Ο Ερντογάν εκβιάζει την Ευρώπη χρησιμοποιώντας ως όπλο το μεταναστευτικό, και αυτή υποκύπτει, αφήνοντάς τον να δρα ανενόχλητος, αφού δεν αναθεωρεί την συνθήκη του Δουβλίνου, όπως δηλώνει στο liberal.gr ο εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων Κωσταντίνος Φίλης, προσθέτοντας ότι τόσο η ίδια, όσο και τα κράτη της Κεντρικής, Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης, απλώς βολεύονται μετά το σφράγισμα του βαλκανικού διαδρόμου, καθώς το πρόβλημα πλέον δεν τους ακουμπά.
Η Τουρκία προφανώς και θα χρησιμοποιεί το ζήτημα κατά το δοκούν, συνεχίζει ο κ. Φίλης, όσο βλέπει ότι η Ευρώπη "τσιμπάει" σε αυτές τις απειλές, δεν διαθέτει ενιαία πολιτική ασύλου, επιμένει να βλέπει το μεταναστευτικό-προσφυγικό ως καθαρά αριθμητικό αντί για βαθιά πολιτικό πρόβλημα, και είναι γεμάτη με τόσες πολλές ακραίες φωνές που επηρεάζουν τις ηγεσίες των χωρών προς την υιοθέτηση ακραίων θέσεων, ακόμη και εκεί όπου δεν κυβερνούν.
Επισημαίνει ότι ο Ερντογάν θεωρεί πλέον εαυτόν ως ισότιμο συνομιλητή όλων των μεγάλων δυνάμεων, και ότι παρ'' ότι δεν είναι σε θέση ισχύος εκμεταλλεύεται με επιτυχία την αποδρομή των ΗΠΑ από τη Μ.Ανατολή, τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, αλλά και την μόνη διπλωματία που αντιλαμβάνεται ο Τραμπ, αυτήν της "ωμής συναλλαγής".
Σχετικά με την από εδώ και πέρα στάση του στην Αν.Μεσόγειο, το καλό νέο είναι ότι αντιλαμβάνεται το αβέβαιο αποτέλεσμα, που συνεπάγεται μια τυχόν θερμή κρίση με την Ελλάδα. Το κακό νέο είναι ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ουδείς μπορεί να διασφαλίσει ότι οι Αμερικανοί θα παρενέβαιναν για να το αποτρέψουν, όσο για τους Ευρωπαίους, ανάμεσα στην Κύπρο και τα οικονομικά συμφέροντα πολλών ευρωπαϊκών κρατών με την Τουρκία, τα δεύτερα ζυγίζουν βαρύτερα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη:
- Σχολιάστε μας τις τελευταίες εξελίξεις με το μεταναστευτικό, και τις χθεσινές δηλώσεις Μητσοτάκη ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να υποκρίνεται πλέον ότι το προσφυγικό επηρεάζει μόνο τα κράτη στα εξωτερικά της σύνορα»...
Οι δηλώσεις Μητσοτάκη προφανώς και βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση, και θα σας έλεγα ότι η ελληνική πλευρά, όχι μόνο η σημερινή κυβέρνηση αλλά συνολικά, άργησε να πει τα πράγματα με το όνομά τους.
Είναι σαφές ότι η Τουρκία προσπαθεί και μέσω δηλώσεων όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά και μέσω πράξεων τους τελευταίους μήνες, όπου έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι ροές προς τα νησιά, σε σύγκριση με την τελευταία τριετία, να χρησιμοποιήσει ως πυρηνικό όπλο απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα προσφυγικά ρεύματα, δεδομένου ότι έχει στο έδαφος πάνω από 4 εκατομμύρια μετανάστες.
Είναι επίσης σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και τα κράτη της Κεντρικής, Ανατολικής και Βόρειας Ευρώπης, έχουν βολευτεί μετά το σφράγισμα του βαλκανικού διαδρόμου από το γεγονός ότι οι όποιες ροές από την Τουρκία, για τις οποίες επαναλαμβάνω είναι αυξημένες τους τελευταίους μήνες, καθώς πλέον το πρόβλημα δεν τους ακουμπά.
Καταλαβαίνω ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός κάνει μια έκκληση προς την Ευρώπη - διότι το ζήτημα είναι ευρωτουρκικό όχι ελληνοτουρκικό - να δει πολύ σοβαρότερα την κατάσταση έτσι όπως εξελίσσεται σε ένα κράτος-μέλος, όπως η Ελλάδα, με κομβικό ρόλο, ευρύτερα σε ζητήματα ασφάλειας στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, ενώ στέλνει δημόσια και μια προειδοποιητική βολή προς την Τουρκία, για όσα κάνει, και κυρίως όσα δεν κάνει, τους τελευταίους τέσσερις-πέντε μήνες.
