Η Τεχνητή Νοημοσύνη ξέρει να αναλύει εκατομμύρια δεδομένα και να σου δίνει απαντήσεις για ένα ρεπορτάζ. Ξέρει τι ειδήσεις σου αρέσουν. Ξέρει να μαθαίνει γρήγορα. Ε, ήταν ζήτημα χρόνου να αρχίσει να γράφει τα νέα της ημέρας…
Είναι πολύ πιθανό, μέσα στα τελευταία 2 χρόνια, οι πιο πολλοί να έχουν διαβάσει ένα κείμενο γραμμένο εξ ολοκλήρου από υπολογιστή. Ο οποίος συνέλεξε τα στοιχεία που έπρεπε, τα επεξεργάστηκε και συνέταξε ένα κείμενο που κανείς δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι δεν πληκτρολογήθηκε από ανθρώπινο χέρι. Το καλό είναι ότι δεν πρόκειται για κάποιο κείμενο απαιτήσεων ή ιδιαίτερου ύφους, δεδομένου ότι οι υπολογιστές χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής σε σύνταξη τυποποιημένων ειδήσεων για τον καιρό ή για τα αθλητικά.
Το κακό είναι ότι όλο και λιγότεροι αναζητούν κάτι περισσότερο από τις ειδήσεις που καταναλώνουν καθημερινά. Και το ακόμα χειρότερο είναι ότι αν μια σοβαρή -και κυρίως υπολογίσιμη διαφημιστικά, μερίδα του κοινού- αρχίσει να αναζητά αυτό το «περισσότερο», οι υπολογιστές μαθαίνουν πολύ γρήγορα. Ήδη «ταλαντούχο» «GPT2» της Open A.I. έχει γράψει ένα εξαιρετικής ποιότητας ρεπορτάζ για τη ζωή των μονόκερων σε ένα φανταστικό δάσος…
Οι αλγόριθμοι είναι φίλοι μας..
Γενικά, η ιδέα των μηχανών που μαθαίνουν να γράφουν ειδήσεις ακούγεται κάπως «δυστοπική», σαν να φτάνει από ένα μέλλον που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Ο καθένας μπορεί να φανταστεί τεράστια πολύπλοκα μηχανήματα, με ευαισθησία «εξολοθρευτή» και φωνή σαν το Computer από την «Οδύσσεια του Διαστήματος», να παράγουν τόνους πληροφοριών και ειδήσεων και να «ταΐζουν» με αυτές το πλήθος που διψάει για ενημέρωση. Γι? αυτό και είχε ιδιαίτερο νόημα η συζήτηση που οργάνωσε πριν από λίγες ημέρες το Imedd (Incubator for Media Education and Development), με θέμα την Τεχνητή Νοημοσύνη και τη δημοσιογραφία, στο πλαίσιο της επετειακής 24ωρης εκδήλωσής του, με τον αισιόδοξο τίτλο «Η δημοσιογραφία ποτέ δεν κοιμάται».
Στη συζήτηση αυτή, οι ειδικοί που ασχολούνται με την Τεχνητή Νοημοσύνη σε μεγάλους δημοσιογραφικούς οργανισμούς ήταν σαφείς, αν και το είπαν λίγο πιο κομψά: Ο πλανήτης «ταΐζεται» ήδη από τέτοιες πληροφορίες. Μόνο που ο μηχανισμός από πίσω δεν είναι κάποιο «σατανικό» μηχάνημα που μιλάει με ηλεκτρονική φωνή. Λέγεται αλγόριθμος. Μια λέξη που έχει αναδειχθεί στο σύγχρονο «τοτέμ» της πληροφορικής. Είναι αυτός που μας προτείνει φίλους στο Facebook, που μας συμβουλεύει τι ταινίες θα δούμε στο Netflix και τι δουλειές μας ενδιαφέρουν στο Linkedin.
Αλλά κυρίως τι διαφημίσεις θα δούμε. Είναι ο αλγόριθμος που επεξεργάζεται τα εκατομμύρια terrabytes που υπάρχουν για τις συμπεριφορές, τις προτιμήσεις μας και τα like μας, μας ταξινομεί και μας προτείνει τι μας αρέσει. Μέσα σε έναν ωκεανό επιλογών, που μεγαλώνει με ρυθμούς αντιστρόφως ανάλογους με τη διάθεσή μας να ψάξουμε μόνοι.
