Της Μαίρης Βενέτη*
Το 2018 δεν ήταν μια καλή χρονιά για τα funds των αναδυόμενων αγορών. Οι απώλειές τους έφτασαν εντός του έτους ακόμα και το 30% της αξίας τους.
Οι μεγαλύτεροι πρωταγωνιστές της πτώσης ήταν τα τεχνολογικά funds της Κίνας, αλλά και τα funds που επενδύουν σε εταιρείες χαμηλής κεφαλοποίησης στην Ινδία, οι οποίες κινήθηκαν ακόμα χαμηλότερα, με απώλειες που άγγιξαν το 38%.
Πρόκειται για μια μεγάλη αντιστροφή της τάσης σε σχέση με το 2017, όπου τα κέρδη των funds που επένδυαν στην Ινδία είχαν ξεπεράσει κατά πολύ τα κέρδη της Γουόλ Στριτ, με αποδόσεις μεταξύ του 52%-74%.
Ο λόγος; Οι μεγάλες αλλαγές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές περιβάλλον.
Από το 2014-2017 η κυβέρνηση του Ινδού πρωθυπουργού Μόντι βοήθησε την εγχώρια οικονομία μέσω ενός σταθερού πολιτικού και μακροοικονομικού περιβάλλοντος, αλλά και της αναμόρφωσης του φορολογικού συστήματος. Το αποτέλεσμα ήταν η οικονομία της Ινδίας να ξεπεράσει τις αναπτυξιακές προσδοκίες και να μειώσει ταυτόχρονα πληθωρισμό και ανεργία.
Φυσικά, όπως όλες οι αναδυόμενες οικονομίες, η Ινδία επωφελήθηκε στο έπακρο από τα χαμηλά επιτόκια των ΗΠΑ, που στην ουσία επέτρεψαν τη δυνατότητα δανεισμού με χαμηλό κόστος στις ΗΠΑ, έναντι αγοράς assets στις αναδυόμενες οικονομίες, όπου τα επιτόκια ήταν πολύ υψηλότερα. Το 2018, όμως, τα πράγματα άλλαξαν.
Κατ'' αρχάς, η αύξηση επιτοκίων στις ΗΠΑ μείωσε τη ροή κεφαλαίων προς τις αναδυόμενες οικονομίες, ενώ το ισχυρό δολάριο στην ουσία «χτύπησε» τις ινδικές μετοχές, οι οποίες σε τοπικό νόμισμα μπορεί να ενισχύθηκαν κατά ένα 4%, αλλά σε δολάρια είχαν σημαντικές απώλειες, καθώς η ινδική ρουπία κατατάσσεται στα νομίσματα της Ασίας με τη χειρότερη απόδοση έναντι του δολαρίου.
Οι μεταρρυθμίσεις Μόντι, από την άλλη, άρχισαν να δίνουν σιγά σιγά τη θέση τους στον λαϊκισμό, καθώς η χώρα βαδίζει προς τις γενικές βουλευτικές εκλογές την άνοιξη του 2019.
Έτσι, παρόλο που η ανάπτυξη επιταχύνθηκε στο 8,2% το τρίμηνο που έληξε τον Ιούνιο του 2018, υποχώρησε περισσότερο από τις προβλέψεις, στο 7,1% το προτελευταίο τρίμηνο, παρασύροντας τον δείκτη Indian NIFTY 50 S&P CNX από τις 11.751 μονάδες στα χαμηλά των 10.004 μονάδων στα τέλη Οκτωβρίου.
Τα στοιχεία για το ΑΕΠ του τελευταίου τριμήνου του 2018 αναμένονται τον Φεβρουάριο και θα κρίνουν τόσο την πορεία του χρηματιστηρίου -που αυτή την περίοδο παλεύει να κατοχυρώσει τον κινητό μέσο των 200 ημερών που είναι πέριξ των 10.778 μονάδων- όσο και το εκλογικό αποτέλεσμα.
Τα βραχυπρόθεσμα ρίσκα
Το πιο σκοτεινό σύννεφο στον οικονομικό ορίζοντα της Ινδίας αφορά την Κεντρική Τράπεζα, την Κρατική Τράπεζα της Ινδίας.
Ο πρώην επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, U. Patel, παραιτήθηκε αιφνιδίως στις αρχές Δεκεμβρίου, με τις φήμες να επιρρίπτουν ευθύνες στην κυβέρνηση, η οποία φέρεται να πίεσε τον κεντρικό τραπεζίτη να κάνει περισσότερα για να τονώσει την ανάπτυξη.
