Η πανδημία COVID έχει επιβαρύνει με 24 τρισεκατομμύρια δολάρια το παγκόσμιο χρέος κατά το περασμένο έτος. Κυβερνήσεις, εταιρείες και νοικοκυριά δανείστηκαν για να αντισταθμίσουν το οικονομικό βάρος της πανδημίας, ανεβάζοντας το συνολικό χρέος στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, στα 281 τρισ. δολάρια έως το τέλος του 2020, 355% του παγκόσμιου ΑΕΠ, σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF).
Οι διακυμάνσεις των κρυπτονομισμάτων προσθέτουν και αφαιρούν τρις στους λογαριασμούς των επίδοξων κυνηγών γρήγορου πλουτισμού. Τρισεκατομμύρια αλλάζουν κατόχους καθημερινά στις συναλλαγές στη Wall Street. Οι κεντρικές τράπεζες τυπώνουν τρισ. για την στήριξη των οικονομιών και των χρηματαγορών του πλανήτη. Οι τιμές ακινήτων ανεβαίνουν προσθέτοντας τρις στα εικονικά πορτοφόλια των κατόχων ακινήτων. Οι τράπεζες είναι έτοιμες να δανείσουν περισσότερα τρισ. υποστηριζόμενα από τα χαμηλά επιτόκια. Και το αποκορύφωμα όλων αγοράζουμε χρέη (κρατικά ομόλογα) και πληρώνουμε για να τα αγοράσουμε!
Μάλλον κάτι δεν πάει καλά! Μάλλον είμαστε σε ένα σημείο όπου η αντίληψη που έχει η ανθρωπότητα για την πραγματική αξία του χρήματος έρχεται αντιμέτωπη με την ψευδαίσθηση της αξίας του. Μια ψευδαίσθηση που αποτελεί μια αδυναμία να γίνει αντιληπτή η έννοια του πληθωρισμού και αντίστοιχα να προσαρμοστεί στις εκάστοτε συνθήκες. Ως γνωστόν, ο πληθωρισμός επιφέρει μείωση στην αγοραστική δύναμη. Το εν λόγο σφάλμα οδηγεί τους περισσότερους να εστιάζουν στη ποσότητα του χρήματος και όχι στην αξία του. Τα 100 δολάρια πριν 100 χρόνια άξιζαν πολύ περισσότερο απ’ όσο αξίζουν σήμερα, καθώς η αγοραστική δύναμή τους έχει μεταβληθεί.
Όσον αφορά τους επενδυτές, αυτοί έρχονται αντιμέτωποι με την ψευδαίσθηση των μη ρευστοποιημένων κερδών και την αίσθηση του πλούτου που κατέχουν, όταν τον κατέχουν, με αποτέλεσμα αυτή η ψευδής αίσθηση να αποδεικνύεται τις περισσότερες φορές καταστροφική. Είναι σύνηθες, σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού να επηρεάζεται η αντίληψη για την πραγματική αξία του χρήματος, είτε αφορά έσοδα, έξοδα, κέρδη, τιμές μετοχών και δείκτες. Αυτός είναι και ο λόγος που είναι πολύ δύσκολο να συγκριθεί η αξία μιας μετοχής σε βάθος χρόνου.
Όσοι αποφεύγουν τώρα τις μετοχές τοποθετούνται στα ακίνητα. Η επένδυση στην αγορά ακινήτων αποτελεί μια συνηθισμένη επιλογή από το επενδυτικό κοινό, συνήθως το πιο συντηρητικό, καθώς με τη πάροδο του χρόνου αφήνουν την αίσθηση ότι οι τιμές του συνεχώς αυξάνονται, άρα αυξάνεται και η αξία της επένδυσή τους. Αυτό φυσικά δεν ισχύει, καθώς ως τιμή επένδυσης λαμβάνεται υπόψη η τιμή της αγοράς του ακινήτου και συγκρίνεται με τη σημερινή αξία του ακινήτου, χωρίς να υπάρχει μνήμη για τα υπόλοιπα αγαθά και να γίνεται σύγκριση των τιμών άλλων προϊόντων, που και αυτά με τη σειρά τους έχουν αυξηθεί.
Πάρτε για παράδειγμα κάποιον που είχε το 2010, 200.000 ευρώ στον τραπεζικό του λογαριασμό, κάποιον που αγόρασε τραπεζικές μετοχές και κάποιον που αγόρασε ένα σπίτι αξίας 200.000. θα δείτε ότι στην πρώτη περίπτωση οι 200000 παραμένουν ως έχουν αλλά με μια σημαντική υποτίμηση λόγω της υπερβάλλουσας ρευστότητας στον πλανήτη.