- Εκβιάζεται λοιπόν η Ευρώπη; Υποκύπτει σε αυτό το «υπερόπλο» του Ερντογάν ;
Από την στιγμή που η Ευρώπη δεν έχει ενιαία πολιτική ασύλου, από την στιγμή που δεν έχει αναθεωρήσει την Συνθήκη του Δουβλίνου, από την στιγμή που υπάρχουν τόσες πολλές ακραίες φωνές -όχι μόνο στις ηγεσίες συγκεκριμένων κρατών, καθώς και εκεί που δεν κυβερνούν, επηρεάζουν τις ηγεσίες προς την υιοθέτηση ακραίων θέσεων- από την στιγμή που το μεταναστευτικό και προσφυγικό έχει πάψει από το 2016 και μετά, να είναι αριθμητικό, και πλέον είναι βαθιά πολιτικό πρόβλημα, είναι δεδομένο ότι η Ευρώπη εύκολα μπορεί να εκβιάζεται έναντι της Τουρκίας.
Μιας Τουρκίας που προσπαθεί να χρησιμοποιήσει το προσφυγικό-μεταναστευτικό, ως ένα διαπραγματευτικό ατού σε μια συνολική διαπραγμάτευση. Η Τουρκία θέλει να «πακετοποιήσει» τα ζητήματα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, γι'' αυτό και δεν χρησιμοποιεί το προσφυγικό μονοσήμαντα, αλλά το συνδέει με την ζώνη ασφαλείας στη Συρία, την οικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την απελευθέρωση του καθεστώτος βίζας, την επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης.
Συνδέει δηλαδή τα προσφυγικά και μεταναστευτικά ρεύματα η Τουρκία με μια πολύ ευρύτερη ατζέντα. Και όσο βλέπει ότι η Ευρώπη «τσιμπάει» σε αυτές τις απειλές, προφανώς και θα χρησιμοποιεί το ζήτημα κατά το δοκούν.
- Ας πάμε στις σχέσεις της Τουρκίας με τις μεγάλες δυνάμεις. Η Άγκυρα από τη μια επιμένει ότι δεν θα εγκαταλείψει τους πυραύλους S-400, και από την άλλη συνεχίζει να παζαρεύει τα F-35 με τον Τραμπ. Τι δείχνουν αυτοί οι τακτικισμοί ;
Πιστεύω ότι εδώ και ενάμισι χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη μια εφ'' όλης της ύλης διαπραγμάτευση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, που αφορά τόσο τους S-400, όσο και τους F-35, τους Patriot, και γενικά όλα τα αμυντικά ζητήματα. Δεν πιστεύω ότι μπορεί η Ουάσινγκτον να καταπιεί την «καραμέλα» μιας Τουρκίας που θα έχει ενεργοποιήσει τους S-400.
Άρα το κρίσιμο είναι κατά πόσο μέσα στο 2020, θα ενεργοποιήσει η Τουρκία τους ρωσικούς πυραύλους, τους οποίους παρέλαβε, γεγονός που πέρασε σχεδόν αναίμακτα.
Αυτή η απειλή παραμένει, και εφόσον η Άγκυρα αποφασίσει να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, τότε θα είναι πολύ δύσκολο για τον μεγαλύτερο υποστηρικτή του Ερντογάν στις ΗΠΑ, να πείσει τα δύο σώματα, τη Βουλή των Αντιπροσώπων και την Γερουσία, ότι δεν πρέπει αυτή να «τιμωρηθεί» επειδή παρεξέκλινε της νατοϊκής πολιτικής.
- Τα ξέρει όλα αυτά ο Ερντογάν, ότι τον διεκδικούν αμφότεροι οι μεγάλοι, και το εκμεταλλεύεται. Το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτό το τουρκικό παιχνίδι, θα το δούμε να κλιμακώνεται ενόψει της επίσκεψης Πούτιν στην Τουρκία;
Η Τουρκία έχει έναν υψηλό βαθμό εξάρτησης από την Ρωσία σε σχέση με την Συρία. Η μεγάλη προτεραιότητα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής είναι η ανάσχεση του κουρδικού κινδύνου, όπως αυτός διαμορφώνεται στη Συρία, και γενικότερα στα ΝΑ σύνορά της. Ο μεγάλος εφιάλτης για τον Ερντογάν είναι οι Κούρδοι της Συρίας που έχουν οργανική σχέση με εκείνους της Τουρκίας, να αναπτύξουν ένα status οιονεί κρατικής οντότητας μέσα στη Συρία, στο πρότυπο των ομοεθνών τους, του Ιράκ.
