρο κολάρο» και «Όταν βγήκε απ’ τη σκιά». Έμοιαζε σαν ακροβασία πάνω σε τεντωμένο σκοινί. Αν ξέφευγαν λιγάκι, θα καταποντιζόντουσαν.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Σε όλα μου τα βιβλία υπάρχει ένα θέμα: Ο φανερός ή υφέρπων φασισμός. Που εντοπίζεται στις σχέσεις των ανθρώπων και στην πολιτική ζωή, και εκφράζεται με τις ποικίλες μορφές ρατσισμού, την επιβολή της εξουσίας πάνω στον άλλον ή την εξάλειψη της ιδιωτικότητας και την καταστρατήγηση τής προσωπικής ελευθερίας.
Επίσης, η γενέτειρα πόλη και η σχέση μας με το χώρο που μας διαμορφώνει, είναι μία ακόμα συγγραφική μου εμμονή.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Πέρα από τα απαραίτητα συγκρουσιακά στοιχεία, είναι απαραίτητο να διαφαίνεται μια «φλόγα ψυχής». Που να διατρέχει τον κεντρικό της άξονα και να τροφοδοτεί το ενδιαφέρον (μου). Να δημιουργεί ατμόσφαιρα. Να ‘ψάχνω’ τους ήρωες τής ιστορίας, τον κόσμο μέσα τους και τα κρυφά τους μυστικά.
Ώστε το μυθιστόρημα να εξελίσσεται σε ένα είδος καθρέφτη, μέσα στον οποίο ν’ αναγνωρίζει ο αναγνώστης πτυχές εαυτού.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Άνθρωποι παραγκωνισμένοι ή έκπτωτοι (άντρες και γυναίκες), με δυνατότητες αλλά και ζωή που δύσκολα την κουμαντάρουν, προκαλούν το ενδιαφέρον μου.
Όμως ο μυθιστορηματικός ήρωας είναι αποτέλεσμα πολύμορφης σύνθεσης και εμπεριέχει στοιχεία ομοειδών προτύπων με συγγενή χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό και μια λογοτεχνική persona είναι επιτυχημένη όταν ξεπερνά τα πρότυπά της. Κι αυτό εξαρτάται από τη φαντασία, τις ικανότητες του συγγραφέα, τα βιώματα που κουβαλάει, την ιδεολογική και γλωσσική του σκευή. «Η λογοτεχνία - λέει ο Κρακάουερ- έχει αξία όταν καταβυθίζεται μεν σε γεγονότα της απλής καθημερινότητας μέσω των ηρώων, αλλά παράγει ιδέες υψηλής πνευματικότητας. Τότε η τέχνη του λόγου δίνει μορφή σε μια αδιαμόρφωτη ως τώρα πραγματικότητα, κι ο αναγνώστης συλλαμβάνει τον εαυτό του σε μεταφράσιμο είδος».
(Στο πρόσφατο μυθιστόρημα λ.χ «Όταν βγήκε απ’ τη σκιά» οι απλές καθημερινές ασχολίες τής Μάριαν -η σχέση της με τη φύση, η καλλιέργεια της γης, η επαφή της με το χώμα- έχουν έναν τελετουργικό χαρακτήρα. Κι αυτό, είναι συνειδητή συγγραφική επιλογή. Σαν να αναπαριστά η ηρωίδα μου μια τελετή που δεν έχει σβήσει ποτέ. Βρίσκεται σε νοερή επικοινωνία με τους προγενέστερους, μνημονεύει το παρελθόν, το επαναφέρει στη ζωή της δραστικά, όχι νοσταλγικά. Ζωντανεύει τον παρελθόντα χρόνο και εντάσσοντάς τον στο παρόν προτείνει, χωρίς να το επιδιώκει καν, έναν τρόπο ζωής. Αυτή ήταν η πρόθεσή μου, βέβαια το αποτέλεσμα κρίνεται από τον αναγνώστη.
Πάντως, θαρρείς ότι η ζωή αυτής τής γυναίκας, η σκέψη της, τα αισθήματά της είναι οι φορείς, το όχημα διαχρονικών αξιών λησμονημένων στους καιρούς μας. Και στα 50της αποφασίζει να ξεκινήσει τη ζωή της από την αρχή. Αφήνοντας πίσω της έναν άγονο κόσμο. Ξοφλημένο).
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Ο Μαρίνος Τριάντης μέσα από μια δολοφονία που συντάραξε την Πάτρα («Στα πουλιά με το μαύρο κολάρο»). Και ο ποδοσφαιριστής Θέμης Ρήγας μέσα από μια αυτοκτονία (στο διήγημα «Ο Κανονιέρης, ο Μάγος και ο σκοτεινός Πρίγκιπας»).
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Ιούλιος Βερν: Mε έβγαλε από την αυλή του σπιτιού μου και με ταξίδεψε στους ανοιχτούς ορίζοντες.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
«Αδριανού απομνημονεύματα» τής Γιουρσενάρ. Δεν μού άλλαξε μόνο την οπτική τής ζωής, αλλά έβαλε θεμέλια στη συγγραφική μου πορεία.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Ιωάννου, Λιόσα, Σελίν, Φώκνερ, Κουμανταρέας, Διδώ Σωτηρίου, Ταχτσής, Σολωμός, Καβάφης, Ντοστογιέφσκι, Κάφκα, Γιόζεφ Ρότ, Ζενέ.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Ακούω μουσική σαν υπόκρουση, μια υποψία μόνο. Θέλω να νιώθω ότι δεν είμαι μόνος αλλά και ότι δεν με ενοχλεί κανείς. Διαβάζω βιβλία απαραίτητα για τις πληροφορίες πάνω σε θέματα που θέλω να αναφερθώ, πχ για τον αυτισμό, για τις νέες τεχνολογίες, κλπ.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Έχω γράψει ένα κείμενο περί Έρωτος (με τίτλο «Λοξές ματιές πάνω στον έρωτα», δημοσιευμένο το ’99 στο περιοδικό Λέξη) και θέλω να δουλέψω πάνω σ’ αυτό. Κι ακόμα, υπάρχουν στα σκαριά κάποια διηγήματα. Θα δούμε.