Ο Μόντι, μόλις 24 ώρες μετά, διόρισε στη θέση του τον πρώην υπουργό Οικονομικών, προκαλώντας ανησυχίες στους επενδυτές όσον αφορά την αυτονομία της Κεντρικής Τράπεζας.
Ανησυχίες που μπορεί να πλήξουν περαιτέρω και το τοπικό νόμισμα, το οποίο τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2019 έχει να αντιμετωπίσει μεταξύ άλλων και την πολιτική αβεβαιότητα.
Eνα άλλο πρόβλημα είναι ότι πολλές από τις μεταρρυθμίσεις που πρότεινε ο Μόντι δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί, ειδικά εκείνες που αφορούν την εργατική νομοθεσία και την απόκτηση γης.
Οι ψηφοφόροι θα δώσουν επίσης προσοχή στις προσπάθειες της κυβέρνησης για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Περίπου 12 εκατομμύρια Ινδοί εισέρχονται στο εργατικό δυναμικό κάθε χρόνο.
Η Ινδία δεν δημοσιεύει επίσημα στοιχεία για την απασχόληση, αλλά πρόσφατη μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου Azim Premji κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τους τελευταίους μήνες η αύξηση της ανεργίας άρχισε και πάλι να γίνεται αισθητή σε ολόκληρη τη χώρα.
Όσον αφορά το δημογραφικό, μπορεί εν κατακλείδι να είναι το μεγάλο ατού της Ινδίας από το 2030 και μετά, προς το παρόν όμως αποτελεί ένα μεγάλο πρόβλημα της παρούσας, αλλά και της επόμενης κυβέρνησης.
Ο πληθυσμός στην Ινδία αυξάνεται κατά 20% ανά δεκαετία, οδηγώντας σε προβλήματα όπως η έλλειψη τροφίμων, η υποβάθμιση της υγιεινής, αλλά και η ρύπανση. Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Ινδίας μπορεί να παραμένει εντυπωσιακός, εν τούτοις το βιοτικό επίπεδο -και άρα η πολιτική δυσαρέσκεια- των περισσότερων πολιτών δεν έχει αλλάξει.
Ενδεικτικό είναι ότι μόνο το 6% των φτωχών της Ινδίας έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό, έναντι του 33% των μη φτωχών.
Η αποχέτευση είναι ένα ακόμα μαζικό πρόβλημα που η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει.
Το 21% των φτωχών της Ινδίας έχει πρόσβαση σε τουαλέτες έναντι του 62% των μη φτωχών.
Η μόλυνση είναι άλλο ένα πεδίο προβλημάτων, με την Ινδία να χρησιμοποιεί άνθρακα για το 75% των ενεργειακών αναγκών της και το Νέο Δελχί να είναι από τις πιο μολυσμένες χώρες του κόσμου.
Επίσης, η ανάπτυξη στις δημόσιες συγκοινωνίες και το οδικό δίκτυο δεν συμβάδισαν τα τελευταία χρόνια με την αύξηση του πληθυσμού.
Τέλος, η Ινδία κατατάσσεται στην 81η θέση της λίστας των 180 χωρών με τη μεγαλύτερη διαφθορά του δημόσιου τομέα. Η επιχειρηματική όμως δραστηριότητα σε μια διεφθαρμένη χώρα είναι δύσκολη και συχνά υπάρχουν ασαφή και αθέμιτα κανονιστικά και φορολογικά συστήματα.
Οικονομία 5 τρισ. δολαρίων μέχρι το 2025
Παρά τα βραχυπρόθεσμα ρίσκα, τα οποία κάθε άλλο παρά μικρά είναι, η Ινδία είναι ένας πολλά υποσχόμενος επενδυτικός προορισμός.
Σύμφωνα με το World Economic Forum, η ινδική οικονομία αναμένεται να διπλασιαστεί μέχρι το 2025, φτάνοντας τα 5 τρισ. δολάρια.
Η οικονομία της Ινδίας έχει εισέλθει σε φάση ταχείας ανάπτυξης και εκτιμάται ότι μέχρι το 2035 θα αποτελέσει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως, ύστερα από αυτήν της Κίνας. Ήδη άλλωστε είναι η έκτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχοντας παραχωρήσει την έβδομη θέση στη Γαλλία, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας (σ.σ. βέβαια το κατά κεφαλή ΑΕΠ των Γάλλων εξακολουθεί να είναι 20 φορές υψηλότερο από αυτό των Ινδών).