Εφόσον λοιπόν η Ρωσία που είναι κυρίαρχη δύναμη στη Συρία, μπορεί να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη, είναι σαφές ότι η σχέση Ερντογάν-Πούτιν θα παραμείνει ισχυρή. Από την άλλη να θυμόμαστε ότι η κρίσιμη παράμετρος στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, σε οικονομία, ενέργεια (Ακουγιού, Turkish Stream) και τουρισμό, είναι η Συρία. Εάν εκεί τα πράγματα στραβώσουν, τότε μπορεί όλο το παραπάνω οικοδόμημα, να καταρρεύσει.
- Τα ρωτώ αυτά γιατί προ ημερών είχαμε μια δήλωση του Τσαβούσογλου, ότι η χώρα του θα εξαπολύσει νέα στρατιωτική επιχείρηση στη βορειοανατολική Συρία, γεγονός που προκάλεσε την ενόχληση της Μόσχας...
Πρόκειται για πυροτεχνήματα καθώς η Τουρκία ξέρει ότι δίχως το «πράσινο φως» των Αμερικάνων, κυρίως όμως των Ρώσων, δεν μπορεί να επιχειρήσει στρατιωτικά στη Συρία.
Ούτε και το θέλει, καθώς μέχρι σήμερα η Τουρκία με μικρό οικονομικό κόστος, και ακόμη μικρότερο σε ανθρώπινο δυναμικό, έχει καταφέρει ένα σημαντικό μέρος των επιδιώξεών της. Τυχόν επέκταση των επιχειρήσεών της, τόσο χρονικά, όσο και σε εδαφικό βάθος, συνεπάγεται πολύ μεγαλύτερα ρίσκα. Δηλώσεις σαν κι αυτές επομένως, είναι απειλές κενού περιεχόμενου.
Είναι ωστόσο εύθραυστα όλα τα παραπάνω. Αφενός η Ρωσία δεν θέλει να δυσαρεστήσει τον Ερντογάν, καθώς της είναι πολύ χρήσιμος ως υπονομευτικός παράγοντας του ΝΑΤΟ, και γενικότερα για την σχέση Δύσης-Τουρκίας. Αφετέρου δεν υπάρχει περίπτωση μετά από οκτώ χρόνια αμέριστης συμπαράστασης στο καθεστώς Ασαντ, οι Ρώσοι να τον «αδειάσουν», για χάρη οποιασδήποτε τρίτης δύναμης.
- Στην ουσία, με τέτοιες δηλώσεις σαν αυτές του Τσαβούσογλου, ο Ερντογάν δοκιμάζει τα όριά του ως συνομιλητής των μεγάλων δυνάμεων;
Ο Ερντογάν θεωρεί ότι είναι ισότιμος συνομιλητής όλων των μεγάλων δυνάμεων, είτε μιλάμε για την Ρωσία, είτε για τις ΗΠΑ, είτε για την Κίνα, είτε για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πιστεύει ότι τους κοιτάζει στα μάτια, και διαπραγματεύεται μαζί τους σαν ίσος προς ίσο.
Στην πραγματικότητα βέβαια ξέρει ότι σε πολλά από τα μέτωπα που αυτή τη στιγμή έχει σε εκκρεμότητα, και από τα οποία εξαρτάται τόσο η δική του πολιτική επιβίωση, όσο και το μέλλον της Τουρκίας, δεν είναι σε θέση ισχύος. Ούτε έναντι των Αμερικανών, ούτε έναντι των Ρώσων, ούτε καν έναντι της ΕΕ, που με εξαίρεση το μεταναστευτικο-προσφυγικό εξαιτίας της ευρωπαϊκής αβελτηρίας, έχει εξελιχθεί σε υπερόπλο στα χέρια του Ερντογάν.
Ναι μεν λοιπόν δεν είναι σε θέση ισχύος, ωστόσο εκμεταλλεύεται τρεις συνθήκες. Πρώτον, την αποδρομή των Αμερικανών από τα τεκταινόμενα, κυρίως από την καθημερινότητα της Μ.Ανατολής, που δημιουργεί ένα κενό εξουσίας, το οποίο η Τουρκία προσπαθεί εν μέρει να καλύψει.
Δεύτερον, εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι η σημερινή αμερικανική ηγεσία δεν δίνει καμία σημασία και καμία αξία, σε ότι έχει να κάνει με διεθνές δίκαιο, και πολυμερείς διαπραγματεύσεις, παρά διαπραγματεύεται με μια διπλωματία της «ωμής συναλλαγής».
Το παραπάνω έχει δημιουργήσει ένα μοτίβο σε σχέση με την στάση και άλλων ηγετών αυταρχικών καθεστώτων που βλέπουν ότι ακολουθώντας αυτό το μοντέλο, μπορούν να πετύχουν τους σκοπούς τους.
Τρίτον, εκμεταλλεύεται και το γεγονός ότι υπάρχει μια αντιπαράθεση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και προσπαθεί να παίξει με τις αντιθέσεις τους, αλλά και μέσα στις αντιθέσεις τους, προκειμένου ο ίδιος να ισχυροποιηθεί.
