Κλειδί για την Τουρκική επιθετικότητα τα συμμαχικά εθνικά συμφέροντα

Κλειδί για την Τουρκική επιθετικότητα τα συμμαχικά εθνικά συμφέροντα

Του Δημήτρη Τσαϊλά* 

Κανένας τομέας της αμυντικής συνεργασίας Ηνωμένων Πολιτειών-Ελλάδος δεν έχει περισσότερες προοπτικές από την αερο-ναυτική συνεργασία. Η Ελλάδα και η Κύπρος ανησυχούν ολοένα και περισσότερο για την τουρκική ναυτική παρουσία στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα όταν τη βλέπουμε μέσω του πρίσματος της σταθερής κλιμάκωσης της έντασης που δημιουργεί με τις αποστολές γεωτρύπανων με συνοδεία πλοίων του τουρκικού στόλου σε οικόπεδα που ανήκουν στην κυπριακή ΑΟΖ, αλλά και τις παρενοχλήσεις που ενεργούν προς τα γεωτρύπανα ξένων εταιριών, κυρίως ιταλικών και γαλλικών συμφερόντων. Και οι δύο Ηνωμένες Πολιτείες και η Ελλάδα συνεργάζονται με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, ενεργά σε πρωτοβουλίες ειρήνευσης και σταθερότητας στη Μεσόγειο.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας φυσικός συνεργάτης στην παροχή βοήθειας στην Ελλάδα για να επεκτείνει τις τεχνολογικές της ικανότητες και για να φέρει σε πέρας προγράμματα αμυντικά, όπως η αναβάθμιση των F-16. Και τα δύο έθνη είναι κρίσιμοι σύμμαχοι στην περιοχή σε επιχειρήσεις έρευνας διάσωσης και ανθρωπιστικών καταστροφών, όπως άλλωστε έχουμε ενεργήσει στο πρόσφατο παρελθόν. Η εμβάθυνση αυτής της εταιρικής σχέσης μπορεί να βοηθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να μοιραστεί το βάρος με την Ελλάδα, μειώνοντας την πίεση στις δυνάμεις των ΗΠΑ.

Παρά τα ιστορικά εμπόδια για την εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας που υπήρχαν και στα δύο κράτη, Ηνωμένες Πολιτείες και Ελλάδα, η πρόσφατη πρόοδος των τελευταίων ετών είναι εντυπωσιακή. Τα δύο έθνη δημιούργησαν ένα βασικό σύνολο κοινών αερο-ναυτικών αρχών ασφάλειας ιδιαίτερα με την τελευταία αμυντική συμφωνία. Παρόλα αυτά οι προκλήσεις άμυνας και ασφάλειας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο μας καλούν σε εγρήγορση καθώς:

1. Αμφότεροι αντιμετωπίζουμε σοβαρές προκλήσεις ασφάλειας που περιλαμβάνουν επιχειρήσεις, ανθρωπιστικές με τα κύματα προσφύγων και μεταναστών, έρευνας διάσωσης, θαλασσίου ελέγχου αλλά κυρίως, την αντιμετώπιση απειλών που επηρεάζουν όλους στην περιοχή. Αυτές οι προκλήσεις δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν κατά μόνας και θα απαιτήσουν μια συνεργατική προσέγγιση που δεν θα είναι περιορισμένη σε μια αρχιτεκτονική ασφαλείας μόνο, αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης πολιτική, διπλωματική, στρατιωτική και οικονομική συνεργασία.

2. Οι κοινές ανησυχίες σχετικά με τη σταθερή κλιμάκωση της έντασης, που προκαλείται για την εξόρυξη και ασφάλεια των υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή της Μεσογείου απαιτεί να αποκτήσουμε κοινή δομή για να αντιμετωπίσουμε αυτήν την αναγκαστική πρόκληση. Πρέπει να υπάρχει μια νέα δομή που να ενσωματώνει τη δέσμευση στρατηγικής, πολιτικής και αμυντικών επιχειρήσεων σε αμφότερες τις χώρες.

Για να αντιμετωπιστούν οι περιγραφόμενες προκλήσεις ασφαλείας εκτιμάται ότι οι παρακάτω προϋποθέσεις είναι απαραίτητες:

1. Οι κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας πρέπει να σχεδιάσουν μια ευρεία και ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική για τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο για να διαχειριστεί τις αναγκαστικές προκλήσεις που προκύπτουν από μια όλο και πιο επιθετική Τουρκία. Μια τέτοια δομή πρέπει να εξετάσει όλα τα ζητήματα θαλασσίου ελέγχου και ανθρωπιστικών επιχειρήσεων, εστιάζοντας σε προκλήσεις όπως η τρομοκρατία, οι επιχειρήσεις υποβρυχίων εναντίον υποβρυχίων, η προστασία στα υπόγεια καλώδια, τους αγωγούς, τις θαλάσσιες γραμμές επικοινωνίας και την ελευθερία της ναυσιπλοΐας, καθώς και να λαμβάνουν υπόψη τις απειλές για αποφυγή δημιουργίας γκρίζων ζωνών από την αυξανόμενη τουρκική παρουσία σε περιοχές που δεν τις ανήκουν.

