Παρά τον σκληρό ανταγωνισμό Ρωσίας-Τουρκίας για τον έλεγχο της Συρίας, ο Ερντογάν στην πραγματικότητα θέλει η Μόσχα να παραμείνει ένας ισχυρός παίκτης στην περιοχή, αφενός για να ελέγχει τον Άσαντ, αφετέρου για να μπορεί να διατηρεί τις ρωγμές στο ΝΑΤΟ, τονίζει στο liberal.gr ο Κώστας Λάβδας, σχολιάζοντας την παρέμβαση που ζήτησε χθες ο Τούρκος πρόεδρος από τον Πούτιν για να μπει τέλος στην συριακή προέλαση.
Ο καθηγητής του Παντείου υποστηρίζει ότι υφίσταται ένα οξύμωρο αλλά υπαρκτό μοντέλο «ανταγωνιστικού συνεταιρισμού» στην Συρία μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας, το οποίο παρά τις συγκρούσεις, είναι πιθανό να αντέξει και τελικά οι δύο ηγέτες, μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, να φτάσουν σε ένα νέο συμβιβασμό, τύπου Σότσι.
Στο ερώτημα, πως να εκλάβουμε το γεγονός ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έφτασε να ζητήσει παρέμβαση για την Συρία από τον Γάλλο πρόεδρο Μακρον με τον οποίο έχει χείριστες σχέσεις, απαντά ότι η Τουρκία ανακαλύπτει την ΕΕ στην εποχή μετά το Brexit. «Μια είναι η πραγματική στρατιωτική (και πυρηνική) δύναμη στην ΕΕ και αυτή είναι η Γαλλία. Ο οικονομικός – εμπορικός έρωτας με τη Γερμανία δεν επαρκεί σε πραγματικές κρίσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Σχετικά με τις επιπτώσεις από τα παραπάνω στα ελληνοτουρκικά, εκτιμά ότι αν υπάρξουν πραγματικά απρόβλεπτες και δραματικές εξελίξεις και η Τουρκία χάσει στη Συρία, τότε, όπως λέει, η ανάγκη επιβεβαίωσης σε άλλο μέτωπο πιθανόν να την οδηγήσει να εντείνει τις πιέσεις στο Αιγαίο, την Κύπρο αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο. Και στο σενάριο όμως που η Τουρκία βρει νέο σημείο ισορροπίας του “ανταγωνιστικού συνεταιρισμού” με την Ρωσία στη Συρία και πάλι η αυξημένη αυτή αυτοπεποίθηση ενδέχεται να την οδηγήσει σε νέες διεκδικήσεις στα δυτικά της.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη:
- Είναι πραγματικά στριμωγμένος ο Ερντογάν ή πρόκειται για ένα ακόμη παζάρι για να ενισχύσει την θέση του στην επόμενη ημέρα της Συρίας, έχοντας το βλέμμα και στην Λιβύη;
Οι εξελίξεις φαίνονται ραγδαίες και θα πρέπει να αντιληφθούμε την μεγάλη εικόνα για να μην κάνουμε βιαστικές εκτιμήσεις για «αδιέξοδα» και τα συναφή. Η τουρκική στρατηγική απέναντι στη Συρία από το 2011 (αρχή εμφυλίου) ήταν σχετικά σαφής και είχε τρεις στόχους, οι δυο πρώτοι εκ των οποίων έχουν βέβαια πολύ παλαιότερες ρίζες.
Πρώτον, την ακύρωση των συνθηκών που θα ευνοούσαν την διαμόρφωση ενός κουρδικού κρατικού μορφώματος. Το κουρδικό ήταν η βασική προτεραιότητα. Δεύτερον, τον περιορισμό και – αν ήταν δυνατόν – την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ με παράλληλη διαμόρφωση ζώνης ασφαλείας στη βόρεια Συρία.
Και τρίτον, κάτι που ίσως φαίνεται παράδοξο, την προσέλκυση της Ρωσίας σε ένα μοντέλο ανταγωνιστικού συνεταιρισμού, προφανώς με αντίθετες προθέσεις απέναντι στο καθεστώς Άσαντ που διαχρονικά αποτελούσε ανάθεμα για την Τουρκία. Παρά την θεμελιώδη διαφορά αναφορικά με το καθεστώς Άσαντ, τόσο η Μόσχα όσο και η Άγκυρα επιθυμούσαν τη ρωσική παρουσία στην Μέση Ανατολή γενικώς και στο Συριακό ειδικώς.
Με τις ακροβασίες μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, υποβοηθούμενος σε ιδιωτικό επίπεδο και από τις επιχειρηματικές βλέψεις και συμφέροντα του περιβάλλοντος Τραμπ, ο Ερντογάν πέτυχε την εγκατάλειψη των Κούρδων από τις ΗΠΑ και – προς το παρόν – την εκπλήρωση του τουρκικού στόχου υπ’ αριθμόν ένα: κουρδικό κράτος δεν υπάρχει στον ορίζοντα. Ο ανταγωνιστικός συνεταιρισμός με την Ρωσία (και κατά περίπτωση με το Ιράν και την Κίνα) αποδίδει καρπούς αλλά μέσα από δυσκολίες, αποτυχίες και με μεγάλο κόστος.
