Του Γιάννη Παντελάκη
Οι δανειστές συμφώνησαν, εύκολα μάλιστα, πως μια χήρα ή ένας χήρος, δεν μπορεί να ζήσει με 150 ή 180 ευρώ τον μήνα. Οταν μάλιστα ο άνθρωπος που έφυγε από τη ζωή, είχε 15, 20 ή και περισσότερα χρόνια εργασίας και ασφάλισης, είχε καταβάλει δηλαδή μεγάλα ποσά εισφορών. Η ρύθμιση, είχε νομοθετηθεί από τον Κατρούγκαλο (που θα έδινε και αυξήσεις στις συντάξεις). Η διάδοχός του, επανέφερε το θέμα στους δανειστές, ουσιαστικά κρούοντας ανοικτές πόρτες. Ετσι, εμφανίσθηκε να πανηγυρίζει πως θα μπει πλαφόν 384 ευρώ. Και τσιμπήσαμε το τυράκι που πέταξαν.
Τις τελευταίες εβδομάδες στην οδό Σταδίου έξω από το υπουργείο Εργασίας μαζευόντουσαν κυρίως μαυροφορεμένες γυναίκες. Ηταν μερικά ακόμα θύματα του νόμου Κατρούγκαλου που ήθελε χήρους και χήρες μετά τον Μάιο του 2016, να μένουν χωρίς συντάξεις μετά από ένα μικρό διάστημα τριών χρόνων ή να παίρνουν συντάξεις 180 ευρώ. Δεν ήταν μια απλή αδικία, ήταν ένας ακραίος παραλογισμός. Τον οποίο επεσήμαναν πολλοί φίλοι και εχθροί της κυβέρνησης. Ακόμα και κάποιοι που είχαν ψηφίσει τον νόμο Κατρούγκαλου έδειχναν να διαφωνούν εκ των υστέρων. Η Αχτσιόγλου, έφερε το θέμα στις διαπραγματεύσεις και η τρόικα συμφώνησε να μπει ένα πλαφόν. Γιατί όχι; Το βασικό διακύβευμα, οι γενναίες περικοπές (και) στις συντάξεις χηρείας δηλαδή, είχε επιτευχθεί. Αυτό κυρίως ενδιαφέρει την τρόικα.
Το επικοινωνιακό κόλπο είναι τόσο παλιό, όσο και η πολιτική. Νομοθετούν τις πιο ανάλγητες ρυθμίσεις που θα ήταν δυνατόν να υπάρξουν έχοντας απόλυτη επίγνωση δυο δεδομένων. Των βαρύτητας και επιπτώσεων που αυτές θα έχουν αλλά κυρίως των δυνατοτήτων που υπάρχουν ώστε αυτές να βελτιωθούν κάπως. Να μην παραμείνουν απόλυτα παράλογες δηλαδή. Αυτό συνέβη και με τις συντάξεις χηρείας. Με βάσει τον περίφημο νόμο Κατρούγκαλου και τις διευκρινιστικές εγκυκλίους που βγήκαν μετά, οι νέες συντάξεις χηρείας δεν θα ήταν μόνο το 50% (από 70%) εκείνων που απολάμβαναν οι άμεσοι δικαιούχοι. Αλλά, λόγω του νέου τρόπου επανυπολογισμού ακόμα μικρότερες. Μια αρχική σύνταξη των 800 ευρώ, έφτανε στα 320 ή εκεί κοντά. Σε πολλές περιπτώσεις, θα έφταναν τα 150-180 ευρώ. Και όλα αυτά με κάποιες ηλικιακές προϋποθέσεις.
Δεν γνωρίζω αν οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είχαν συνειδητοποιήσει τι ψήφιζαν τότε, το είδαν σίγουρα αργότερα. Το είχαν συνειδητοποιήσει όμως ο Κατρούγκαλος, η Αχτσιόγλου και άλλοι. Οι οποίοι, όταν είδαν το κύμα διαμαρτυριών, αλλά και ότι μπορούν να διεκδικήσουν ένα πλαφόν ζήτησαν από τους δανειστές ν αλλάξει η ρύθμιση. Οι δανειστές, δεν είχαν λόγο να επιμένουν διαφορετικά, αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η μείωση του ποσοστού επί του ΑΕΠ που καταβάλλεται για το ασφαλιστικό. Πως η κυβέρνηση θα μοιράζει το μειωμένο ποσοστό, ποιους θα επιβαρύνει και ποιους όχι, δεν την απασχολεί. Οπως άλλωστε συμβαίνει και την φορολογία.
Η συνταγή επιβολής μεγάλης φορολογίας αντί μείωσης δαπανών, ήταν μια επιλογή της Ελληνικής κυβέρνησης, το έχουν δηλώσει με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους εκπρόσωποι των δανειστών, δεν το έχει διαψεύσει κανένας κυβερνητικός παράγοντας. Και δεν θα μπορούσε άλλωστε. Οπως και η επιλογή εξόντωσης των συνταξιούχων, επιλογή της κυβέρνησης ήταν η οποία ωστόσο δείχνει εντυπωσιακά καλά αντανακλαστικά και ικανότητες επικοινωνιακής διαχείρισης. Ενα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, πιστεύει ότι η κυβέρνηση πέτυχε μετά από διαπραγματεύσεις να μπει πλαφόν στις συντάξεις χηρείας. Παρ ότι η αλήθεια είναι πως η κυβέρνηση πέτυχε να οδηγήσει μια ακόμα κοινωνική ομάδα στη φτώχεια…