«Ο θάλαμος με την ηχώ»
Ανάμεσα στους εισηγητές της συζήτησης για τη Δημοσιογραφία και την Τεχνητή Νοημοσύνη που μαθαίνει να γράφει ειδήσεις, ήταν και ο Lukasz Krol. Ενας νεαρός με χαλαρό σακάκι, t-shirt και κοκάλινα γυαλιά, που έμοιαζε με τον τυπικό «σπασίκλα». Με σπουδές Πολιτικής Επιστήμης και Ψηφιακής Κυβερνητικής, ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των «νομάδων» της νέας εποχής. Που συμμετέχουν σε συμβουλευτικές επιτροπές ανάλυσης στοιχείων για λογαριασμό κυβερνήσεων, συντονίζουν εργαστήρια σε μεγάλα πανεπιστήμια και συμμετέχουν σε διεθνή fora, δίνοντας μια λιγότερο «τεχνική» και πιο κοινωνική διάσταση στα θέματα που συζητιούνται. Και ήταν εκείνος που κατά τη διάρκεια της συζήτησης μίλησε για την Τεχνητή Νοημοσύνη, η οποία βάσει του αλγόριθμου μπορεί να προσαρμόζει τους τίτλους των ειδήσεων που διανέμονται στα social media ανάλογα με τις προτιμήσεις του καθενός. Δηλαδή για την πραγματικά δυστοπική διάσταση του θέματος.
Ετσι κι αλλιώς, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας που ο όρος «αντικειμενική πραγματικότητα» μοιάζει τόσο πολύ κλονισμένος. Διότι, κάθε μέρα, δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη ανοίγουν την ηλεκτρονική τους συσκευή και ενημερώνονται από το timeline τους για τα τελευταία «γεγονότα». Μόνο που το timeline του καθενός από αυτούς είναι μοναδικό. Το έχει φτιάξει ο ίδιος επιλέγοντας ποιους θα ακολουθήσει και ποιους όχι. Από ποια sites θα γίνονται οι κοινοποιήσεις και τα σχόλια ποιών χρηστών επιλέγει να διαβάζει. Το προσωπικό timeline του καθενός δηλαδή είναι κάτι σαν το δακτυλικό του αποτύπωμα. Ενας μοναδικός κόσμος, με τις ειδήσεις και τις πληροφορίες της προτίμησής του. Σαν τον θόλο ενός πλανητάριου, όπου μέσα του προβάλλεται μια απολύτως ιδιωτική πραγματικότητα του κόσμου. Και στην οποία ο κάθε χρήστης είναι ο μοναδικός θεατής. Και, ναι, το φαινόμενο αυτό έχει ήδη αποκτήσει όνομα: λέγεται eco chamber («ο θάλαμος με την ηχώ»). Υπονοώντας παραστατικά ότι ο κάθε χρήστης βρίσκεται κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, όπου ακούει επαναλαμβανόμενα το ίδιο πράγμα. Δηλαδή τις ίδιες προκατειλημμένες ειδήσεις.
Αν υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι ο αλγόριθμος αποφασίζει να προσαρμόσει την είδηση με τον ειδικό φρουρό ώστε να ικανοποιήσει τον κάθε αναγνώστη, του οποίου έχει ήδη καταγράψει τις προτιμήσεις. Είναι προφανές ότι θα προσαρμόσει τον τίτλο ανάλογα. Στη μία περίπτωση μπορεί να γράψει π.χ. «Ειδικός φρουρός δέχεται επίθεση στην ΑΣΟΕΕ και αμύνεται χρησιμοποιώντας το περίστροφό του», ενώ στη δεύτερη ότι «Ειδικός φρουρός απειλεί με περίστροφο φοιτητές της ΑΣΟΕΕ». Ναι, αυτό γίνεται ήδη. Αλλά στο δυστοπικό μέλλον όπου οι αλγόριθμοι παίζουν ρόλο αρχισυντάκτη αυτό μπορεί να αυτοματοποιηθεί. Και μάλιστα ο καθένας να διαβάζει την είδηση που επιθυμεί και που επιβεβαιώνει τις απόψεις του - κάπως σαν αθλητική εφημερίδα. Επιβεβαιώνοντας έτσι τη δική του «πραγματικότητα».
