Του Κωνσταντίνου Π. Γκιουλέκα*
Η συγκυρία που διέρχεται η χώρα μας δεν έχει προηγούμενο και οι περιορισμοί είναι γνωστοί και δεδομένοι. Σε μια περίοδο μνημονίου και πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, με μία ανεργία στα ύψη, με εκατοντάδες χιλιάδες νέους στο εξωτερικό, πρέπει να επιλέξουμε τον δρόμο που θέλουμε να ακολουθήσουμε. Ή θα αντιμετωπίσουμε μοιρολατρικά την κατάσταση, με την αδιέξοδη πολιτική της σημερινής κυβέρνησης των αλλεπάλληλων εξοντωτικών φοροεπιδρομών, που οδηγεί στην ολοένα και μεγαλύτερη φτωχοποίηση των Ελλήνων… Ή θα ακολουθήσουμε τον δρόμο που οδηγεί στην ανάκαμψη της οικονομίας, στην σταθεροποίησή της και εν τέλει στην ανάπτυξη, μέσα από μία σειρά γρήγορων μεταρρυθμίσεων, μέσα σ' ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον, όπου τα απαραίτητα χρήματα δεν θα τα αναζητήσουμε στους φόρους αλλά στην ανάπτυξη, στις επενδύσεις. Μόνο έτσι μπορούμε να μιλήσουμε για μια διέξοδο από την κρίση, για μια Ελλάδα που μπορεί να ξαναχτίσει τις ελπίδες της, να ξαναστήσει το όραμά της.
Αυτόν τον δρόμο της ανάπτυξης έχει νόημα να χαράξουμε με τις επιλογές που θα κάνουμε σε όλους τους τομείς, επιχειρώντας να φτιάξουμε το δικό μας σχέδιο, το δικό μας μοντέλο για το παρόν και το μέλλον της χώρας, όπως το παρουσίασε, σε βασικούς άξονες, και ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Και είναι απολύτως ρεαλιστικό να ισχυριστούμε ότι η ανάπτυξη της χώρας περνά μέσα από την ανάπτυξη της Βορείου Ελλάδος και της πρωτεύουσάς της, της Θεσσαλονίκης. Η περιοχή και η πόλη αυτή, μετά τις αλλαγές που έγιναν στις χώρες του πρώην ανατολικού συνασπισμού στις αρχές της δεκαετίας του '90, μεταβλήθηκαν γεωπολιτικά και ήλθαν πολύ πιο έντονα στο προσκήνιο και έγιναν πραγματικός κόμβος για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Ακόμη και μέσα στην πρωτοφανή κρίση, από την οποία διερχόμαστε, η Βόρειος Ελλάδα και η Θεσσαλονίκη θα προχωρήσουν μπροστά. Ειδικότερα, η Θεσσαλονίκη θα βαδίσει ούτως ή άλλως, νομοτελειακά, στο δρόμο της ανάπτυξης λόγω της θέσης στην οποία βρίσκεται. Είναι το φυσικό επίνειο για ολόκληρη τη χερσόνησο του Αίμου, μια πολύ σημαντική πύλη εισόδου για ολόκληρη την Ευρώπη.
Όπως εξηγήσαμε, αυτά που ήταν τα συγκριτικά μειονεκτήματά της ως το 1990, μετά την κατάρρευση του πρώην ανατολικού συνασπισμού έγιναν σήμερα τα σημαντικά πλεονεκτήματα.
Επομένως δεν είναι καθόλου ουτοπικό όταν λέμε ότι η ανάπτυξη της χώρας συνδέεται με την ανάπτυξη του βορειοελλαδικού χώρου και της Θεσσαλονίκης. Η Βόρεια Ελλάδα βρίσκεται πιο κοντά στην Ευρώπη, η οποία μπορεί, βεβαίως, να χωρίζεται σε ομάδες κρατών πολλών ταχυτήτων, με τον ευρωπαϊκό νότο να βρίσκεται στη δεύτερη και τρίτη ταχύτητα -με τη διαφορά μεταξύ ισχυρών και μη ισχυρών να είναι πιο έντονη σήμερα-. Μια Ευρώπη, όμως, που δεν παύει να αποτελεί, πέρα από τον φυσικό μας χώρο, και έναν συνασπισμό απαραίτητο ακόμη και κάτω από τις σημερινές συνθήκες.
Και η Θεσσαλονίκη ανήκει σε εκείνο το δίκτυο πόλεων που, πέρα από τους τίτλους, είναι οι πραγματικές πρωτεύουσες-πόλεις που θα βαδίσουν στον δρόμο της ανάπτυξης.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια αληθινή πρωτεύουσα για τη Βόρειο Ελλάδα αλλά και μια σημαντικότατη πόλη για ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη. Ωστόσο, απαιτείται να προχωρήσουν οι απαραίτητες υποδομές ώστε να αναδειχθεί σε μία σύγχρονη μεγαλούπολη με σημαντικές προοπτικές για το αύριο. Τα έργα που ξεκίνησαν πρέπει πάση θυσία να προχωρήσουν, παρά την δύσκολη οικονομική συγκυρία που διανύουμε. Μετρό, εκσυγχρονισμός του αεροδρομίου και του λιμανιού της, σιδηροδρομικές συνδέσεις με την βαλκανική ενδοχώρα.
