Όσα συνέβησαν στις κοινωνίες χωρών όπως η Ελλάδα, όταν αμέσως μετά την ανεξαρτησία τους υιοθέτησαν το δημοκρατικό πολίτευμα με αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα (κοινοβουλευτισμό) χωρίς παράλληλα να προχωρήσει η εκβιομηχάνισή τους με ανάλογους ρυθμούς, τα έχει αναλύσει με μεγάλη ευφυΐα ο καθ. Νίκος Μουζέλης, από τη δεκαετία του ‘80 ακόμα.
Κάποια στιγμή, θα βρεθεί κι αυτή ή αυτός που θα αναλύσει τις συνέπειες που είχε στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας η ενσωμάτωση των νομοθεσιών που επεξεργάζονται τα όργανα αλλά και οι θεσμοί της ΕΕ χωρίς να έχει προηγηθεί ένας ευρύτερος κοινωνικός διάλογος στις χώρες αυτές, ακόμα και οι σχετικές κοινωνικές συγκρούσεις που σφυρηλατούν τις αξίες που κωδικοποιούνται στη συνέχεια στους νόμους.
Όχι. Εδώ στον περιφερειακό Νότο, απλώς ενσωματώνουμε στις εθνικές μας νομοθεσίες κοινοτικές οδηγίες που εκσυγχρονίζουν, βέβαια, την οικονομική και κοινωνική ζωή αλλά χωρίς αυτές να απαντούν σε αιτήματα που έχουν υιοθετηθεί από την ίδια την κοινωνία, μαζικά. Σαν να λέμε, καταπίνουμε «αμάσητο» ό,τι μας στέλνουν. Και όλοι ξέρουμε ότι οι αμάσητες μπουκιές δεν χωνεύονται εύκολα ή και καθόλου.
Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή διαθέτει νομικά εργαλεία που αναγνωρίζουν, για να προστατεύσουν, δικαιώματα μειονοτήτων και γυναικών αλλά τα σχετικά ζητήματα βρισκόμαστε να τα συζητάμε κατόπιν εορτής, αποσπασματικά και τις περισσότερες φορές με αφορμές εξωφρενικές, όπως το επεισόδιο που συνέβη στο ριάλιτι «Big Brother». Καμία διαδικασία ενσωμάτωσης στην ελληνική νομοθεσία, οποιασδήποτε κοινοτικής οδηγίας, ακόμα κι αν αυτή αφορά θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου δεν έχει συνοδευτεί από ευρύ κοινωνικό διάλογο ώστε να υπάρξει και η ανάλογη ευαισθητοποίηση.
Δείτε. Η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, υπεγράφη την 11/5/2011 στην Κωνσταντινούπολη, ενώ τέθηκε σε ισχύ στις 22/4/2014. Η χώρα μας, αν και ήταν από τις πρώτες που την υπέγραψε, την επικύρωσε στη Βουλή μόλις το 2017 και με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου.
Από το 2017 που επικυρώθηκε η σύμβαση αυτή κι από τη χώρα μας η οποία, μέσα σε όλα, κάνει ειδική μνεία στο ρόλο των Μήντια στην αντιμετώπιση του φαινομένου, με ποιες αφορμές, ως κοινωνία, ασχοληθήκαμε για να συζητήσουμε, έστω και «κουτσά-στραβά» το θέμα αυτό;
Εμείς θυμόμαστε να ξεκινούν συζητήσεις, αποσπασματικές και με ένταση, με αφορμή την αποτρόπαια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, θυμόμαστε το επεισόδιο πριν από ένα χρόνο, πάλι στον ΣΚΑΙ, όταν ο παρουσιαστής Γιώργος Λιάγκας χλεύασε και εξευτέλισε φοιτήτρια που είχε πέσει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης σε πανεπιστημιακό χώρο και πάλι σήμερα μετά το επεισόδιο στο Big Brother. Υπήρξε και η περίπτωση της δολοφονίας της αμερικανίδας Βιολόγου Σούζαν Ίτον στην Κρήτη αλλά λίγο που το θύμα ήταν ξένη, λίγο που ο δράστης ήταν γιός ιερέα και σπεύσαμε να τον βγάλουμε «ψυχασθενή», το θέμα δεν πήρε τόσο μεγάλη έκταση.
Αν λοιπόν αυτές είναι οι αφορμές που μας βάζουν στη διαδικασία να συζητάμε ως κοινωνία, ο καθένας με τον τρόπο που μπορεί, για το θέμα της βίας κατά των γυναικών, δηλαδή για ένα ζήτημα που αφορά λίγο παραπάνω από το μισό πληθυσμό της χώρας, τότε όχι, δεν κάνουμε διαφήμιση σε καμία εκπομπή και σε κανένα ιδιωτικό κανάλι όταν συζητάμε την ποιότητα της εκπομπής και τα προβλήματα που αυτά δημιουργεί.
Δεν θα σχολιάσουμε το φαινόμενο να συζητάμε για τη βία κατά των γυναικών μόνο με αφορμή μια ειδεχθή δολοφονία ή κάποιο ριάλιτι και όχι συστηματικά και οργανωμένα με πρωτοβουλίες εκπαιδευτικών και κρατικών φορέων αλλά και κομμάτων. Έτσι γίνεται «εδώ στο Νότο», στις χώρες που καλούνται, και μάλιστα με την απειλή κυρώσεων, να ενσωματώσουν εκσυγχρονιστικές νομοθεσίες, να τις καταπιούν δηλαδή αμάσητες.
Παρ’όλα αυτά πρέπει να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Ακόμα κι αν η ελληνική νομοθεσία είναι σύγχρονη και εναρμονισμένη με τα δυτικά πρότυπα, οφείλουμε να κάνουμε τις σχετικές συζητήσεις, έστω κι έτσι, έστω και τώρα.
Ακόμα και με αφορμή το «Big Brother».