- Υπό αυτή την έννοια, θα έλεγε κανείς ότι ο Ερντογάν κινείται πολύ έξυπνα, σωστά;
Δεν είμαι σίγουρος ότι είναι έτσι τα πράγματα. Τα εκκρεμή μέτωπα που έχει να διαχειρισθεί, κάποια από τα οποία άνοιξαν εκ των πραγμάτων, ενώ κάποια άλλα με δική του ευθύνη, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η κατάληξή τους θα είναι προς το συμφέρον της Τουρκίας.
Καταρχήν δεν έχει κλείσει μέτωπα, παρά συνεχώς ανοίγει καινούργια, ενώ ακολουθεί μια πολιτική που έχει πάψει να αποτελεί μέρος μιας στρατηγικής, είναι περισσότερο τακτικοί ελιγμοί και τακτικισμοί.
Κάποτε ο Ερντογάν χαρακτηρίζονταν από καθαρό μυαλό και συγκεκριμένη στρατηγική. Πλέον έχει πάψει να έχει καθαρό μυαλό, προσπαθεί να διαπραγματευθεί για τα πάντα, με την λογική του ανατολίτικου παζαριού. Βέβαια να μην λησμονούμε ότι εκπροσωπεί μια χώρα που συνιστά πολύ σημαντικό γεωπολιτικό οικόπεδο για Δύση και Αναστολή. Εξ ου και η ανοχή απέναντι του, ενώ προφανώς παίζει και σωστά κάποια από τα χαρτιά του, όπως στο μεταναστευτικο-προσφυγικό.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Κανείς αυτή την στιγμή δεν εμπιστεύεται τον Ερντογάν. Το έλλειμμα αυτό δεν φαίνεται στο μεγάλο παιχνίδι, ωστόσο στην πράξη επηρεάζει την προσέγγιση της κάθε χώρας με την Τουρκία του Ερντογάν.
- Ας πάμε και στα δικά μας. Οι παραβιάσεις είναι καθημερινές, ο Ερντογάν επιχειρεί με κάθε τρόπο να τορπιλίσει το Κυπριακό, τι βλέπετε επομένως να συμβαίνει από εδώ και πέρα, θα αλλάξει κάτι ως προς την προκλητικότητα στην Αν.Μεσόγειο;
Υπάρχει ένα καλό, και ένα κακό νέο. Το ας πούμε ενθαρρυντικό νέο που λειτουργεί αποτρεπτικά, είναι το γεγονός ότι η Τουρκία αντιλαμβάνεται όλη την πολυπλοκότητα και το αβέβαιο αποτέλεσμα, που συνεπάγεται μια τυχόν θερμή κρίση με την Ελλάδα. Τόσο γιατί η χώρα μας έχει υψηλή αποτρεπτική ισχύ, όσο και γιατί το διακύβευμα για Ευρωπαίους και Αμερικανούς είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο στη Συρία σε σχέση με τους Κούρδους. Και επειδή μιλάμε για μια σύντομη κρίση, η Ελλάδα είναι σε θέση να ανταπεξέλθει. Σε μια τέτοια περίπτωση θα δημιουργούνταν συνθήκες ακόμη και ανατροπής του Ερντογάν.
Το λιγότερο καλό έως και κακό νέο, είναι δισυπόστατο. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη, με την πολιτική κατευνασμού και αμηχανίας να αντιμετωπίσουν την τουρκική προκλητικότητα, και τον τουρκικό αναθεωρητισμό, προφανώς και δίνουν αυτοπεποίθηση στον Ερντογάν (βλέπε Συρία, αλλά και όσα δεν έχει κάνει η ΕΕ στην Αν.Μεσόγειο).
Διότι βάζοντας η Ευρώπη στο ζύγι την υποστήριξη προς ένα κράτος-μέλος, δηλαδή την Κύπρο, και τα οικονομικά συμφέροντα πολλών ευρωπαϊκών χωρών με την Τουρκία, επικρατεί το δεύτερο.
Το άλλο ανησυχητικό στοιχείο είναι ότι αυτή την στιγμή, λόγω του γεγονότος ότι στην ηγεσία των ΗΠΑ βρίσκεται ο Τραμπ, κανείς δεν μπορεί να διασφαλίσει στην Ελλάδα, πρώτον ότι οι Αμερικανοί είναι σε θέση να αποτρέψουν μια κρίση Ελλάδας-Τουρκίας, και δεύτερον ότι ακόμη κι αν ήταν σε θέση, θα ενεργοποιούνταν για να το κάνουν. Είτε για να την αποτρέψουν, είτε για να την διαχειριστούν ως διαμεσολαβητές, όπως είχε συμβεί το 1996.
* O Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.