«Από εμμονές τίποτα άλλο. Δέκα χρόνια με κυνηγούσαν οι εμμονές με τους πειρατές. Πιο μπροστά η Μάνη. Τώρα με κυνηγάνε τα ναυάγια. Πιθανόν να αρχίσω και τις καταδύσεις. Γράφω χάρη στις εμμονές και τις τιμώ, γιατί αυτές με έκαναν συγγραφέα και η ακόρεστη δίψα μου για να μάθω καινούργια πράγματα.»
Λέει στη συνέντευξή της στο Liberal.gr η συγγραφέας και ποιήτρια Κατερίνα Καριζώνη. Στο τραπέζι της κουζίνας της το ολοκαίνουργιο ποιητικό βιβλίο της «Αρχαία Δίψα» που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη, άλλωστε και το συγγραφικό στρατηγείο της Κατερίνας βρίσκεται στη Κουζίνα:
«Μόνο στην κουζίνα συγκεντρώνομαι. Ίσως να είναι κατάλοιπο των παιδικών μου χρόνων», παραδέχεται γελώντας: «Γράφω στην κουζίνα του σπιτιού μου με το γραφείο γυρισμένο στον τοίχο, ώστε να μη βλέπω τίποτα, παρά μονάχα τα πλακάκια και κάποια ράφια με τσαγιέρες. Όσες φορές προσπάθησα να γράψω αλλού, απέτυχα.»
Κι απ’ την κουζίνα της, λοιπόν, η Κατερίνα με το «πειρατικό» της θα μας πάει παντού, αποκαλύπτοντας όλα τα μυστικά της γραφής της. Μαγικός χώρος, τελικά, η κουζίνα. Τι να λέμε, ωκεανός, θάλασσα.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κυρία Καριζώνη, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Γράφω στην κουζίνα του σπιτιού μου με το γραφείο γυρισμένο στον τοίχο, ώστε να μη βλέπω τίποτα, παρά μονάχα τα πλακάκια και κάποια ράφια με τσαγιέρες. Όσες φορές προσπάθησα να γράψω αλλού, απέτυχα. Μόνο στην κουζίνα συγκεντρώνομαι. Ίσως να είναι κατάλοιπο των παιδικών μου χρόνων. Αν και είχα δωμάτιο μικρή, έγραφα τα μαθήματα στην κουζίνα δίπλα στη σόμπα, όπου έβραζε νερό σ’ ένα τσαγιερό, περιτριγυρισμένη από τις μυρωδιές των φαγητών και τις φωνές της μητέρας και της γιαγιάς μου. Όσο για τον χρόνο, δεν υπάρχει ωράριο, όταν γράφω. Χάνομαι μέσα στις ιστορίες μου και ξεχνάω αν είναι πρωί ή βράδυ. Βγαίνω ελάχιστα έξω, δεν σηκώνω τηλέφωνο και ζω σαν καλόγρια.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Μου αρκεί μια κεντρική ιδέα, την οποία όμως επεξεργάζομαι μέσα μου. Επειδή γράφω ιστορικό μυθιστόρημα, μελετώ καλά την εποχή που πραγματεύομαι για να μην πέσω σε ανακρίβειες. Πολλές φορές οι ήρωες αλλάζουν τις αρχικές προθέσεις μου και οδηγούν την ιστορία αλλού, σε δικά τους μονοπάτια. Αυτό γίνεται με ένα μαγικό και αυτόματο τρόπο. Εγώ, από ένα σημείο και πέρα, παρακολουθώ την πλοκή, συχνά εκπλήσσομαι με την ευρηματικότητα των ηρώων, αλλά και με την τροπή που παίρνουν τα πράγματα στο χαρτί. Υπάρχει μια μαγεία στη δημιουργία, δεν γράφουμε μόνοι μας.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Το πρώτο βιβλίο παραμυθιών που έγραψα με τον τίτλο «Χίλιες και μια νύχτες των Βαλκανίων». Είχα πάθει κατάθλιψη, στο μυαλό μου γύριζαν συνεχώς αυτοκτονικές ιδέες. Άρχισα λοιπόν, να γράφω παραμύθια για να παρηγορηθώ, όπως διηγείσαι παραμύθια στα παιδιά για να κοιμηθούν. Κάθε βράδυ έγραφα ένα παραμύθι, θαρρείς και προσπαθούσα να κρατηθώ απ’ τις ιστορίες μου και πραγματικά κρατήθηκα. Ήταν πολύ πονεμένες ιστορίες, αλλά μου χάρισαν το πρώτο βραβείο του κύκλου παιδικού βιβλίου. Τα παραμύθια με πήραν κυριολεκτικά απ’ το χέρι και με έβγαλαν στο φως. Έτσι έκανα και τα πρώτα βήματά μου στην πεζογραφία. Ως τότε έγραφα μόνο ποίηση. Το πέρασμα απ’ την ποίηση στην πεζογραφία έγινε μέσα από μια μεγάλη ψυχική θύελλα.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Από εμμονές τίποτα άλλο. Δέκα χρόνια με κυνηγούσαν οι εμμονές με τους πειρατές. Πιο μπροστά η Μάνη. Τώρα με κυνηγάνε τα ναυάγια. Πιθανόν να αρχίσω και τις καταδύσεις. Γράφω χάρη στις εμμονές και τις τιμώ, γιατί αυτές με έκαναν συγγραφέα και η ακόρεστη δίψα μου για να μάθω καινούργια πράγματα. Ωστόσο προσπαθώ να μην επαναλαμβάνομαι, έτσι ώστε κάθε φορά να αναδεικνύω ένα διαφορετικό θέμα. Αλλάζω εποχές, πειραματίζομαι, χρησιμοποιώ όλες τις δυνατές τεχνικές: την ποίηση, το παραμύθι, τον θεατρικό λόγο, το δοκίμιο, την ιστορία, αλλά κυρίως το όνειρο. Νομίζω πως σ’ αυτό με βοήθησε η θητεία μου στην ποίηση που δεν την εγκατέλειψα ποτέ.
-Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Η ιστορία πρέπει να έχει κάποια δυνατά σημεία. Για μένα δυνατά σημεία είναι οι αδυναμίες των ανθρώπων, προτιμώ αυτούς που χάνουν και χάνονται μέσα στα πάθη τους, παρά τους ισορροπημένους και πετυχημένους ανθρώπους, τους οποίους βαριέμαι αφόρητα. Το δίδυμο έρωτας-θάνατος υπάρχει σ’ όλα τα βιβλία μου. Επίσης μου αρέσει το θρίλερ, θέλω η ιστορία μου λίγο να τρομάζει και κυρίως να λυτρώνει. Έχω τρομάξει κι εγώ πολλές φορές στη ζωή μου. Ίσως γι’ αυτό. Τα ιστορικά στοιχεία που παραθέτω επιδιώκω να μην είναι πολύ γνωστά, όπως συνέβη με τις ζωές των πειρατών που δεν τις γνώριζαν οι περισσότεροι αναγνώστες. Διαλέγω περιστατικά που αναφέρονται με μικρά γράμματα στις παραπομπές των βιβλίων. Αυτά έχουν καμιά φορά περισσότερο ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, απ’ ό,τι τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Πρέπει να έχει αδυναμίες, όπως είπα προηγουμένως, να είναι ακραίος, να θυσιάζεται για τους άλλους, για τις ιδέες του, να κουβαλάει τραύματα. Ο πόνος διευρύνει την διάνοια, σου ανοίγει παράθυρα στον κόσμο, μαλακώνει τις αιχμές σου, σε συμφιλιώνει με τους άλλους. Μόνο οι άνθρωποι που έχουν πονέσει μπορούν ανοίξουν καινούργιες διαδρομές, να επινοήσουν λύσεις πέρα απ’ τη συμβατική λογική και πραγματικότητα. Τελευταία μάλιστα έμαθα και μια κινέζικη παροιμία που λέει το εξής: αν θέλεις να ευχηθείς κάτι καλό σε κάποιον που αγαπάς, να του ευχηθείς να έχει δυσκολίες.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Κάποτε θέλησα να μιλήσω σε ένα πρόσωπο που δεν μπορούσα να προσεγγίσω, ούτε τολμούσα, ούτε ήθελα, και τότε κάθισα κι έγραψα ένα μυθιστόρημα για να του πω όσα είχα μέσα μου. Τον έκανα κομμάτι του μυθιστορήματος και αφηγήθηκα αυτά που ήθελα να μάθει. Τότε συνειδητοποίησα ότι τα βιβλία είναι μεγάλα γράμματα που τα στέλνουμε στους άλλους για να τους αποκαλύψουμε όσα δεν λέγονται αλλιώς. Απ’ ό,τι βλέπετε είναι παρακινδυνευμένο να κάνεις παρέα με συγγραφείς. Ίσως βρεθείς μέσα σε βιβλίο.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
«Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων». Διάβαζα πολύ ως παιδί. Έχω διαβάσει όλα τα παραμύθια που κυκλοφορούσαν στον καιρό μου. Πολλές φορές όταν στερεύω από έμπνευση διαβάζω παραμύθια.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Όλα τα βιβλία μου άλλαξαν τη ζωή με τον τρόπο τους. Είμαι περισσότερο αυτά που διάβασα, παρά αυτά που έζησα. Ξόδεψα πολύ χρόνο στο διάβασμα και δεν μετάνιωσα ποτέ γι’ αυτό. Είναι η καλύτερη επένδυση που μπορείς να κάνεις στο σύντομο βίο σου. Νιώθω ότι πλούτισα πολύ και έτσι έγινα συγγραφέας και ποιήτρια. Ναι, υπάρχουν βιβλία στα οποία επιστρέφω συχνά. Είναι συνήθως βιβλία που δεν φιγουράρουν στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, αλλά κρύβονται στα ράφια και καμιά φορά δεν τα φτάνεις εύκολα. Αυτά τα δυσεύρετα βιβλία διαβάζω ακόμα και σήμερα.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Ρόμπερτ βαν Γκούλικ, Ρώσοι κλασσικοί, Ιούλιος Βερν, ΄Εντγκαρ ΄Αλαν Πόε, Όλγκα Τοκάρτσουκ, Χριστομάνος, Ροίδης, Παπαδιαμάντης, Κοσμάς Πολίτης, Καρκαβίτσας και πολλοί άλλοι αμέτρητοι. Από τους ποιητές ξεχωρίζω τον Καβάφη, τον Σεφέρη, τον Ρίτσο, τον Σαχτούρη και τον Ασλάνογλου.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Έχω ανάγκη από απόλυτη σιωπή, αλλά διαβάζω πολύ παράλληλα με το γράψιμο. Η μουσική μάλλον με ενοχλεί, με αποδιοργανώνει και τα εικαστικά έργα μου αποσπούν την προσοχή.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Γράφω για ένα άγνωστο ναυάγιο χρησιμοποιώντας δυο χρόνους, το παρελθόν, όπου αφηγούμαι όσα συνέβησαν στο ναυάγιο και το παρόν, όπου εξιστορώ τη ζωή των ηρώων που εξιχνιάζουν το ναυάγιο. Μέσα απ’ το ναυάγιο όμως εξιχνιάζουν στην πραγματικότητα τον εαυτό τους