Του Ζαφείρη Βάλβη*
Το 2009, ο τότε Πρωθυπουργός είπε ότι πρέπει να παγώσουν μισθοί και συντάξεις (κάπως αργά βέβαια στη θητεία του, αλλά δεν εξετάζουμε αυτό). Λίγο αργότερα, ο τότε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος εφιστούσε την προσοχή στο μεγάλο έλλειμμα της χώρας όταν το χρέος ήταν ακόμη στο 120% του ΑΕΠ (τότε το πρόβλημα ήταν το έλλειμμα, τώρα είναι το χρέος). Στη συνέχεια το 2010, ο επόμενος Πρωθυπουργός μετά από κάποιους μήνες παλινωδιών και προκειμένου να μην οδηγηθεί η χώρα σε άτακτη χρεωκοπία (άτακτη χρεωκοπία είναι αυτό που έπαθε η Βενεζουέλα) λόγω της αδυναμίας δανεισμού από τις αγορές που σήμαινε μη δυνατότητα εξυπηρέτησης των τρεχουσών δαπανών του κράτους (συντάξεις, μισθούς, ιδιώτες προμηθευτές, δημόσια υγεία, δημόσια σχολεία, δημόσια νοσοκομεία, δημόσιες υποδομές, κ.λ.π. συν εξυπηρέτηση τόκων και χρεολυσίων χρέους), υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο με τους Ευρωπαίους εταίρους, που και για εκείνους ήταν μία πρωτόγνωρη εμπειρία την οποία δεν ήξεραν πώς να αντιμετωπίσουν.
Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση λόγω των αρχικών παλινωδιών της τότε κυβέρνησης αλλά και ως αντίποινα για την τότε μη συναίνεση, δεν συναίνεσε ούτε εκείνη με τη σειρά της στο πρώτο μνημόνιο. Το 2011, και ενώ τα αποτελέσματα της κρίσης άρχισαν να γίνονται αισθητά σε μεγάλη έκταση στους πολίτες και εν μέσω έντονης και σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης, ανατέθηκε η πρωθυπουργία στον πρώην Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με την στήριξη των δύο μεγαλύτερων κομμάτων συν ενός της ελάσσονος αντιπολίτευσης που στη συνέχεια αποχώρησε, και υπεγράφη το δεύτερο μνημόνιο εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων της υπόλοιπης αντιπολίτευσης, μετέπειτα αξιωματικής αντιπολίτευσης, μετέπειτα κυβέρνησης.
Το 2012 σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας τριών κομμάτων, που στη συνέχεια έγιναν δύο, για την υλοποίηση του δεύτερου μνημονίου με την τότε αξιωματική αντιπολίτευση να προβαίνει σε μια άνευ προηγουμένου ρητορεία, που δύσκολα ξεχνιέται, καθώς δημιούργησε συνθήκες μίσους στην κοινωνία. Εν τω μεταξύ η ανεργία συνέχιζε να αυξάνει, το ΑΕΠ να πέφτει, οι τράπεζες να είναι στο χείλος του γκρεμού, τα ασφαλιστικά ταμεία να καταρρέουν. Κάπου εκεί ψηφίστηκε το PSI που μακροοικονομικά έσωζε ή έστω βελτίωνε αισθητά την κατάσταση, αλλά για λόγους άγνοιας ή προπαγάνδας θεωρήθηκε ως η καταστροφή της χώρας (όχι δεν κατέστρεψε το PSI τα ασφαλιστικά ταμεία). Το 2015 η χώρα έζησε τον απόλυτο παραλογισμό, και όσοι είχαν ακόμη σώας τα φρένα παρακαλούσαν να υπογραφεί το τρίτο μνημόνιο, διότι αλλιώς θα υπήρχε μια πάρα μα πάρα μα πάρα πολύ άτακτη χρεωκοπία αλά Βενεζουέλα.
Ευτυχώς το τρίτο μνημόνιο ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία 222 βουλευτών, κάτι που έπρεπε να έχει γίνει από τότε που η κυβέρνηση του 2007 ζητούσε πάγωμα δημοσίων δαπανών το 2009, ή έστω από τότε που η κυβέρνηση του 2009 ζητούσε μνημόνιο, ή έστω από τότε που η υπηρεσιακή κυβέρνηση του 2011 ζητούσε στήριξη από όλα τα κόμματα, ή έστω από τότε που εκλέχθηκε η κυβέρνηση του 2012. Όμως τίποτε από αυτά δεν έγινε και το 2015 ξεκινήσαμε από την αρχή, σαν να ήμασταν στο 2009, αλλά με την κοινωνία πλέον εξαντλημένη.
Τώρα βρισκόμαστε στο 2018. Ας ξεχάσουμε για μια στιγμή το παρελθόν και ας δούμε που βρισκόμαστε, με μία κατά το δυνατόν αντικειμενική ματιά, χωρίς κομματικά γυαλιά (εξ' ου και δεν μπήκαν ονόματα στην παραπάνω ιστορική αναδρομή που προσπάθησε να είναι κατά το δυνατόν απλώς περιγραφική).
Ας δούμε την φωτογραφία της στιγμής. Βρισκόμαστε με δημοσιονομικά πλεονάσματα (ευτυχώς), αλλά με το χρέος να βρίσκεται στο 183% του ΑΕΠ, την ανεργία στο 19%, την ανεργία στους νέους στο 45%, τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία να ξεπερνούν τα 30 δις ευρώ, τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία να αυξάνουν κατά 1,5 δισ. ευρώ το μήνα και να έχουν ξεπεράσει συνολικά τα 100 δισ., με 613.000 εργαζόμενους να αμείβονται με κατά μέσο όρο 378 ευρώ μηνιαίως, με τις νέες προσλήψεις να αποτελούν σε ποσοστό 55%-60% εργασία μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, με το δημογραφικό να μας μετατρέπει σε μια χώρα συνταξιούχων, με τους νέους να ψάχνουν για δουλειά στο εξωτερικό, με τις τράπεζες να εξακολουθούν να βρίσκονται σε οριακό σημείο, με την χώρα να δυσκολεύεται βγει στις αγορές με ένα επιτόκιο δανεισμού της τάξης του 4,5% (το μεγαλύτερο της Ευρώπης) και με ένα μαξιλάρι ασφαλείας 20-30 δις ευρώ που μπορεί να μας κρατήσει το πολύ για 2 χρόνια. Είμαστε δηλαδή σε ένα νέο 2007. Έχουμε δύο χρόνια μπροστά μας για να φθάσουμε στο 2009. Και το ερώτημα είναι ένα: Θα προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρήσαμε από το 2009 ως το 2018 ή μάθαμε τίποτα (πολίτες και πολιτικοί) για την αναγκαιότητα της πολιτικής συναίνεσης, της πολιτικής ευθυκρισίας, της πολιτικής ψυχραιμίας, της πολιτικής ειλικρίνειας αλλά και για την αναγκαιότητα απαλλαγής από τον στρουθοκαμηλισμό μας;
*Ο Ζαφείρης Βάλβης είναι ΜΒΑ, Μηχανολόγος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Υπ. Διδάκτωρ Πα.Πει., Επιστημονικός συνεργάτης στο ΠΟΤΑΜΙ