Το ακραίο σημείο στο οποίο έχουμε οδηγηθεί από την απόφαση της Τουρκίας να αυξήσει τις προσφυγικές ροές, πολιτική που όπως όλα δείχνουν θα συνεχισθεί το επόμενο διάστημα, αντανακλούν οι δραματικές εξελίξεις στη Μόρια, όπως δηλώνει στο liberal.gr, ο Κώστας Λάβδας, προβλέποντας μάλιστα κλιμάκωση εκ μέρους της Αγκυρας, σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή σε Αιγαίο, Κύπρο, και Προσφυγικό, για το οποίο συνεδριάζει σήμερα το υπουργικό συμβούλιο.
Σχολιάζοντας την συνεχιζόμενη προκλητικότητα της Αγκυρας, ο καθηγητής Ευρωπαικής Πολιτικής στο Πάντειο εκτιμά ότι η επανεκίνηση των συνομιλιών στα ελληνοτουρκικά, έχει νόημα, μόνο εφόσον ξέρουμε τι προσδοκούμε, και συγκεκριμένα αφενός για να κερδίσουμε χρόνο - ακόμη και αν δεν οδηγηθούμε στις επιθυμητές συγκλίσεις, έτσι ώστε να απομακρυνθεί σε ένα βαθμό ο άμεσος κίνδυνος ρήξης - αφετέρου να αξιοποιήσουμε αυτό το χρόνο με τρόπο που ταυτόχρονα ενισχύει την ισχύ της χώρας και καταπολεμά την ηττοπάθεια στην κοινή γνώμη, και τρίτο, να κτίσουμε περαιτέρω τις συνεργασίες και τις συμμαχίες μας.
Και επαναλαμβάνει ότι σε αυτή τη συγκυρία, η εμμονή σε "λύση" του Κυπριακού εν μέσω απειλών και εκβιασμών δεν έχει κανένα νόημα, αντιθέτως, νομιμοποιεί τις τακτικές της άλλης πλευράς.
Ενόψει και της άφιξης Πομπέο στην Αθήνα, ο κ. Λάβδας σημειώνει ότι πραγματική στρατηγική εμβάθυνση των σχέσεων Ελλάδας-ΗΠΑ θα σήμαινε ένα πλέγμα συνεργασιών, από την ασφάλεια και την άμυνα μέχρι την παιδεία, την οικονομία και την αγροτική παραγωγή, στα πρότυπα των σχέσεων ΗΠΑ – Ισραήλ, πέραν της αυτονόητα σημαντικής πολυμερούς συνεργασίας στο ΝΑΤΟ και άλλα εξειδικευμένα φόρα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Σας ανησυχούν οι νέες δραματικές εξελίξεις στη Μόρια ;
Αντανακλούν δυστυχώς το ακραίο σημείο στο οποίο έχουμε οδηγηθεί. Η Τουρκία αύξησε τις ροές το αμέσως προηγούμενο διάστημα και δεν έχουμε λόγο να πιστεύουμε ότι θα επιχειρήσει να τις μειώσει.
Το ζήτημα είναι βέβαια ευρωπαϊκό και ως τέτοιο πρέπει να το αναδεικνύουμε, αλλά είναι αδύνατο να περιμένουμε τις εξελίξεις.
Δυστυχώς η Άγκυρα βλέπει το προσφυγικό ως μοχλό πίεσης τόσο στο συριακό ζήτημα (όπου πιέζει για την μετακίνηση περισσότερων από ένα εκατομμύριο προσφύγων πίσω στη βορειοανατολική Συρία στο πλαίσιο της ασφαλούς ζώνης) όσο και στα ελληνοτουρκικά.
Εμείς πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες για κατά το δυνατόν γρήγορες επιστροφές μέσα πάντα στο θεσμικό πλαίσιο και για αποσυμφόρηση των κέντρων στα νησιά. Από την άλλη πλευρά, δεν συμφωνώ με τις προτάσεις για ίση κατανομή στις περιφέρειες. Ορισμένες περιοχές της χώρας, π.χ. στη Θράκη, έχουν ιδιάιτερες ανάγκες και ευαισθησίες. Ο σχεδιασμός χρειάζεται αμεσότητα αλλά και περίσκεψη.
