Του Ανδρέα Ζαμπούκα*
Ο «υπαρκτός σουρεαλισμός» που βιώνουμε στα γήπεδα, στα πανεπιστήμια, στην πολιτική και γενικότερα στη δημόσια σφαίρα έχει τις ρίζες του στην «ελληνικότητά» μας. Αρκεί, επομένως, να τις αναζητήσουμε στο απώτερο και εγγύτερο πολιτιστικό παρελθόν μας.
Σε ό,τι αφορά την εισβολή Σαββίδη με όπλο στο γήπεδο, δεν αποτελεί και φοβερή πρωτοτυπία σε μια κοινωνία που τον έχει ήδη καθαγιάσει ως «ευεργέτη» και «πατερούλη» της. Που νομιμοποιεί κάθε «υπέρβαση» στη δραστηριότητά του, στο όνομα της «προσφοράς» του στη Θεσσαλονίκη και στον ΠΑΟΚ. Και που αποδέχεται την ανάπτυξη νέων πελατειακών δικτύων σε αντικατάσταση των παλαιών, που έχουν εξαντλήσει τα άλλοθι των αμαρτιών τους.
Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού και θα μπορούσε κάποιος να το εντοπίσει σε τρεις φαινομενικά ανεξάρτητους χώρους, οι οποίοι όμως συγκλίνουν σε ένα κοινό ιδεολογικό υπόβαθρο: Στην αδυναμία εκβιομηχάνισης της χώρας, στον κρατισμό και στην επικρατούσα «ορθόδοξη» θρησκευτική αντίληψη των Ελλήνων.
Ποτέ στο ελληνικό κράτος δεν εκπονήθηκε ένα μακρόπνοο εθνικό σχέδιο επενδύσεων. Ποτέ κανένας Ελληνας επενδυτής δεν «αγάπησε» την πατρίδα του για να προσφέρει με την παραγωγικότητά του. Ποτέ δεν υπήρξε διάθεση για ίδρυση μεγάλων βιομηχανιών που θα έφερναν και την υγιή αστικοποίηση της χώρας. Ποτέ δεν αποτέλεσε το «εθνικό κράτος» ασφαλές πεδίο επιχειρηματικής πίστης για τους Ελληνες κεφαλαιούχους, δεδομένου ότι επένδυαν στον μεταπρατικό χαρακτήρα της οικονομίας. Οι περισσότεροι απ'' αυτούς, που νομίζουμε για ευεργέτες, ήταν στυγνοί καιροσκόποι που εποφθαλμιούσαν το δημόσιο χρήμα. Μην ξεχνάμε ότι η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος, το 1827, κρίθηκε απαραίτητη από τους ξένους γιατί η Εθνική Τράπεζα του Σταύρου και του Εϋνάρδου ήταν βουτηγμένη στα σκάνδαλα.
Η Αριστερά ήταν επίσης το ιδεολόγημα που κράτησε όρθιο τον κρατισμό και μεγάλωσε το κενό αντίληψης που έχουν οι Ελληνες με την πραγματικότητα. Ο λαϊκισμός και οι αλλεπάλληλες φαντασιώσεις με το «ηρωικό πρότυπο» του «ηττημένου μάρτυρα» πότισαν θυμικά και αλλοίωσαν συνειδήσεις. Η Αριστερά ισοπέδωσε τις ταξικές διεκδικήσεις και εξέθρεψε την αναζήτηση ενός επιδοτούμενου «Παραδείσου» διαμέσου του κράτους και των εγγυήσεών του.
Τέλος, η «Ορθοδοξία», συστηματικά και με επιμέλεια, αναπαράγει τους μύθους της και διογκώνει όλο και περισσότερο την εσωστρέφεια. Δεν είναι απαραίτητο κάποιος να είναι θρήσκος. Η διάχυτη αίσθηση του μεταφυσικού, που ανακυκλώνεται μέσα από την κουλτούρα και το περιβάλλον, επιδρά και ταυτίζει την ηθική με τον θρησκευτικό αξιακό κώδικα. Οι μεγαλύτεροι μύθοι που μεταφέρονται σε όλες τις γενιές είναι το αντιδυτικό πνεύμα και η ταύτιση του έθνους με τη θρησκεία!
Ολα τα παραπάνω κι ακόμα περισσότερα δίνουν στην ελληνική κοινωνία τα χαρακτηριστικά μιας «νεωτερικής πραγματικότητας», που δεν βρίσκει τον βηματισμό της και αναζητά «άρχοντες», «βασιλόπουλα» και «φυλάρχους».
Το ζήτημα εν τω μεταξύ είναι ότι επιμένουμε ακόμα σε φεουδαρχικά πρότυπα ηγεμονίας και αντιστεκόμαστε σε οποιονδήποτε εκσυγχρονισμό θεσμών και αντιλήψεων.
Κατά συνέπεια, φαινόμενα σαν αυτό του Ιβάν είναι πολύ φυσικό να εμφανίζονται κατά καιρούς, προκειμένου να ενισχύσουν τις ήδη καθεστωτικές «φαμίλιες» της χώρας. Το τι κάνουμε για να αντισταθούμε με μια χρεοκοπημένη οικονομία και με ένα σηπτικό πολιτικό σύστημα, είναι κάτι που θα πρέπει να μας απασχολήσει, όσο ακόμα έχουμε περιθώρια διάσωσης. Γιατί, σε περίπτωση που μας ξεχάσουν οι Ευρωπαίοι, δεν είναι καθόλου απίθανο να συνεχίσουμε την αριστερο-ορθόδοξη ραστώνη μας ως «νεο-οθωμανική επαρχία». Αρκεί να μη μας στερήσουν τα τρία θεμέλια του «πολιτισμού» μας: την πατρωνία, την προγονοπληξία και τον ευσεβισμό...
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στον «Φιλελεύθερο» της Τρίτης 13 Μαρτίου, αρ. φύλλου 77.
Φωτογραφία: intimenews.gr