Αν ήμουν Γερμανός τουρίστας θα είχα έναν προφανή λόγο να αποφασίσω να έρθω αυτό το καλοκαίρι στην Ελλάδα: Αν ήμουν όμως Γερμανός επενδυτής δεν θα είχα τον παραμικρό λόγο για να επενδύσω στην Ελλάδα. Εξαιρετικά τα χτεσινά μέτρα για τον κορονοϊό, αλλά δεν πρέπει να χαθεί άλλος χρόνος στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων. Θέλουμε τον Γερμανό τουρίστα, αλλά περισσότερο πρέπει να μας ενδιαφέρει ο Γερμανός επενδυτής.
Αυτά που ανακοινώθηκαν χτες ήταν τόσο όσο! Τόσο όσο χρειαζότανε για να πάρει ανάσες η επιχείρηση που ένιωσε να πέφτει στο απόλυτο κενό με την πανδημία. Αλλά αυτό από μόνο του δεν φτάνει. Σημαντικό το γεγονός ότι λήφθηκαν μέτρα για να μπορέσει να μείνει όρθια η Οικονομία και οι διαθέσιμοι πόροι δεν σπαταλήθηκαν σε επιδόματα άνευ αντικρίσματος, αλλά η ουσία είναι τα προβλήματα που υπήρχαν στην προ κορονοϊού εποχή εξακολουθούν και μας συντροφεύουν. Έχει σημασία να προστατευτεί ο παραγωγικός ιστός της χώρας, να δοθεί βοήθεια στον τουρισμό και σε άλλους κλάδους που δοκιμάζονται σκληρά. Αλλά μεγαλύτερη σημασία έχει να αποφασίσουμε κάποια στιγμή να γυρίσουμε τον διακόπτη των μεταρρυθμίσεων.
Η αποδοχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τους πολίτες είναι εντυπωσιακή. Αν δεν είναι αυτή η ώρα της αναμέτρησης με το χτες, ποια άλλη στιγμή θα είναι καλύτερη; Το να κοιμηθούμε σήμερα και να ξυπνήσουμε έπειτα από πέντε ή δέκα χρόνια και να έχουμε ακόμη την ΛΑΡΚΟ στα δημόσια κατάστιχα με τους τοπικούς βουλευτές να μοιράζουν προσλήψεις και να εισπράττουν ψήφους, δεν κάνουμε κάτι. Σκεφτείτε ακόμη έναν υπουργό Εργασίας να μοιράζει και τότε αυξήσεις στου συνταξιούχους. Για να μην αναφερθούμε και στα πιο «σκληρά»: Το κοινό να περιμένει τις μπουλντόζες να ξεκινούν (τότε) στο Ελληνικό.
Ο δρόμος για να πάμε παρακάτω είναι γνωστός. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χτες προέκυψαν από την στιγμή που η κυβέρνηση κλήθηκε να απαντήσει σε ένα ερώτημα: «Πως θα φέρουμε τον Γερμανό τουρίστα στην χώρα»; Καιρός είναι να απαντήσουν με τον ίδιο τρόπο στο επόμενο ερώτημα: «Πως θα πείσουμε τον Γερμανό επενδυτή να φέρει τα λεφτά του στην Ελλάδα»; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί! Αρκεί να μην φοβηθεί το όποιο πολιτικό κόστος. Η ΛΑΡΚΟ έχει έναν τρόπο για να επιβιώσει: Να βρει επενδυτή. Η χώρα, όμως, δεν έχει πιθανότητα να επιβιώσει με το βάρος της κάθε ΛΑΡΚΟ στην πλάτη της. Έχουμε να ανέβουμε μεγάλη ανηφόρα για να κουβαλάμε και τις αμαρτίες ενός θλιβερού παρελθόντος. Το μέλλον θέλει μία άλλη οπτική των πραγμάτων.
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]