Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Έχουν πέσει αρκετοί από τα σύννεφα, τώρα που έχει ξαναζωντανέψει το ενδιαφέρον των πολιτών για την αγορά χρυσών λιρών, με το υπερβολικό κόστος που επιβαρύνει τις αγοραπωλησίες χρυσού στην Ελλάδα. Θεωρητικά, οι προμήθεια των πράξεων επί Χρυσών Λιρών Αγγλίας από την Τράπεζα της Ελλάδος, επιβαρύνονται με μια προμήθεια 5‰ με ελάχιστο όριο τα 3 ευρώ.
Είναι όμως έτσι; Ασφαλώς και όχι! Σε οποιαδήποτε φυσική ή διαδικτυακή αγορά χρυσών νομισμάτων του κόσμου, στην οποία διαπραγματεύονται χρυσές λίρες παλαιάς και νέας κοπής, ή Ελισάβετ 1973 και προγενέστερων ετών, ή Ελισάβετ 1974, ή Gold Britannia, ή Krugerrand της Νοτίου Αφρικής, υπάρχουν οι διαθέσιμες τιμές των νομισμάτων και οι προμήθειες που επιβαρύνουν τους αγοραστές και τους πωλητές, αντίστοιχα.
Δυστυχώς στην Ελλάδα, εκτός από την προμήθεια που προαναφέρθηκε, που είναι της τάξης του 5‰, υπάρχει το περίφημο spread, δηλαδή μια απόσταση, ένα άνοιγμα, ανάμεσα στην τιμή που αγοράζει και στην τιμή που πουλάει χρυσά νομίσματα η Τράπεζα της Ελλάδος. Ειδικά αυτές τις ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων η αβεβαιότητα των διεθνών οικονομικών εξελίξεων και τα ουσιαστικά μηδενικά επιτόκια των αποταμιευτικών προϊόντων έχουν ωθήσει τις τιμές του χρυσού αρκετά ψηλά, το spread αυτό έχει αρχίσει να γίνεται πιο ορατό.
Σύμφωνα με το δελτίο τιμών που καταρτίζει καθημερινά η Τράπεζα της Ελλάδος, την περασμένη Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2019, ένας επενδυτής που επιθυμούσε να αγοράσει μια χρυσή λίρα Ελισάβετ 1973 και προγενέστερων χρόνων, έπρεπε να πληρώσει 374,08 ευρώ. Αν πάλι επιθυμούσε να πωλήσει μια αντίστοιχη λίρα θα εισέπραττε το ποσό των 310,18 ευρώ. Δηλαδή στην πράξη αυτή υπάρχει ένα spread της τάξης των 63,9 ευρώ ή 20,7% για τον αγοραστή και 17% για τον πωλητή.
Με δυο λόγια, ένας επενδυτής που αγόρασε την περασμένη Παρασκευή μια χρυσή λίρα Ελισάβετ 1973 και προγενέστερων χρόνων, προς 374,08 ευρώ, θα πρέπει να περιμένει μια άνοδο της τιμής της κατά περίπου 21% για να την πωλήσει στην τιμή που την έχει αγοράσει και να είναι στα λεφτά του. Δηλαδή, χωρίς να έχει κέδρος ή ζημία. Όσο η τιμή δεν αυξάνεται κατά 21% ο επενδυτής χάνει.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης και κυρίως μέσα στο 2011 και στο 2012, ήταν πολλοί οι συμπολίτες μας που ρευστοποιούσαν χρυσές λίρες στην προσπάθεια τους να καλύψουν άμεσες ανάγκες, λόγω της βίαιης και ξαφνικής αλλαγής των οικονομικών συνθηκών της ζωής τους. Τα spreads ήταν και τότε σε αυτά τα ποσοστά, αλλά ουδείς έδινε σημασία καθώς η πώληση των λιρών προς την Τράπεζα της Ελλάδος, αποτελούσε άμεση προτεραιότητα και μοναδική διέξοδο. Ας μην λησμονούμε πως οποιαδήποτε συναλλαγή χρυσού εκτός του επίσημου καναλιού της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι παράνομη.
Όμως τώρα, που το ενδιαφέρον έχει σαφώς αντιστραφεί, παρατηρείται και πάλι το φαινόμενο της αγοράς χρυσών λιρών μετά από πολλά χρόνια. Και έτσι το θέμα του spread, απασχολεί και πάλι τους επενδυτές. Πέραν αυτού, τους επενδυτές τους απασχολεί και το θέμα της αντιμετώπισης τους από τις αρχές. Για σημαντικές αγορές που υπερβαίνουν συγκεκριμένα ποσά, επιβάλλεται μεγαλύτερη προμήθεια και απαιτείται η προσκόμιση πρωτότυπων παραστατικών όπως είναι το τελευταίο εκκαθαριστικό σημείωμα φορολογίας εισοδήματος, η ισχύουσα διεύθυνση κατοικίας, το επάγγελμα και τρέχουσα επαγγελματική διεύθυνση. Και όλα αυτά θα πρέπει να προκύπτουν από αντίστοιχες βεβαιώσεις. Και φυσικά η υπερβολή της γραφειοκρατίας, είναι πως οι αρχές δεν δέχονται ως στοιχείο πιστοποίησης και ταυτοποίησης του επενδυτή, τον αριθμό της επενδυτικής μερίδας που μπορεί να έχει ένας επενδυτής στο κεντρικό αποθετήριο τίτλων, μέσω του οποίου αγοράζει και πουλάει μετοχές και ομόλογα.
Το πρόβλημα της αγοράς χρυσού στην Ελλάδα είναι χρόνιο. Παλαιότερα οι «δυσκολίες» που έθετε στις συναλλαγές αυτές η Τράπεζα της Ελλάδος, αποτελούσαν βούτυρο στο ψωμί του παράνομου κυκλώματος διακίνησης χρυσού και της λαθρεμπορίας. Όμως σήμερα, που οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, δεν είναι δυνατόν η αγορά χρυσού να μην είναι ελεύθερη και να υφίσταται τέτοια στρέβλωση και περιορισμούς. Άλλωστε δεν είναι τόσο μεγάλο το μέγεθος της, ώστε να αποτελεί κάποιον κίνδυνο, οπότε να χρειάζεται τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της αγοράς, ας σημειωθεί πως καθ' όλη τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2019, αγοράστηκαν συνολικά 41.000 χρυσές λίρες, με εκτιμώμενη συνολική αξία γύρω στα 14 εκατ. ευρώ, δηλαδή όσο είναι το ? του ημερήσιου τζίρου του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.