Η άφιξη τις επόμενες ημέρες στην Αθήνα του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μ.Πομπέο, με ατζέντα μεταξύ άλλων, την αμυντική συνεργασία Ελλάδας - ΗΠΑ, (π.χ συμβάσεις για την χρήση των βάσεων Σούδα, Λάρισα, χρήση λιμένα Αλεξανδρούπολης), έρχεται ελάχιστες ημέρες μετά τις επαφές Μητσοτάκη στις ΗΠΑ. Τι να περιμένουμε επομένως από την επίσκεψη Πομπέο ;
Κάθε νέο βήμα θα είναι θετικό και καταρχήν ευπρόσδεκτο. Όμως μια πραγματική στρατηγική εμβάθυνση θα σήμαινε δυο πράγματα για εμένα. Πρώτον, την ανάπτυξη ενός ακόμη περισσότερο περιεκτικού πλέγματος διμερούς συνεργασίας από την ασφάλεια και την άμυνα μέχρι την παιδεία, την οικονομία και την αγροτική παραγωγή, στο πρότυπο των σχέσεων ΗΠΑ – Ισραήλ, πέραν της αυτονόητα σημαντικής πολυμερούς συνεργασίας στο ΝΑΤΟ και άλλα εξειδικευμένα φόρα.
Και δεύτερον, μια περαιτέρω επεξεργασία των διμερών δεσμεύσεων των ΗΠΑ για περιπτώσεις επίθεσης σε ελληνικούς στόχους. Η συμμετοχή των ΗΠΑ σε έργα υποδομών των ελληνικών ΕΔ και στη λειτουργία τους συνδυάζεται καλά με αυτή την κατεύθυνση.
Και οι δυο αυτές διαστάσεις είναι κρίσιμες, εν όψει και της πασιφανούς αδυναμίας της ΕΕ, παρά τα θετικά βήματα που έκανε πρόσφατα με κοινές δηλώσεις, να επηρεάσει πρακτικά την τουρκική επιθετικότητα.
Θεωρώ όμως ότι υπάρχει ένα ακόμη ζήτημα που σχετίζεται με το ερώτημα, σε ποιό βαθμό το βάθος και το εύρος της συνεργασίας θα πρέπει να οριοθετούνται σαφώς από το τυπικό σκέλος και τις διατυπώσεις μιας συμφωνίας ;
Η απάντηση σε αυτό το αρκετά λεπτό, πρόσθετο ερώτημα θα πρέπει να είναι καταφατική, για πολλούς και διαφόρους λόγους.
Για παράδειγμα, το Ισραήλ βασίζεται και σε ένα ιδιαίτερα ισχυρό λόμπυ και σε μια σημαντική οικονομική παρουσία και σχέσεις, οπότε η αλληλεπίδραση είναι ουσιαστικότερη. Επίσης, το Ισραήλ δεν ανήκει σε ένα συνομοσπονδιακό μόρφωμα οπως η ΕΕ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Τι μήνυμα στέλνει στην Αγκυρα, η άφιξη Πομπέο, ειδικά σε μια συγκυρία όπου η τουρκική προκλητικότητα συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, παρά το “καλό” κλίμα της συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν ;
Θεωρώ ότι πρέπει κάποτε να την ξαναδούμε αυτή τη συζήτηση περί «μηνυμάτων». Υπάρχουν «σήματα» που εκπέμπονται ανεξαρτήτως της πρόθεσης του πομπού, υπάρχουν ενίοτε και «μηνύματα» που πράγματι νοηματοδοτούνται με κάποιο τρόπο και το ερώτημα είναι πως θα ερμηνεύσει μετά ο αποδέκτης το περιεχόμενο. Κάθε κίνηση στέλνει σήματα: αδυναμίας, δύναμης, αποφασιστικότητας, αναποφασιστικότητας, παρελκυστικής προσέγγισης, προσχηματικής αντιμετώπισης, προετοιμασίας, ηττοπάθειας, κλπ.
Τώρα στο συγκεκριμένο που ρωτάτε, προτιμώ να εστιαστούμε στα μηνύματα που στέλνουν οι ΗΠΑ σε εμάς και όχι στο πώς θα ερμηνευτούν οι κινήσεις των ΗΠΑ από την Άγκυρα. Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημαίνω από πέρσι, δεν βρισκόμαστε σε περίοδο που η Άγκυρα περιμένει «πράσινο φως» απο κάπου για να κάνει μια κίνηση. Κάθε άλλο.
