Λες και κάθε φορά περιμένουν το σύνθημα. Κάποια ανακατωσούρα, κάποια ακραία κατάσταση. Όπως ακριβώς οι hooligans περιμένουν το ντέρμπι της Κυριακής. Φοράνε τα κασκόλ τους, ξεσκονίζουν τα συνθήματα κοιτάζονται στον καθρέφτη φωνάζοντας ή προσπαθώντας να δείξουν ιδεολογικά στιβαροί, κάνουν και καμία φλογερή ανάρτηση στο facebook και βγαίνουν έξω να συναντήσουν την αγέλη τους.
Δεν έχει σημασία σε ποιά πλευρά ανήκουν. Αν είναι δηλαδή πολεμοχαρείς «μεταναστοφάγοι» που ετοιμάζονται να ζήσουν την πολεμική ταινία της φαντασίας τους στα σύνορα. Ή αν είναι οι περίφημοι οπαδοί του κοινωνικού επαναστατικού bullying με τις βαριοπούλες και τα σπρέι, που κατευθύνονται στον σταθμό του μετρό Ακρόπολις ή ζουν το προσωπικό τους εφηβικό «Imagine» στην προχωρημένη μέση ηλικία μέσα από τις ανακοινώσεις του τμήματος δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ. Και οι δύο πλευρές, έχουν κοινά χαρακτηριστικά.
Κατ’ αρχήν, παράγουν πολύ θόρυβο. Και μάλιστα αυτόν τον ιδιαίτερα τοξικό θόρυβο, όπου οι κραυγές ανακατεύονται με ισχυρές ποσότητες συναισθηματολογικής ρητορικής και χαρακτηρισμούς των αντιπάλων, έτσι ώστε να μην υπάρχει περιθώριο λογικής απάντησης. Και λόγω της ιδεολογικής ηχορύπανσης που παράγουν, κάθε μετριοπαθής συζήτηση διεξάγεται μετ’ εμποδίων.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ακόμα μορφή ακραίας θρησκοληψίας. Όπου ο κατά φαντασίαν πιστός, στην πραγματικότητα χρησιμοποιεί την πίστη για να αυτοπροσδιοριστεί ο ίδιος και όχι επειδή πιστεύει πραγματικά. Οι Πάνοι Λάμπρου αυτού του κόσμου που δηλώνουν ότι «η ανθρωπιά δεν είναι ουτοπία» δεν είδαν ποτέ την Μόρια π.χ. Γιατί εκείνο που τους ενδιέφερε δεν ήταν να είναι ανθρωπιστές. Ήταν να νιώθουν ανθρωπιστές.
Σε ανάλογη κατάσταση είναι και οι αυτόκλητοι ακροδεξιοί κομάντος των συνόρων. Άνθρωποι στα όρια της παρενδυσίας που ντύνονται στρατιωτικά όπως ο Πάνος Καμμένος στα ντουζένια του και αυτές τις μέρες παίζουν πόλεμο στον Έβρο, λες και βρίσκονται σε στίβο paintball.
Όλοι αυτοί οι ταλιμπάν, και της από δω πλευράς και της από ‘κει, ανατροφοδοτούν διαρκώς ο ένας τον άλλον. Η ύπαρξη του ενός, προσφέρει αφειδώς δικαιολογίες στον άλλον. Του επιβεβαιώνει – μέσα στο απλοϊκό μυαλό του – την επιλογή να ταμπουρωθεί στην «απέναντι γωνία». Και το σημαντικότερο, τον κρατάει απασχολημένο. Γιατί χωρίς εχθρό, ίσως άρχιζε να αναρωτιέται τι ακριβώς κάνει μόνος του στα χαρακώματα. Και να αμφισβητήσει τα ίδια του τα επιχειρήματα υπό το καθεστώς ψυχραιμίας (μακριά από μας!).
Όμως όσο οι δυο πλευρές παίζουν πόλεμο μεταξύ τους είναι ικανοποιημένες. Και οι μόνοι που την πληρώνουν είναι όσοι βρίσκονται στη μέση. Όπως στους ρουκετοπόλεμους στο Βροντάδο.
Κατά βάθος βέβαια, πρόκειται για τις ίδιες όψεις της βλακείας. Γιατί απαιτείται πραγματικά τεράστια ανικανότητα σκέψης ή τεράστια τεμπελιά, για να στήσεις ολόκληρη την ύπαρξη πάνω σε έναν απλοϊκό διαχωρισμό άσπρου-μαύρου.
Όπως ας πούμε έκαναν εκείνοι οι κωμικοί «κομάντος Mr Bean» του Βόλου, που έφτιαξαν μια ομάδα με τίτλο «Σύλλογος Κυνηγών Μεταναστών» και πόζαραν με τα όπλα τους (είναι θαύμα πώς δεν αυτοτραυματίζονται…) και μόλις τους συνέλαβαν, άρχισαν να μυξοκλαίνε και να ζητάνε συγγνώμη.
Σε έναν ασπρόμαυρο κόσμο σαν την τηλεόραση της δεκαετίας του ’70 δεν διακρίνονται τα χρώματα. Και όταν υπάρχει μόνο άσπρο και μαύρο, κανείς δεν μπορεί να διακρίνει τι χρώμα είναι το οπαδικό κασκόλ που φοράς.