Πέρα από τα απαραίτητα έργα υποδομής, όμως, η Θεσσαλονίκη χρειάζεται συγκεκριμένους στόχους. Δεν μπορεί να βαδίσει στα τυφλά χωρίς να υπάρχουν άξονες πάνω στους οποίους θα ξεδιπλωθούν οι προοπτικές για την ανάπτυξή της. Η Θεσσαλονίκη δεν ανταγωνίζεται την Αθήνα, αλλά τις μεγάλες σύγχρονες ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις. Αυτό είναι και το όραμά μας: Να γίνει μια ισχυρή ευρωπαϊκή πόλη μέσα από μια ισχυρή Ελλάδα.
Και γι' αυτό απαραίτητη προϋπόθεση είναι να ξεφύγει από την μιζέρια και την γκρίνια πολλών τοπικών παραγόντων, που την θέλουν απλώς, όπως έλεγαν τα προηγούμενα χρόνια ένα… βαλκανικό χωριό(!), χωρίς πυξίδα, χωρίς ξεκάθαρους στόχους, χωρίς έναν ουσιαστικό προσανατολισμό. Πολλές τέτοιες θολές ιδεοληψίες ήταν που κράτησαν την Θεσσαλονίκη αρκετά χρόνια στο περιθώριο. Αυτό δεν πρέπει να ξανασυμβεί.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια ανοιχτή πόλη, μια πόλη που φιλοξενεί ρεύματα, τάσεις, που γεννά, που παράγει πολιτισμό, μια πόλη που έχει ένα πολύ πλούσιο έμψυχο δυναμικό. Μια πόλη που δεν γηράσκει, αλλά ανανεώνεται συνεχώς γιατί έχει πολλά νέα άτομα, τους φοιτητές και σπουδαστές της. Μια πόλη που μπορεί να οικοδομεί το μέλλον της, έστω και κάτω από τις σημερινές δύσκολες συνθήκες που περνά η πατρίδα μας. Μια πόλη που ατενίζει το αύριο, βλέπει μπροστά με αισιοδοξία και σιγουριά γιατί στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις, στα δικά της παιδιά, στους δικούς της ανθρώπους.
Οι Θεσσαλονικείς, όπως είπαμε, χάσαμε πολύτιμο χρόνο τις προηγούμενες δεκαετίες. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε κι άλλον από εδώ κι εμπρός. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε αποφασιστικά το μέλλον μας. Να οριοθετήσουμε τους άξονες στους οποίους θα βασιστεί η ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης μας και αυτό το μήνυμα οφείλουμε να στείλουμε προς όλες τις κατευθύνσεις. Κι όσοι θέλουν απλώς να αναπαράγουν τη μιζέρια τους μέσα από μια θολότητα και σύγχυση που δεν οδηγεί πουθενά αυτοί θα πρέπει να καταλάβουν ότι αυτοί ανήκουν οριστικά στο παρελθόν. Η συντριπτική πλειοψηφία των θεσσαλονικέων πιστεύουμε στις δυνάμεις μας, πιστεύουμε στην πόλη μας κι αγωνιζόμαστε για να ξεφύγουμε προς τα εμπρός.
Αυτό είναι και ο δικός μας σκοπός, η δική μας επιδίωξη. Να κάνουμε την Θεσσαλονίκη μια πραγματική πρωτεύουσα-πόλη. Ένα πραγματικό κέντρο παιδείας και πολιτισμού, ένα πολιτικό, οικονομικό, χρηματοπιστωτικό και διαμετακομιστικό κέντρο και ένα δημοφιλή προορισμό για ολόκληρη την Ευρώπη.
Αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπουμε για την Θεσσαλονίκη, την πρωτεύουσα της Βορείου Ελλάδος, εδώ και αρκετά χρόνια.
Αυτή η Θεσσαλονίκη, πόλη με ταυτότητα και, παράλληλα, συνδεδεμένη με τον υπόλοιπο κόσμο, ανοιχτή στη δημιουργία, θα πάψει να είναι απλώς ένα όραμα και θα πάρει σύντομα τη θέση που της αξίζει.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Π. Γκιουλέκας είναι Βουλευτή ΝΔ Α'' Θεσσαλονίκης και Αν.τομεάρχη Εσωτερικών ΝΔ αρμοδίου για θέματα Μακεδονίας-Θράκης.