Εξάλλου, όταν ήδη μπορεί να αλλάξει ο τίτλος αυτόματα, ανάλογα με τις προτιμήσεις του χρήστη, μπορεί και το περιεχόμενο. Και στην ερώτηση «πού μπορεί να οδηγήσει αυτό», ο Lukasz είναι σαφής - και χωρίς να χάνει αυτό το ελαφρώς πικρό μειδίαμα: «Οδηγεί στην ειδησεογραφία του junk food. Θα καταναλώνουμε ειδήσεις όπως καταναλώνουμε ένα φτηνό χάμπουργκερ. Και φυσικά ο μεγάλος χαμένος θα είναι η αλήθεια. Διότι, όταν χάσεις την εμπιστοσύνη σου και την εκτίμησή σου στις ειδήσεις, ύστερα από λίγο δεν σε ενδιαφέρει πια να ξεχωρίσεις από τον πολτό τι είναι αλήθεια και τι όχι». «Και τι γίνεται με την πολυφωνία;» είναι η επόμενη φυσιολογική ερώτηση, δεδομένου ότι ένα timeline με παρόμοιες ειδήσεις, κομμένο και ραμμένο από ένα μηχάνημα, μπορεί να καταλήξει βαρετό.
Ιδιαίτερα μάλιστα όταν εκείνο που αναζητά κανείς όταν κινεί το δάχτυλο στην οθόνη, διατρέχοντας αυτή την ατελείωτη λίστα πληροφοριών, εξομολογήσεων και απόψεων, είναι η έκπληξη. Ή, κατ? άλλους, το τυχαίο «χάος» του απροσδόκητου. Που θα του τραβήξει την προσοχή από την υπνωτική επανάληψη. «Ηδη, κάποιοι μεγάλοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί έχουν αρχίσει να συμπεριλαμβάνουν στην ύλη τους άρθρα από sites με εντελώς αντίθετο ηθικό και ειδησεογραφικό προσανατολισμό», απαντά. Ο «Guardian», για παράδειγμα, κάθε μήνα δημοσιεύει 5-6 άρθρα αποκλειστικά από «ψεκασμένα» sites, για να διασώσει αυτή την «πολιπολιτισμικότητα».
Οι μηχανές μαθαίνουν γρήγορα
Μόλις τρεις δεκαετίες πριν, στα ξένοιαστα '90ς, πριν ακόμα η λέξη «παγκοσμιοποίηση» αρχίσει να πηγαινοέρχεται από την αποθέωση στη δαιμονοποίηση, το περιοδικό «Economist» κυκλοφόρησε την ετήσια έκδοσή του για τη χρονιά που ερχόταν με έναν κάπως δυσοίωνο τίτλο: «Αν ένας Ινδός μπορεί να κάνει τη δουλειά σας, βασικά την πατήσατε…». Τότε, κάποια επαγγέλματα -ανάμεσά τους και οι δημοσιογράφοι- ξεφύσησαν με ανακούφιση. Σίγουροι ότι το μέλλον προβλέπεται ανέφελο και ότι το επάγγελμά τους βρίσκεται ψηλά στη λίστα εκείνων που δεν κινδυνεύουν από την παγκοσμιοποίηση. Και ύστερα από μερικές δεκαετίες ήρθε η Τεχνητή Νοημοσύνη. Και το χαμόγελο πάγωσε.
Τώρα πια δεν είναι ο «Ινδός» ή ο Κινέζος ή τέλος πάντων κάποιος με υποδεκαπλάσιο κόστος που μπορεί να κάνει τη δουλειά κάποιου άλλου. Είναι ένα computer. Που δεν κουράζεται ποτέ. Και που «μαθαίνει», διαβάζοντας εκατοντάδες εκατομμύρια bytes πληροφορίας. Και μετά, κατά τη διαδικασία της «συγγραφής» μέσω ενός αλγόριθμου (ναι, πάλι αυτή η μαγική λέξη) ταιριάζει τις λέξεις τη μία μετά την άλλη. Βρίσκοντας μέσω στατιστικών σχημάτων ποια είναι η καταλληλότερη. Με άλλα λόγια, το μηχάνημα μαθαίνει να αναπαράγει τη «χρυσή τομή» του μέσου όρου. Δίνοντας έτσι και ένα είδος απάντησης στους δημοσιογράφους της δεκαετίας του ?90, που θεωρούσαν ότι κανείς δεν θα μπορέσει να επαναλάβει το μοναδικό ύφος και τις αποχρώσεις του λόγου που διαθέτει ο καθένας.