Για το 2019, μπορεί οι περισσότεροι αναλυτές να μην εκτιμούν ανάπτυξη πάνω από 8%, αλλά συγκλίνουν σε 7,4%-7,5% - ρυθμός που παραμένει εντυπωσιακός. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε ότι η Ινδία για το 2018 ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία, παρά την αυξανόμενη παγκόσμια ευπάθεια.
Πίσω από αυτή την εκρηκτική άνοδο κρύβεται τόσο η τεχνολογική καινοτομία, στην οποία επενδύει η χώρα, όσο και το πολυπληθές εργατικό δυναμικό της. Το 2050, η χώρα θα διαθέτει τον μεγαλύτερο και νεαρότερο πληθυσμό που θα εργάζεται παγκοσμίως.
Επιπλέον, τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης αναμένεται να υπερδιπλασιαστούν μέχρι το 2050, ενώ έντονο θα είναι και το κύμα αστικοποίησης, καθώς εκτιμάται ότι το 2025 το 40% του πληθυσμού θα διαμένει στις πόλεις.
Σε μεσοπρόθεσμο τώρα ορίζοντα, μια εκλογική νίκη για τον πρωθυπουργό Μόντι θα μπορούσε να προσφέρει χώρο για να ενεργοποιήσει εκ νέου τη μεταρρυθμιστική του ατζέντα.
Ο Μόντι θα μπορούσε να επιδιώξει να μειώσει τη γραφειοκρατία για τις επιχειρήσεις, να δώσει ώθηση στην ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και να ανοίξει περαιτέρω την Ινδία στις ξένες επενδύσεις, δίνοντας προτεραιότητα σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, όπως η ψηφιοποίηση των αρχείων γης ή η ενίσχυση της δικαστικής υποδομής όσον αφορά το εταιρικό δίκαιο, ώστε να γίνεται ευκολότερη και ταχύτερη η έξοδος των προβληματικών επιχειρήσεων.
Το ενδεχόμενο επέκτασης του φόρου σε τομείς που απαλλάσσονται μέχρι σήμερα, όπως τα καύσιμα, τα ακίνητα, η ηλεκτρική ενέργεια και το αλκοόλ, έχει σοβαρές πιθανότητες να υλοποιηθεί, ενώ μεγάλη πρόκληση αποτελεί η διαθεσιμότητα πιστώσεων στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς η πιστωτική ροή στη βιομηχανία αυξήθηκε μόλις κατά 2,3% το έτος που μας πέρασε.
Η Κεντρική Τράπεζα επιπλέον εξετάζει να εισαγάγει μέτρα όπως η επανεξέταση των περιορισμών δανεισμού των τραπεζών και το άνοιγμα ενός «ειδικού παραθύρου» ρευστότητας για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Αν υλοποιηθούν όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις, οι τιμές του πετρελαίου συνεχίσουν να είναι υποστηρικτικές -ας μην ξεχνάμε ότι η Ινδία είναι από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς πετρελαίου- και λάβει τέλος η αύξηση επιτοκίων από τη Fed, θα μπορούσαμε να δούμε μια σημαντική ανάκαμψη του ινδικού χρηματιστηρίου, σε ένα όχι και τόσο μεγάλο βάθος χρόνου.
Το ινδικό όραμα για το 2030 αναμένεται να ανοίξει νέες ευκαιρίες για τις ινδικές εταιρείες στον τομέα των σιδηροδρόμων, των αεροδρομίων και γενικότερα των υποδομών.
Η ινδική κυβέρνηση σχεδιάζει, αν επανεκλεγεί, να κατασκευάσει 10.000 χλμ. εθνικών οδών, προσθέτοντας 10 εκατ. θέσεις εργασίας και 3% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. Εξίσου μεγαλόπνοη είναι και η ατζέντα για τον τουρισμό, τη στέγαση, την πληροφορική, την ενέργεια και την ψυχαγωγία. Ήδη, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Ινδία αντιπροσωπεύει το 15% της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Αν περάσει με επιτυχία το κομβικό σημείο των εκλογών της άνοιξης, τότε ίσως το Δελχί να διεκδικήσει σύντομα έναν ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια ανάπτυξη.
Η Ινδία άλλωστε βρίσκεται στη διασταύρωση των δύο πιο δυναμικών περιοχών του κόσμου, της Ευρασίας και του Ινδο- Ειρηνικού.
Ο μεγαλύτερο όγκος χρηματοδότησης για την ανάπτυξη θα προκύψει αλλά και θα επενδυθεί σε αυτές τις περιοχές.
*Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων.
Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 11 Ιανουαρίου