2. Οι κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας πρέπει να εμβαθύνουν τη συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών. Υπάρχει ανάγκη να ξεπεραστούν τα υπάρχοντα σημεία συμφόρησης και να αναπτυχθεί αποτελεσματικός μηχανισμός που να μπορεί να αξιοποιήσει τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε συνδυασμένες ναυτικές δυνάμεις ή το Δίκτυο Πληροφοριών να διευκολύνει την ανταλλαγή ολοκληρωμένων προϊόντων πληροφοριών και με τη χρήση των ιπταμένων Ραντάρ.

3. Το Πολεμικό Ναυτικό και το Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να καταρτίσουν μνημόνιο κατανόησης δημιουργώντας μια θεσμική σχέση μεταξύ των δύο ναυτικών στη Νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Μια τέτοια θεσμική σχέση θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω με τη δημιουργία μιας ομάδας εργασίας με κοινό σκοπό. Οι θεσμικές σχέσεις μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν την εκπαίδευση και την κατάρτιση, καθώς και την ανάπτυξη συστημάτων πληροφοριών-αντιπληροφοριών.

4. Αμφότερα τα Ναυτικά με συνεργασία των παρακτίων κρατών, Ισραήλ, Κύπρου, Αιγύπτου αλλά και Ιταλίας και Γαλλίας να ενισχύσουν την ικανότητα τους με επικέντρωση στην αναβάθμιση της συνεργασίας τους σε επίπεδο Μόνιμης Δύναμης Κρούσεως. Μια τέτοια δύναμη μπορεί να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών διακρατικής συνεργασίας για την επιβολή του θαλάσσιου ελέγχου.

Συμπεράσματα

Τα είκοσι έξι από τα 29 μέλη του ΝΑΤΟ έχουν ακτογραμμές, καθιστώντας τη συμμαχία μια εγγενώς αεροναυτική δύναμη που αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ότι η ναυτική ισχύς είναι κρίσιμη. Καθώς το ΝΑΤΟ εξετάζει πώς πρέπει να χειριστεί τα θέματα ασφαλείας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, πρέπει επίσης να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο οι δυνάμεις πρέπει να συμβάλλουν στην υπεράσπιση και την αποτροπή του πολέμου.

Μια Μόνιμη Δύναμη Κρούσεως, είναι μια εφικτή λύση που θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά την ικανότητα μας για αποτροπή και αντιμετώπιση κρίσεων. Αυτή θα μπορούσε να ενισχύσει ένα σύμμαχο που απειλείται ή να ανταποκριθεί αποφασιστικά και γρήγορα στην επιθετικότητα των αντιπάλων. Πράγματι, μια Μόνιμη Δύναμη Κρούσεως δεν χρειάζεται να είναι ικανή μόνο για βίαιες επιχειρήσεις αλλά μια τέτοια δύναμη θα μπορούσε επίσης να διεξάγει ευρείες κατανεμημένες εκστρατευτικές επιχειρήσεις για την υποστήριξη των γενικών θαλάσσιων απαιτήσεων ακόμη και του ΝΑΤΟ.

Πιστεύω ότι μια ευρείας κλίμακας πολυεθνική δύναμη που μπορεί να ανταποκριθεί με ταχύτητα και αποφασιστικότητα θα έδινε στον Ανώτατο Συμμαχικό Διοικητή της Ευρώπης ένα εργαλείο δράσης που δεν θα έχει κανέναν αντίκτυπο στους αντιπάλους και τις συναφείς διαστάσεις του πολέμου.

Ευτυχώς, οι Ελληνικές αεροναυτικές δυνάμεις είναι ήδη παρούσες σε κατάσταση υψηλής ετοιμότητας και με τα ναυτικά των συμμάχων και των συνεργαζομένων δυνάμεων έχουν επιτύχει σημαντική διαλειτουργικότητα μέσω μακροχρόνιων διμερών σχέσεων. Αυτό που λείπει είναι η δομή και ο μηχανισμός που απαιτούνται για την ταυτόχρονη δράση σε αποστολές θαλάσσιας ασφάλειας.

Όλοι οι εμπλεκόμενοι στην ασφάλεια της πολύπαθης περιοχής της Μεσογείου με κοινά συμφέροντα δεν πρέπει απλά να φιλοδοξούμε σε μια πολυεθνική Μόνιμη Δύναμη Κρούσεως. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια.

Ο κ. Δημήτρη Τσαϊλάς είναι Υποναυάρχου ε.α. ΠΝ