Στην δεύτερη περίπτωση η ζημία ξεπερνάει το 100%, ενώ στην τρίτη η πτώση της αγοραστικής αξίας σε συνδυασμό με την υπέρμετρη φορολόγηση (ΕΝΦΙΑ, τεκμήρια, φόροι κληρονομιάς κ.ό.κ.) δεν αφήνει περιθώρια για κερδοφορία. Βέβαια, όσον αφορά στις επενδύσεις σε χρηματαγορές, εάν εξαιρέσουμε τον τραπεζικό τομέα στη χώρα μας, όσοι επένδυσαν σε εταιρείες οι οποίες διέθεταν ικανό υπόβαθρο και δυνατά θεμελιώδη μέχρι στιγμής αποδίδουν στον κάτοχο των 200.000 τα διπλάσια περίπου έσοδα. Δεν συζητάμε βέβαια για τις εξωπραγματικές αποδόσεις στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού! Βέβαια και αυτοί θα τα λάβουν όταν ρευστοποιήσουν τις αξίες τους και διώξουν από πάνω τους τον περιβόητο “μουτζούρη”!
Και τώρα τι κάνουμε? Τα πρώτα σημάδια του πληθωρισμού είναι εδώ, και αναλύσαμε σε προηγούμενα άρθρα τους λόγους που εμφανίστηκαν. Πριν λίγες ημέρες αποφασίστηκε η άνοδος των αντικειμενικών αξιών στη χώρα, κάτι που πιθανότατα θα ενισχύσει περισσότερο την ψευδαίσθηση της αξίας μας, καθώς θα αισθανθούμε ότι κατέχουμε μεγαλύτερη αξία. Αυτό φυσικά με τη σειρά του θα ενισχύσει περισσότερο και την αγοραστική μας αξία, καθώς οι τράπεζες θα δίνουν μεγαλύτερα δάνεια, λόγω της υποθήκης μεγαλύτερης αξίας.
Σίγουρα με την πρώτη ματιά δεν υπάρχει κάτι κακό, καθώς αυτό που χρειάζεται η οικονομία είμαι μια επανεκκίνηση, η οποία θα έρθει με την βοήθεια του τραπεζικού τομέα. Άρα αν κάποιος θελήσει να κάνει επενδύσεις με υποθήκη το ακίνητό του και αν αυτό το κάνουν όλοι τότε το ΑΕΠ μας θα πάρει μερικές μονάδες και φυσικά το χρέος μας θα φαντάζει, ως μια επόμενη ψευδαίσθηση, καλύτερο. Τι θα συμβεί όμως στην περίπτωση που οι τράπεζες δεν βοηθήσουν και το μόνο που θα βγει κερδισμένο θα είναι το κράτος, το οποίο θα μαζέψει και πάλι πίσω όσα έδωσε την περίοδο της πανδημίας;
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Bloomberg, οι δέκα μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη καλούνται να εξοφλήσουν φέτος ένα «λογαριασμό» της τάξης των 13 τρισ. δολαρίων. Όσο είναι δηλαδή το ύψος του κεφαλαίου και των τόκων από τα δανεικά που έχουν λάβει που τυπικά πρέπει να εξυπηρετηθεί (με αποπληρωμή ή αναχρηματοδότηση) εντός του 2021 – ποσό κατά 51% αυξημένο σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2020.
Πριν από λίγους μήνες, ο Ιταλός αντιπρόεδρος αλλά και ο γνωστός μας Μάριο Ντράγκι υποστήριξαν ότι η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα ακύρωσης κρατικών ομολόγων που αγόρασε στη δευτερογενή αγορά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αν και η κατηγορηματική απόρριψη δεν άργησε να έρθει από τη Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ, η Ιταλία, με ιστορικά υψηλό κρατικό χρέος ύψους 135% έναντι του ΑΕΠ, τόλμησε να βάλει ανεπίσημα στο τραπέζι μια παράμετρο που θα εξυπηρετούσε πολλές χώρες, πόσο μάλλον την χώρα μας.
Ήδη αισθάνομαι ζάπλουτος με τα τόσα τρισ. που ανέφερα μέχρι στιγμής στο άρθρο μου. Ψευδαίσθηση είναι θα μου πείτε! Τελικά τι είναι καλύτερο να ζεις σε μια ψευδαίσθηση ή να περιμένεις να πέσει ο ουρανός ως ένας ακόμη Αστεριξ! Κάτι ενδιάμεσο θα έλεγα. “Παν μέτρον άριστον”! Το δίχτυ προστασίας που καλύπτει την πραγματικότητα θα αφαιρεθεί κάποτε και θα βρεθούμε αντιμέτωποι με αυτό που πολλοί δεν θέλουν να παραδεχτούν.
Εάν οι χαράσσοντες την νομισματική πολιτική επιλέξουν τον ιαπωνικό δρόμο, να ζούμε με βιώσιμο το τεράστιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, με μαζικές παρεμβάσεις και ενέσεις, τότε αυτό που απομένει είναι να δούμε χώρες με ανάπτυξη άνω του 10% ώστε το παγκόσμιο χρέος να καταστεί συνολικά και αυτό βιώσιμο. Απλώς τα σημερινά 100 δολ. θα αξίζουν 1 δολ.! Έτσι κι αλλιώς όλα είναι μια ψευδαίσθηση! Αν αποφασίσουν να διαλέξουν άλλον δρόμο να είστε σίγουροι δεν ξέρουν ποιος θα είναι!