Toυ Ανδρέα Ζαμπούκα
Το πιο σατανικό όπλο του απατεώνα είναι μια σειρά από μικρές αυταπόδεικτες αλήθειες. Μ΄αυτές μπορεί να επιβάλει τα μεγαλύτερα ψέματα!
Να μερικές γενικές θέσεις που χρησιμοποιούνται από διαχρονικούς απατεώνες, για να καταστρέψουν συνειδήσεις: «Ο πλούτος είναι προϊόν αμαρτίας», «Όλα πια θυσιάζονται στο βωμό του κέρδους», «Οι πλούσιοι έχουν πάντα σκοπό την εκμετάλλευση του εργαζόμενου», «Το χρήμα είναι μέσο αλλά ο άνθρωπος είναι σκοπός».
Όλα τα παραπάνω δεν είναι εύκολο να τα απορρίψει κανείς, γιατί είναι μισές αλήθειες. Ειδικά κάθε φορά που ενισχύονται με την επίκληση τεράστιων ηθικών μανιφέστων όπως ο ανθρωπισμός.
Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος»; Ποιος δεν συναινεί ότι «τα όνειρα των νέων είναι πάνω από τα λεφτά των μεγάλων»;
Πρόκειται όμως, για αλήθειες που δεν λένε απολύτως τίποτα στα χείλη του κάθε ψεύτη.
H δαιμονοποίηση του κέρδους δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Υπάρχει παντού, όπου ο λαϊκισμός ανθεί ως εργαλείο πολιτικής διαχείρισης της κοινωνίας. Ειδικά στην Ελλάδα, όμως, ευδοκιμεί ως διαχρονικό μέσο όλων των απατεώνων που καταδυναστεύουν το έθνος από καταβολής νεοελληνικού κράτους.
Η πραγματικότητα είναι κάπως περίεργη. Στα σχολεία, από νωρίς καλλιεργείται η αποστροφή προς την αγορά, την οικονομία, το χρήμα και το κέρδος που προκύπτει από την επιχειρηματικότητα. Το πρότυπο του ανθρώπου που προτάσσεται είναι περίπου μεταξύ ιεραπόστολου επαγγελματία, αγαθού επιστήμονα ή ταγμένου στην υπηρεσία του «καθαγιασμένου» ελληνικού κράτους.
Πως προέκυψε μια τέτοια «ηθικοπλαστική» Παιδεία, πολέμια του κεφαλαίου, του καπιταλισμού, του εμπορίου και των αγορών; Από δύο πρότυπα: της οικογένειας – ένας από τους δύο γονείς ήταν καλοπληρωμένος δημόσιος υπάλληλος- και του ελληνικού κρατισμού. Πολύ φυσικό αποτέλεσμα, όταν ο επιχειρηματίας ήταν κάποιος «αποτυχημένος» ο οποίος δεν μπόρεσε να μπει στο Δημόσιο ή είχε την αφέλεια να «πολεμήσει» με το ελληνικό κράτος…
Ποιοι οργάνωσαν ιδεολογικά την «εκπαιδευτική αμαρτία» του κέρδους; Η Εκκλησία και η Αριστερά. Ο πρώτος λαϊκισμός έχει να κάνει με την απόρριψη του πλούτου από την κοσμοθεωρία του Χριστιανισμού – Προτεσταντισμός και Καλβινισμός είναι κάτι άλλο- και ο δεύτερος χρωστάει την υπόστασή του στην καταπολέμηση του κέρδους, από κεφάλαια ιδιωτών.
Τελικά τα κατάφεραν; Οι Έλληνες και ειδικά οι νέοι μισούν το χρήμα; Όχι βέβαια! Το κέρδος μισούν, το χρήμα το λατρεύουν. Όχι όμως ως ηθική αξία και λογική συνέπεια της εργασίας και της δημιουργικότητας τους. Όπου βρεθούν κι όπου σταθούν, γράφουν «ποιήματα», συνθήματα, φτιάχνουν προφίλ «άτεγκτου» και «αμόλυντου» αδικημένου. Στην πράξη όμως, απλώνουν το χέρι τους όπου βρουν. Στο κρατικό ταμείο, στο «παγκάρι» της εκκλησίας, στην τσέπη του διπλανού τους, στα κονδύλια της ΕΕ ή στο οργανωμένο έγκλημα.
Με λίγα λόγια, ο «χριστιανοκομμουνιστικός» λαϊκισμός νομιμοποίησε την υποκρισία του «ελληνάκου» ο οποίος με τα ένα χέρι κάνει το σταυρό του σε σχήμα σφυροδρέπανου και με το άλλο ανοίγει ξένα χρηματοκιβώτια…
Έχουμε ανάγκη από ορθολογισμό. Από ισχυρές δόσεις ορθολογισμού. Από κανόνες, αρχές, αξίες, καθαρά συστήματα και ταχεία επέμβαση στην δημιουργικότητα και στην παραγωγή. Χρειαζόμαστε ευθύτητα.
Κάποιος πρέπει να πει στα νέα παιδιά ότι ο άνθρωπος, με τους κανόνες της δημοκρατίας- και όχι του κατσαπλιάδικου κράτους- παράγει και κερδίζει χρήματα. Δουλεύει, ρισκάρει, ταξιδεύει, πουλάει, αγοράζει και φτιάχνει πολιτισμό. Δεν σέρνεται επαίτης, πίσω από τα συμφέροντα του κάθε απατεώνα που στρογγυλοκάθισε στην εξουσία και τον δουλεύει.
Κάποιος πρέπει να τους πει ότι αυτό είναι το πρότυπο του αληθινού Έλληνα. Του «κερδώου Έλληνα», του έμπορου, του επιστήμονα, του ποιητή και του κοσμοπολίτη. Όχι του μίζερου γκρινιάρη μαλάκα που τον δουλεύει ο κάθε απατεώνας, για να τον σύρει στην «αγοραία» κάλπη ή στη επαιτεία…