Παρά το γεγονός ότι η ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας μονοπώλησε τις αγωνίες μας και την καθημερινότητα της χώρας, η απειλή που αντιπροσωπεύει ο τουρκικός αναθεωρητικός ακτιβισμός παραμένει η πιο κρίσιμη πρόκληση για την ελληνική εθνική ασφάλεια. Και η δραστηριότητα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στον εναέριο χώρο του ανατολικού Αιγαίου καθώς και η ρητορική της πολιτικής ηγεσίας τους δεν αφήνει περιθώρια για αισιόδοξες εκτιμήσεις.
Μια ματιά στον χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου αρκεί για να καταλάβει κάποιος ότι η Ελλάδα και η Κύπρος είναι το βασικό εμπόδιο στις περιφερειακές φιλοδοξίες της Τουρκικών ηγετικών ομάδων. Όχι γιατί η Ελλάδα έχει ανάλογες φιλοδοξίες, αλλά γιατί οι φιλοδοξίες της Άγκυρας περνάνε μέσα από την αλλαγή του status quo στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Αν και δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι η θεμελιώδης πραγματικότητα στο Αιγαίο είναι ότι μία στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία δεν θα έχει νικητές και κανένα πρόβλημα δεν θα επιλυθεί, παρ’ όλα αυτά, μία πολεμική σύγκρουση - ιδιαίτερα αν η Τουρκική ηγεσία την επιδιώκει επειδή θεωρεί ότι στην συγκεκριμένη συγκυρία ο συσχετισμός σκληρής ισχύος είναι ευνοϊκός – μπορεί να μας επιβληθεί. Η Άγκυρα συνεχώς επισείει την προοπτική της βίας ως επιλογή και μέσον «επίλυσης των διαφορών».
Πολλοί ελπίζουν στην οικονομική κατάρρευση της γείτονος. Πολύ φοβάμαι ότι θα διαψευσθούν πανηγυρικά. Ακόμη και αν το χειρότερο για την Τουρκία επισυμβεί, κανείς δεν πρέπει να παραβλέπει ότι μιλάμε για μια οικονομία τουλάχιστον 4 φορές μεγαλύτερη από την ελληνική, με σημαντική βιομηχανική παραγωγική βάση, με έναν δυναμικό πρωτογενή τομέα, με εξαγωγές σχεδόν 180 δις δολάρια, με μία διαρκώς διευρυνόμενη – αναλογικά - μεσαία τάξη. Και αυτά τα δεδομένα δεν θα αλλάξουν ακόμη και αν η Άγκυρα αναγκασθεί να προσφύγει στο ΔΝΤ.
Η Τουρκία είναι μία αναπτυγμένη οικονομία που ετοιμάζεται πυρετωδώς για την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Επενδύει στην εκπαίδευση και την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού της και μπορεί να είναι ήσυχη ότι για κάποιες τουλάχιστον δεκαετίες δεν θα αντιμετωπίσει τα δημογραφικά προβλήματα που απειλούν τις αναπτυγμένες κοινωνίες και την Ελλάδα.
Η γειτνίαση με μία τέτοια οικονομία θα μπορούσε να είναι και ευλογία αλλά η σύγχρονη πραγματικότητα είναι ότι η Άγκυρα έχει ανοίξει όσα περισσότερα ζητήματα μπορεί εις βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου. Η προσπάθεια διεμβολισμού των χερσαίων συνόρων, η επαναλαμβανόμενη απειλή για άνοιγμα της κάνουλας των μεταναστευτικών ροών σε στεριά και θάλασσα, οι υπερπτήσεις και η απροκάλυπτη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας, η «οριοθέτηση» με την Λιβύη με μεθόδους που θυμίζουν τις συμπεριφορές των αποικιοκρατικών δυνάμεων τον 18ο και τον 19ο αιώνα, η εμπλοκή δι’ αντιπροσώπων σε εμφύλιες συγκρούσεις στην Μέση Ανατολή και στην Βόρεια Αφρική και η σχετική προσπάθεια προβολής ισχύος συγκροτούν μια στρατηγική που για την Ελλάδα εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά μιας αντιπαράθεσης μηδενικού αθροίσματος.