- Δεν αποτελεί αυτό μεγάλο ρίσκο και για την Τουρκία;
Όπως έχουμε αναλύσει και στο παρελθόν, οι ακροβασίες του Ερντογάν ενέχουν μεγάλους κινδύνους και για την Τουρκία. Η στρατηγική υπερέκταση της Τουρκίας στη Συρία και η υπό διαμόρφωση έκθεση στην περιπέτεια της Λιβύης θα αποτελέσουν εκρηκτικό μείγμα αν συνδυαστούν με τις εσωτερικές πολιτικές ανακατατάξεις στην Τουρκία και τα υπαρκτά προβλήματα της τουρκικής οικονομίας.
- Πως να εκλάβουμε την παρέμβαση που ζήτησε ο Ερντογάν από τον Πούτιν για να σταματήσει την προέλαση των δυνάμεων του Άσαντ;
Πρόκειται καταρχήν για επίκληση της συμφωνίας του Οκτωβρίου 2019, συμφωνία που υπεγράφη στο Σότσι της Ρωσίας (είχε προηγηθεί η συμφωνία του Σεπτεμβρίου 2018 για την αποφυγή κλιμάκωσης στην περιοχή του Idlib), βάσει της οποίας Μόσχα και Άγκυρα αναλάμβαναν υποχρεώσεις από κοινού και μάλιστα με την δέσμευση περαιτέρω συνεννόησης στο πλαίσιο της διαδικασίας της Αστάνα (Ρωσία, Τουρκία, Ιράν). Σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη των Κούρδων από τις ΗΠΑ και το μοίρασμα των περιοχών τους, η συμφωνία του Σότσι αποτέλεσε στρατηγική νίκη για την Άγκυρα.
Αλλά ο Ερντοάν ενδέχεται να έχει υποτιμήσει τον βαθμό στήριξης της Ρωσίας στο καθεστώς Άσαντ. Το ουσιαστικό ερώτημα αυτή τη στιγμή είναι εάν το πνεύμα του Σότσι παραμένει εν ζωή ή εάν Μόσχα και Άγκυρα θα περάσουν σε νέα φάση των σχέσεων που αποκάλεσα μοντέλο ανταγωνιστικού συνεταιρισμού.
Βάσει όσων γνωρίζουμε μέχρι αυτή τη στιγμή και με κάθε επιφύλαξη, θεωρώ ότι το μοντέλο θα αντέξει με τροποποιήσεις και μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις σε πολλά επίπεδα. Όμως θα πρέπει να θυμόμαστε ότι η Άγκυρα δεν ευνοεί την αποχώρηση της Ρωσίας από την Μέση Ανατολή.
- Τι δείχνει το γεγονός ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έφτασε να ζητήσει παρέμβαση για την Συρία από τον Γάλλο πρόεδρο Μακρον με τον οποίο έχει χείριστες σχέσεις;
Η Τουρκία χρειάζεται νέες χρηματοδοτήσεις ενώ επιχειρεί και να παρακάμψει τις διαδικασίες κυρώσεων της ΕΕ. Παράλληλα, όμως, η Τουρκία ανακαλύπτει την ΕΕ στην εποχή μετά το Brexit. Μια είναι η πραγματική στρατιωτική (και πυρηνική) δύναμη στην ΕΕ και αυτή είναι η Γαλλία. Ο οικονομικός – εμπορικός έρωτας με τη Γερμανία δεν επαρκεί σε πραγματικές κρίσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Βερολίνο δεν θα εξακολουθήσει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να προσελκύσει την Τουρκία. Τώρα και στο μέλλον. Αντίθετα με τη Γαλλία, η οποία έχει πολλαπλούς λόγους να επιθυμεί την ακύρωση της στρατηγικής εξάπλωσης της Τουρκίας στην Μεσόγειο.
- Πως μπορούν τα παραπάνω να επηρεάσουν τα ελληνοτουρκικά;
Το μεταναστευτικό με το συνδυασμό ανθρωπιστικών και άλλων διαστάσεων θα είναι κρίσιμο. Εάν υπάρξει νέο κύμα με σχεδόν ένα εκατομμύριο πρόσθετους μετανάστες, αυτό θα αποτελέσει νέα, δυσβάστακτη πρόκληση για την περιοχή συνολικά και βέβαια για την ΕΕ και την Ελλάδα.
Όμως κατά τα λοιπά, η ριψοκίνδυνη στρατηγική της Τουρκίας για την Ανατολική Μεσόγειο δεν θα επηρεαστεί άμεσα από το Συριακό, εκτός πια εάν στη Συρία υπάρξουν πραγματικά απρόβλεπτες, δραματικές εξελίξεις. Εάν η Τουρκία χάσει στη Συρία, η ανάγκη επιβεβαίωσης σε άλλο μέτωπο ενδέχεται να την οδηγήσει να εντείνει τις πιέσεις στο Αιγαίο, την Κύπρο αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο. Εάν η Τουρκία βρει νέο σημείο ισορροπίας του ανταγωνιστικού συνεταιρισμού με την Ρωσία στη Συρία, η αυξημένη αυτοπεποίθηση ενδέχεται επίσης να την οδηγήσει σε νέες διεκδικήσεις στα δυτικά της. Οπότε και στα δυο βασικά σενάρια, η Τουρκία θα εξακολουθήσει να αποτελεί αναθεωρητική δύναμη και δομική πρόκληση για τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας.