Οι ιδιοκτήτες ακινήτων είναι η πιο αδύναμη, πολιτικά, κοινωνική κατηγορία, καθώς δεν έχει την δυνατότητα να κινητοποιηθεί για να διεκδικήσει. Ακόμα και οι μικρομεσαίοι μπορούν να κλείσουν τα μαγαζιά τους για να διαμαρτυρηθούν, αν κρίνουν πως κάποια μέτρα τους θίγουν.
Και το έχουν πράξει κατά το παρελθόν.
Οι ιδιοκτήτες ακινήτων, δεν έχουν αυτήν την δυνατότητα και βάλλονται διαχρονικά. Να υπενθυμίσω πως την τελευταία δεκαετία, μόνον με τον ΕΝΦΙΑ, συνεισέφεραν στα κρατικά ταμεία άνω των 26 δισεκ. ευρώ, συν βέβαια τον ετήσιο φόρο εισοδήματος συν τον φόρο μεταβιβάσεως αγοράς ακινήτων, συν όλες τις άλλες έμμεσες επιβαρύνσεις.
Υποστηρίζεται πως τα περισσότερα ακίνητα έχουν αγορασθεί με χρήμα που προέρχεται από την φοροδιαφυγή. Αυτό ενδεχομένως να είναι σωστό. Ομως με την αγορά ακινήτου το «μαύρο» χρήμα εντάσσεται στην νόμιμη οικονομία, καθώς ο ιδιοκτήτης πληρώνει τον φόρο μεταβιβάσεως και εν συνεχεία καταβάλλει ετησίως τον φόρο εισοδήματος, αν εκμεταλλεύεται το ακίνητο.
Εν πάσει περιπτώσει, αγοράζει ένα περιουσιακό στοιχείο που καθίσταται ορατό στις οικονομικές υπηρεσίες του Ελληνικού κράτους. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με την αγορά χρυσού ή τις καταθέσεις στο εξωτερικό.
Σε αυτές τις δύο περιπτώσεις τα χρήματα εξαφανίζονται. Παραμένουν «μαύρα».
Σήμερα, σημαντικός αριθμός ιδιοκτητών ακινήτων καλούνται, με νόμο, να υποστούν μείωση των εισοδημάτων τους κατά 40%, λόγω της κρίσης του κορονοϊού. Θεμιτό, δικαιολογημένο και αυτονόητο. Σχεδόν όλες οι κοινωνικές κατηγορίες υφίστανται μείωση των εισοδημάτων τους.
Ολες όμως αυτές οι κοινωνικές κατηγορίες θα τύχουν της στήριξης, μέσω του πακτωλού χρημάτων που θα εισρεύσουν στην Εθνική μας οικονομία. Τόσο από τον προϋπολογισμό, όσο και από την ΕΕ και την ευρωζώνη.
Οι ιδιοκτήτες ακινήτων, μέχρι στιγμής, βρίσκονται έξω από αυτό το προστατευτικό πλαίσιο, το οποίο συνεχώς διευρύνεται. Δεν θα έπρεπε να ληφθεί μια μέριμνα και γι΄αυτούς;
Ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης, άνθρωπος της αγοράς, με πολλά ένσημα στο βιογραφικό του, δήλωσε πως υπάρχει σκέψη να μειωθεί ο ΕΝΦΙΑ κατά 25% σε όσους ιδιοκτήτες ακινήτων υποστούν μείωση του εισοδήματος τους, ενώ υπάρχει σκέψη, όπως δήλωσε, και για πρόσθετες φορολογικές ελαφρύνσεις.
Αυτό ακούγεται καλό, αρκεί να υλοποιηθεί.
Δεν θα πρέπει να λησμονούν οι κυβερνητικοί παράγοντες πως η περικοπή κατά 40% του εισοδήματος εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών δημιουργεί μιαν ασφυξία στην διαχείριση της καθημερινότητας τους, που από κάπου θα πρέπει, εν μέρει, να αναπληρωθεί.
Το ζητούμενο είναι οι ελαφρύνσεις αυτές να είναι εμπροσθοβαρείς, καθώς η απώλεια εισοδήματος συμβαίνει σε χρόνο ενεστώτα. Δηλαδή να μην ισχύσουν το επόμενο έτος, αλλά άμεσα.
Σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις θεωρούν το εισόδημα από τα ενοίκια, παρασιτικό και το υπερφορολογούν. Πάντα όμως η αγορά ακινήτου εθεωρείτο η ασφαλέστερη επένδυση για τον μέσο Ελληνα πολίτη και η ζωή τον δικαίωσε γι΄αυτήν την επιλογή του. Από το 1950 ως το 2010, οι τιμές των ακινήτων γνώριζαν άλλοτε θεαματική, άλλοτε πιο συγκρατημένη αύξηση.
Τα τελευταία δύο χρόνια, μετά από πρωτοφανή καθίζηση οκτώ ετών, ο χώρος του ακινήτου άρχισε να ανακάμπτει. Και επάνω σε αυτήν την ανάπτυξη ήρθε η υγειονομική κρίση, που μείωσε εισοδήματα και ανέβαλε επενδύσεις.
Σήμερα είναι καθήκον της κυβέρνησης να προστατέψει και τους ιδιοκτήτες ακινήτων, όπως προστατεύει σχεδόν όλες τις κοινωνικές ομάδες.