Με τις ΗΠΑ να αμφιταλαντεύονται απέναντι στην Τουρκία, την Ρωσία με ένα ΑΕΠ λίγο μεγαλύτερο από αυτό της Ιταλίας, τη βασική δυναμική της σύγκρουσης Σαουδικής Αραβίας – Ιράν σε πλήρη εξέλιξη, το Ισραήλ απέναντι στην Άγκυρα, τους Κούρδους μουδιασμένους αλλά παρόντες και την ΕΕ σε δύσκολο σταυροδρόμι, η Τουρκία του Ερντογάν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα περαιτέρω αποσταθεροποίησης στην περιοχή.
Τι είδους "καλό" κλίμα μπορεί να είναι αυτό, όταν ελάχιστα 24ωρα μετά την συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, και με αφορμή την κοινή διακήρυξη των υπ. Εξωτερικών Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, το τουρκικό ΥΠΕΞ εξαπέλυσε επίθεση, μιλώντας για ανυπόστατους ισχυρισμούς και για προσπάθειες που δεν υπηρετούν την ειρήνη και σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο ;
Είχα εξηγήσει πριν τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, ότι συνεχείς επαφές σε χαμηλότερα επίπεδα προφανώς χρειάζονται, αλλά οι συναντήσεις κορυφής θέλουν περίσκεψη και έχουν νόημα μόνον όταν υπάρχει πραγματικά κάτι νέο.
Σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να νομιμοποιείται ο εν αδίκω ευρισκόμενος, μπορεί και να μεταδίδονται σήματα μιας διαλλακτικότητας κατανοητής για τις δικές μας αντιλήψεις, αλλά παρεξηγήσιμης από την άλλη πλευρά.
Η επανεκκίνηση των ελληνοτουρκικών συνομιλιών αναμφίβολα έχει τη σημασία της, αρκεί να ξέρουμε τι προσδοκούμε. Κατά τη γνώμη μου, τρεις είναι οι βασικές προσδοκίες και έχουν νόημα μόνο συνδυαστικά.
Πρώτον, να κερδίσουμε χρόνο μέσω των συνομιλιών, ακόμη και αν δεν οδηγηθούμε στις επιθυμητές συγκλίσεις, έτσι ώστε να απομακρυνθεί σε ένα βαθμό ο άμεσος κίνδυνος ρήξης. Δεύτερον, να αξιοποιήσουμε αυτό το χρόνο με τρόπο που ταυτόχρονα ενισχύει την ισχύ της χώρας και καταπολεμά την ηττοπάθεια στην κοινή γνώμη, η οποία έχει δυστυχώς οδηγηθεί σε ατραπούς μιθριδατισμού μετά από μια οξύτατη κρίση κατά την οποία οι εταίροι στην ΕΕ απαίτησαν, μεταξύ άλλων, και μείωση αμυντικών δαπανών. Και τρίτο, να κτίσουμε περαιτέρω τις συνεργασίες και τις συμμαχίες μας.
Σχολιάστε μας και την αποκάλυψη της κυπριακής εφημερίδας “Φιλελεύθερος” ότι η Τουρκία επιχειρεί να στήσει “κλοιό” γύρω από την Κύπρο μέσω ερευνών και γεωτρήσεων καθώς όπως υποστηρίζει, Τούρκοι αξιωματούχοι παρουσιάζουν στις επαφές τους με διεθνείς παράγοντες χάρτη σύμφωνα με τον οποίο τόσο η Κύπρος όσο και το Καστελόριζο στερούνται κάθε δικαίωμα σε υφαλοκρηπίδα...
Το Κραν Μοντανά (Crans-Montana) καλώς ή κακώς είναι νεκρό και χωρίς συνέχεια, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία. Σε αυτή τη συγκυρία, η εμμονή σε «λύση» του Κυπριακού εν μέσω απειλών και εκβιασμών δεν έχει κανένα νόημα. Αντιθέτως, νομιμοποιεί τις τακτικές της άλλης πλευράς.
Η Κύπρος θα πρέπει αφενός να προχωρήσει με κινήσεις όπως το σχεδιαζόμενο αίτημα για συζήτηση των απειλών περί εποικισμού της Αμμοχώστου σε κλειστή συνεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας και αφετέρου να προετοιμάζει το έδαφος, τόσο διεθνώς όσο και στο εσωτερικό, για έναρξη διαδικασιών ένταξης στο ΝΑΤΟ. Παρά τις αυτονόητες τουρκικές αιτιάσεις και αντιδράσεις, πέρα από την επίτευξη του στόχου, αυτή θα είναι μια πολλαπλώς χρήσιμη διαδικασία. Θα διορθώσει, με μεγάλη καθυστέρηση, και ένα ιστορικό σφάλμα.