Ισοπεδώνοντας τη συζήτηση περί κοινωνικής ανισότητας

Ισοπεδώνοντας τη συζήτηση περί κοινωνικής ανισότητας

Του Ηλία Κωνσταντινίδη*

Η ισοπέδωση που επιχειρήθηκε τις τελευταίες ημέρες σε επίπεδο δημοσίου διαλόγου επί της ευρύτερης έννοιας της ισότητας, διαμέσου της ειδικότερης έννοιας της κοινωνικής ανισότητας, προδίδει τη δολιότητα ή στην καλύτερη περίπτωση την ασχετοσύνη περί πολιτικής φιλοσοφίας κάποιων.

Πολλοί αυτοπροσδιοριζόμενοι ως ειδήμονες στην πολιτική, όπως δημοσιογράφοι, πολιτικοί και εκπαιδευτικοί επί παντός επιστητού, προφανώς έξω (τυπικά ή ουσιαστικά) από το γνωστικό αντικείμενο των πολιτικών επιστημών, υπέπεσαν στο λάθος.

Είναι άλλο πράγμα η ισότητα των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, π.χ. όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι ως προς την ανθρώπινη υπόστασή τους.

Είναι άλλο πράγμα η πολιτική ισότητα, π.χ. όλοι οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στην ψήφο, και βέβαια είναι άλλο πράγμα η κοινωνική ισότητα, η οποία σε μία ουσιωδώς δημοκρατική κοινωνία τείνει να παίρνει διαστάσεις ισότητας μεταξύ ίσων, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τη διαφορετικότητα της ατομικότητας και προσπαθεί να προσανατολίζεται τελικά στο κοινό συμφέρον.

- Το Άρθρο 1 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη (26-8-1789) της Γαλλικής Επαναστατικής περιόδου, ξεκινάει αναφέροντας ότι οι άνθρωποι γεννιούνται και παραμένουν ελεύθεροι και με ίσα δικαιώματα και συνεχίζει τονίζοντας ότι κοινωνικές διακρίσεις γίνονται, αλλά μόνο με γνώμονα το κοινωνικό συμφέρον.
- Ο Αριστοτέλης στα περίφημα και επί χιλιετίες επίκαιρα Πολιτικά, διατυπώνει την άποψη περί ισότητας μεταξύ ανίσων ως κακή μορφή ανισότητας. Αντιθέτως θεωρεί την ανισότητα μεταξύ ανίσων ως δικαιότερη μορφή ισότητας.
- Ο μεγάλος Αμερικανός πολιτικός φιλόσοφος του 20ου αιώνα, φιλελεύθερος εξισωτιστής ως προς το ρεύμα, John Rawls (1921-2002), στο έργο “Justice as Fairness. A restatement” 2001, (ελληνική έκδοση «Η δίκαιη κοινωνία. H δικαιοσύνη ως ακριβοδικία. Μία αναδιατύπωση»), κάνει λόγο για την αποδοχή της κατά περίπτωση κοινωνικής ανισότητας, ως απαραίτητο στοιχείο της δημοκρατίας. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι όταν οι διαδικασίες είναι ακριβοδίκαιες, η κοινωνική ανισότητα όχι μόνο δεν είναι ανεπιθύμητη και άδικη, αλλά ενισχύει την οικονομική και πολιτική δικαιοσύνη.

Αλίμονο στην κοινωνία που δεν ξεχωρίζει με κάποιο τρόπο, τόσο πρωτίστως αυτούς που έχουν αντικειμενικά ανάγκη κάποια ειδική μεταχείριση, όσο και αυτούς που διακρίνονται λόγω των εξαιρετικών επιτευγμάτων τους ιδίως στην οικονομία, την παιδεία και τον πολιτισμό.

Για παράδειγμα, το να ευνοείται ένας διακεκριμένος αθλητής ή ακαδημαϊκός για το επίτευγμά του, δε σημαίνει ότι υποτιμώνται οι συνάδελφοί τους ως προς την ανθρώπινη υπόστασή τους ή ως «όντα πολιτικά», για να χρησιμοποιήσουμε αριστοτελικούς όρους.

Επί της ουσίας, η κοινωνική ισότητα που αγνοεί την ατομικότητα και ισοπεδώνει, συνάδει με τον αυταρχισμό.

* Ο κ. Ηλίας Κωνσταντινίδης είναι υποψήφιος διδάκτορας Τμ.ΔΕΣ/ΠΑ.ΜΑΚ.