Η προστασία της αγροτοπαραγωγικής μας κληρονομιάς είναι εθνική πολιτική

Η προστασία της αγροτοπαραγωγικής μας κληρονομιάς είναι εθνική πολιτική

Του Γιώργου Κατσιαντώνη*

Έντονος προβληματισμός έχει δημιουργηθεί στην εγχώρια αγορά Ελληνικών παραδοσιακών ποτών, όπως το τσίπουρο, το ούζο, το κίτρο, η ρακή, η τσικουδιά κ.λπ., λόγω του υπό κατάρτιση νέου Κοινοτικού Κανονισμού, ο οποίος προβλέπει ότι θα δύνανται αυτά να εξάγονται χύμα και να εμφιαλώνονται σε τρίτες Χώρες.

Είναι ιδιαίτερα οξύμωρο, δε, το γεγονός ότι η Ελληνική Κυβέρνηση έχει, κυριολεκτικά, αφήσει «ανοιχτό δρόμο» για ανεξέλεγκτη τροποποίηση του ισχύοντος καθεστώτος αναφορικά με τα, εδώ και χρόνια, κατοχυρωμένα με Γεωγραφική ένδειξη παραδοσιακά Ελληνικά ποτά, τα οποία, εάν τυχόν δεν προβληθούν οι δέουσες αντιστάσεις από το αρμόδιο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τότε μετά βεβαιότητας θα μιλάμε για μη αναστρέψιμες καταστάσεις στον Κλάδο, και δη:

  • για την ίδια την παραγωγή και εμπορία των σχετικών προϊόντων,
  • για τις μικρές Ελληνικές βιοτεχνίες που παράγουν αυτά,
  • για τους Έλληνες αγρότες που μετέχουν, ως παραγωγοί, τόσο στον πρωτογενή τομέα όσο και παρεπόμενα στην εφοδιαστική αλυσίδα (αρκετοί έχουν και μικρές μονάδες εμφιάλωσης, με καθαρά οικογενειακό, τοπικό και συμβολικό - ιστορικό χαρακτήρα, ανά περιοχή),
  • για την ασφάλεια των καταναλωτών, αφού προφανώς θα αυξηθούν κατακόρυφα τα κρούσματα λαθρεμπορίας και νόθευσης του αρχικού προϊόντος, στο βωμό της αισχροκέρδειας,
  • για την υποβάθμιση της προστιθέμενης αξίας του κλάδου, ο οποίος, σημειωτέον, ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ,
  • για την απώλεια εσόδων, που προβλέπεται να φτάσει ετησίως τα 300 εκατ. ευρώ, η οποία, αν συνυπολογιστεί με την άνω του 70% απώλεια θέσεων εργασίας (σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα ο Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών -ΣΕΑΟΠ), θα σημάνει κυριολεκτικά τον αφανισμό των μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων.

Μάλιστα, τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ), στα οποία αναφέρεται ότι το κομμάτι της εμφιάλωσης κατέχει το 80% των θέσεων εργασίας σε ένα μέσο αποστακτήριο, επιβεβαιώνουν την έντονη ανησυχία της ελληνικής ποτοποιίας, η οποία θέλει και μπορεί να ελπίζει ότι, έστω και την ύστατη στιγμή, θα εισακουστεί και δεν θα δει τους κόπους της να «ρέουν» σε μπουκάλια μιας Χώρας ξένης με την περιοχή παραγωγής του προϊόντος, χωρίς ταυτότητα και χωρίς το άρωμα της γης προέλευσής του…

Όλα αυτά, η Ελληνική πολιτική ηγεσία οφείλει αφενός να τα λάβει υπόψη και να μεριμνήσει για την προστασία των παραδοσιακών Ελληνικών ποτών. Πόσο μάλλον σε συνάρτηση με το γεγονός ότι, μόλις τις προηγούμενες μέρες έλαβε χώρα στην Ευρώπη αλλά και στη χώρα μας η συζήτηση για το μέλλον των οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το 2020, με την πρόκληση που αντιμετωπίζει ο προϋπολογισμός της Ευρώπης να εστιάζει, μεταξύ άλλων, στην ανάγκη για μία εκ βαθέων αναθεώρηση της αγροτικής της πολιτικής.