Μόνο που ο δημοσιογράφος-μηχάνημα είναι αμείλικτος. Και καταλαβαίνει ό,τι βλέπει. Οσο δηλαδή τα κείμενα της «ζωντανής», «ανθρώπινης» δημοσιογραφίας γίνονται όλο και πιο τυποποιημένα, όσο τα πληκτρολόγια γεμίζουν διαρκώς με κλισέ εκφράσεις, με «θλίψη ζωγραφισμένη στα πρόσωπα…» και με «διασταύρωσαν για άλλη μία φορά τα ξίφη τους…», τόσο πιο εύκολο είναι για τον «ηλεκτρονικό ανταγωνιστή» του δημοσιογράφου να το αναπαράγει επιτυχημένα, μέσω των στατιστικών σχημάτων του. Με άλλα λόγια, ο δημοσιογράφος-υπολογιστής, εκτός από αμείλικτος, είναι και κάτι άλλο: είναι και τιμωρός. Τιμωρός της ευκολίας. Και επιβεβαιώνει το «ουδείς αναντικατάστατος». Ετσι κι αλλιώς, κάθε φορά που σε ένα newsroom στον πλανήτη κάποιος βρίσκει μια είδηση από κάποιο πρακτορείο, πατάει το copy και μετά το paste, στην πραγματικότητα φέρνει πιο κοντά εκείνο τον «Ινδό» που ανέφερε πριν από τρεις δεκαετίες ο «Economist». Διότι είναι κάτι σαν αξίωμα πως όταν υποβιβάζεις τη δουλειά σου σε κάτι μηχανικό, κάποιος άλλος θα βρεθεί να την κάνει φτηνότερα. Ε, η Τεχνητή Νοημοσύνη στη Δημοσιογραφία απέδειξε ότι, εκτός από φτηνότερα, μπορεί να την κάνει και ακούραστα.
Ό,τι δίνεις παίρνεις
Θα έλεγε κανείς ότι με την Τεχνητή Νοημοσύνη στη δημοσιογραφία μπορείς να εξοικονομήσεις χρόνο και χρήμα θυσιάζοντας θέσεις εργασίας στο πλαίσιο μιας οικονομίας κλίμακας, αλλά τουλάχιστον οι υπολογιστές θα μπορούν να εξασφαλίσουν μια ελάχιστη «ουδετερότητα» σε θέματα σεξισμού, ρατσισμού ή γενικότερων προκαταλήψεων. Ομως ουδέν το διασφαλίζει αυτό, όταν μάλιστα οι μηχανές εκπαιδεύονται από ανθρώπους. Δηλαδή, όταν ο ίδιος ο εκπαιδευτής μεταφέρει τις προκαταλήψεις του και τις απόψεις του, έστω και ακούσια.
Το παράδειγμα του google translate, μιας από τις πιο διαδεδομένες εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης σε πλανητική κλίμακα, είναι χαρακτηριστικό. Αν, για παράδειγμα, ζητήσεις από τον αυτόματο μεταφραστή να σου μεταφράσει μια φράση ή ένα ουσιαστικό στα φινλανδικά ή στα γεωργιανά, σε δύο γλώσσες δηλαδή στις οποίες δεν υπάρχουν γένη και οι έννοιες «αυτός» ή «αυτή», θα αφαιρέσει το γένος και θα σου δώσει κάτι ουδέτερο. Αν όμως στη συνέχεια πάρεις τη μεταφρασμένη φράση και την ξαναμεταφράσεις στη γλώσσα σου, τότε αυτόματα η ουδέτερη λέξη θα γίνει αρσενικό. Γιατί; Μα, διότι έτσι έχει διδαχθεί το google translate από τους προγραμματιστές του. Στο κάτω κάτω, ακόμα και ο Max Headroom, άντρας ήταν, έτσι δεν είναι;
«Τα δεδομένα -και η γλώσσα για τους υπολογιστές είναι και αυτή ένα δεδομένο- εμπεριέχουν μέσα τους την προκατάληψη», λέει ο Lukasz. «Και δυστυχώς η προκατάληψη δεν μπορεί να μετρηθεί μαθηματικά ή ποσοτικά, ώστε να διορθωθεί ο αλγόριθμος. Πρέπει πρώτα να διορθώσεις τον άνθρωπο, για να μπορέσεις να διορθώσεις τη μηχανή».
Το άρθρο δημοσιεύεται στον Φιλελεύθερο που κυκλοφορεί αυτό το Σάββατο, 29 Φεβρουαρίου