Η Τουρκία δεν επιδιώκει συμβιβασμό. Η «Γαλάζια Πατρίδα» μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με απώλειες για την Ελλάδα και την Κύπρο. Όμως, μία φορτωμένη με τουρκικές αναθεωρητικές προτιμήσεις διμερή ατζέντα όπου τα ζητήματα μπορούν να διευθετηθούν μόνο στη βάση ελληνικών συμβιβασμών δεν είναι ένα πλαίσιο που η Αθήνα μπορεί να αποδεχθεί.
Έτσι, το πιθανότερο είναι ότι η Άγκυρα θα εξακολουθήσει να δοκιμάζει τις αντοχές της Αθήνας και να κλιμακώνει χωρίς να φτάνει στο κατώφλι ενός θερμού επεισοδίου. Θα επιδιώκει να κερδίζει πόντους κάθε μέρα. Θα συνεχίσει να δεσμεύει μεγάλες περιοχές στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο για ασκήσεις. Θα συνεχίσει να προσπαθεί να οριοθετήσει ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα με άλλες χώρες διακηρύττοντας την ανυπαρξία των ελληνικών και κυπριακών δικαιωμάτων. Θα συνεχίσει να απειλεί και να παραβιάζει. Δεν θα διστάσει να (ξανά)χρησιμοποιήσει τις προσφυγικές ροές ως υβριδικό εργαλείο.
Σε αυτό το περιβάλλον, οι επιλογές της Αθήνας προσδιορίζονται τελικά από την ανάγκη να διατηρηθεί η ελληνική κυριαρχία και η ειρήνη. Για να συμβεί αυτό πρέπει να βελτιώνεται κάθε μέρα, κάθε ώρα η αποτρεπτική μας ικανότητα, η αντοχή μας απέναντι σε τακτικές όπως αυτές στον Έβρο, και η ψυχραιμία μας. Η θωράκιση των χερσαίων συνόρων είναι απόλυτη προτεραιότητα και για λόγους ουσίας και για λόγους συμβολισμού.
Ένα βασικό στοιχείο της τουρκικής στρατηγικής είναι «η αβεβαιότητα της βεβαιότητας». Είμαστε σίγουροι ότι κάτι θα συμβεί αλλά δεν ξέρουμε πότε. Έτσι, κάθε κίνηση, κάθε ψίθυρος, κάθε φήμη, κάθε δημοσίευμα προκαλεί αναστάτωση. Το τελευταίο «στιγμιότυπο» στο Έβρο είναι αποκαλυπτικό του πόσο τεντωμένα είναι τα νεύρα όλων στην Ελλάδα.
Και ενώ η Τουρκία διατηρεί το τακτικό πλεονέκτημα να ελέγχει χρόνο και χώρο των κινήσεών της, και ενώ πρέπει να αντέχουμε τις πιέσεις και να αποφεύγουμε τις παγίδες της κλιμάκωσης,
Πρέπει παράλληλα να επιδιώκουμε να αλλάξουμε τα δεδομένα. Μία συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ με την Αίγυπτο που - αν και όχι ιδανική - θα ακυρώνει νομικά και πολιτικά το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο ποτέ δεν ήταν πιο επιθυμητή. Δεν θα ακυρώσει την τουρκική προκλητικότητα αλλά θα απονομιμοποιήσει πλήρως την στρατηγική της και θα δημιουργήσει μία τριμερή νομική διαφορά την οποία η Άγκυρα δεν θα μπορεί να αγνοήσει.
Σε αυτό το πλαίσιο, η οριστική διευθέτηση των οριοθετήσεων με Αλβανία και Ιταλία είναι συμβολικά και διαπραγματευτικά περισσότερο αναγκαία και επείγουσα από ποτέ. Η Τουρκία ανοίγει ζητήματα και μέτωπα. Εμείς ας φροντίσουμε να κλείσουμε εκκρεμότητες πριν την αντιμετωπίσουμε.