Και αν για κάποιους δεν μπορεί να συνδεθεί το μέλλον του Ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και της αγροτικής πολιτικής στην οποία εστιάζει αυτός, με το ζήτημα της αλλαγής του Κοινοτικού Κανονισμού αναφορικά με τα παραδοσιακά ποτά, θα σπεύσω να τονίσω ότι τα παραδοσιακά Ελληνικά ποτά είναι προϊόντα που παράγονται με την αξιοποίηση των προϊόντων γεωργίας της Ελληνικής γης, όπως το σταφύλι, το κίτρο κ.α.

Αν, λοιπόν, δεν προστατεύσουμε ως Χώρα σήμερα την εφοδιαστική αλυσίδα, από τον πρωτογενή τομέα, δηλαδή από την παραγωγή της πρώτης ύλης στο χωράφι, μέχρι την τυποποίηση, την εμφιάλωση και τη διακίνηση των προϊόντων που προκύπτουν από την εκμετάλλευσή τους, τότε δεν πρέπει να προσδοκούμε και ιδιαίτερη αύξηση των αγροτικών επενδύσεων στην Ελλάδα του άμεσου μέλλοντος…

Και πώς να γίνει αυτό, όταν θα απουσιάζει το ίδιο το φυσικό κίνητρο, που δεν είναι άλλο από την ολοκλήρωση μιας προσπάθειας παραγωγικής διαδικασίας, που ξεκινά από την καλλιέργεια της Γης σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, και φτάνει μέχρι την παραγωγή, απόσταξη και τυποποίηση του παραδοσιακού ποτού πριν αυτό βγει για διάθεση στην αγορά;

Με τέτοια δεδομένα προ των πυλών, και εάν σε άμεσο χρόνο η Ελληνική Κυβέρνηση (και οπωσδήποτε και ο ίδιος ο κ. Πρωθυπουργός) δεν λάβει πρωτοβουλία να εκμεταλλευτεί τη συζήτηση που έχει ανοίξει, στο πλαίσιο της Λευκής Βίβλου που πραγματεύεται το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης, με τρόπο τέτοιο που να «κόψει την όρεξη» σε επίδοξους «εραστές» που ορέγονται τον Ελληνικό παραγωγικό πλούτο, τότε να μην εκπλαγούμε αν, στο εγγύς μέλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίσει να ακολουθήσει μια γεωργική πολιτική του τύπου «όσοι θέλουν περισσότερα, κάνουν περισσότερα» (ενώ όσοι δεν θέλουν ή δεν μπορούν ή δεν προσπαθούν να διεκδικήσουν, μένουν πίσω, θα συμπλήρωνα προσωπικά…).

Πρέπει, και οι καιροί το απαιτούν περισσότερο από ποτέ, να σεβαστούμε την αγροτοπαραγωγική μας κληρονομιά, να στοιχηματίσουμε στην ανάπτυξή της και να την «παντρέψουμε» με πόρους και εφόδια τέτοια, που να μην επιδέχεται καμίας αμφισβήτησης και οπισθοδρόμησης για τον ευρύ κλάδο.

 Ό,τι είναι Ελληνικό, τέτοιο πρέπει να παραμείνει, από τη ρίζα που δίνει καρπό, μέχρι την τελευταία ταυτότητα ετικέτας στο κάθε μοναδικό μπουκάλι Ελληνικού παραδοσιακού ποτού.

* Ο κ. Γιώργος Κατσιαντώνης είναι βουλευτής Λάρισας, Ένωση Κεντρώων.