Του Κώστα Μποτόπουλου
Αυτό το καλοκαίρι έπεσαν πάνω στο κεφάλι μας τα πάντα: φονικές πυρκαγιές, συνεχείς διακοπές ρεύματος, πτώσεις αεροπλάνων, βυθίσεις πλοίων και κάθε είδους μικρές και μεγάλες αποδείξεις ότι τα πάντα γύρω μας διαλύονται. Από πρώτη άποψη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλα αυτά είναι τυχαία και ότι η αίσθηση της διάλυσης είναι επίπλαστη. Χωρίς να αρνούμαι το στοιχείο της σύμπτωσης, θα μου επιτραπεί να πιστεύω πως τη συλλογική μοίρα μας τη φτιάχνουμε εμείς οι ίδιοι κι ότι παρά τα εθνικιστικά - ανορθωτικά αφηγήματα και τις Ιθάκες, κάτι βαθιά σάπιο τείνει όλο και πιο πολύ να κυριαρχήσει στη χώρα μας.
Η χαλάρωση έως εξουθένωσης του κοινωνικού ιστού, που έρχεται μάλιστα ως συμπλήρωμα της αποσάθρωσης του κρατικού μηχανισμού, δεν είναι ούτε τυχαία ούτε χωρίς συνέπειες φαινόμενα. Χωρίς να ισχυρίζομαι ότι κάποια μεταπολιτευτική κυβέρνηση (πριν τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα) κατάφερε να δώσει στην κοινωνία και στο κράτος τη θέση και την αξιοπρέπεια που δικαιούνται, δεν νομίζω ότι απέχω από το λαϊκό αίσθημα διατυπώνοντας τη θέση ότι, για την παρούσα κυβέρνηση, η ταπείνωση και ο διχασμός του κοινωνικού σώματος συνδυάστηκαν συνειδητά με την άλωση και την υποβάθμιση της δημόσιας διοίκησης και αποτέλεσαν τα κρίσιμα γρανάζια στην επιχείρηση κατάληψης της «πραγματικής εξουσίας», που αποδείχτηκε ότι ήταν ο βασικός στόχος του εσμού που κυβερνά τη χώρα.
Η συνέπειες αυτής της επιλογής είναι, με τρόπο σκληρό αλλά δίκαιο, εμφανείς ιδίως τώρα, στο ψυχορράγημα του παρόντος πολιτικού κύκλου, τις μεγεθύνει μάλιστα η αίσθηση ένταξής τους στον κύκλο αυτόν. Η οργανωμένη πολιτεία αδυνατεί να συνδράμει σε κάθε περίπτωση που ένα φυσικό ή άλλο απρόβλεπτο γεγονός απειλεί ανθρώπινες ζωές ή το βαριά παραμελημένο περιβάλλον μιας Ελλάδας, που είναι θαύμα πώς παραμένει -σε πείσμα ημών των ιδίων- ένας τόπος ομορφιάς, όχι όμως πλέον γαλήνης.
Οι κακοσυντηρημένες υποδομές πέρασαν από το στάδιο της λειτουργίας τους στο ακραίο όριο στο στάδιο της αναμενόμενης τμηματικής τους κατάρρευσης. Ακόμα και η διατηρούμενη με έναν σχεδόν αρχέγονο τρόπο πράξη της κοινωνικής αλληλεγγύης, το νοιάξιμο για τον συνάνθρωπό μας, εκδηλώνεται όλο και πιο καθυστερημένα, όταν το κακό έχει συντελεστεί και με όρους τελετουργίας περισσότερο παρά αποτελεσματικότητας. Οι φωτιές και οι άλλες καταστροφές δεν έρχονται επειδή συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, αλλά μας πλήττουν και μας εκθέτουν διπλά, επειδή αφήσαμε -με κύρια ευθύνη αυτών που μας κυβερνούν- να συμβούν όλα τα παραπάνω.
Σάπισμα, εκ των έσω και πλέον ορατό διά γυμνού οφθαλμού: δεν μπορεί να υπάρξει άλλη ρεαλιστική διαπίστωση για την κατάσταση. Λόγια βαριά και μεγαλόστομα, επίκληση «ιδεών» και «ιδεολογιών» που δεν έχουν καμία σύνδεση με τα σημερινά προβλήματα και τις προκλήσεις, διαστρέβλωση εννοιών, σπορά της απελπισίας στις καρδιές των ανθρώπων, κομματική διαχείριση όλων των δημόσιων αγαθών, αδιαφορία για την ουσία και την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος, ταπείνωση της γλώσσας και της αισθητικής: η πολιτική, που ποτέ δεν διακρινόταν για την ιδιαίτερη ποιότητά της στη χώρα μας, επί των ημερών της σημερινής ομάδας εξουσίας κατρακύλησε κάτω από το τελευταίο ανεκτό σκαλοπάτι.
Ανατάσσεται αυτή η κατάσταση; Το σίγουρο είναι ότι οι ρίζες της φθοράς είναι τόσο βαθιές που θα χρειαστεί κάτι παραπάνω από μια κυβερνητική αλλαγή: ένα πολιτισμικό σοκ.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 31 Αυγούστου