Όσοι έχουμε τη τύχη να ερχόμαστε σε επαφή με ξένους επαγγελματίες από τον χώρο των επενδύσεων, που έχουν έστω και οριακά στραμμένο τα βλέμμα τους προς την Ελλάδα, έχουμε μια σφαιρικότερη αντίληψη για την εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό, καθώς και για το τρόπο που την βλέπουν οι εκτός των συνόρων.
Τα τελευταία χρόνια στις αναλύσεις και στα newsletters που κυκλοφορούν στα desks του εξωτερικού, γίνονται συχνά αναφορές σε όσα έχουν πει δυο σημαντικοί παράγοντες από τον χώρο της πολιτικής και της επιχειρηματικότητας.
Ο μέχρι πρότινος επικεφαλής του Euroworking Group, Τόμας Βίζερ, έχει αναφερθεί αρκετές φορές στο γεγονός, ότι μετά από 10 χρόνια προγραμμάτων προσαρμογής, εξακολουθούν οι ξένες επενδύσεις να μην είναι ευπρόσδεκτες στην Ελλάδα. Και η αναφορά αυτή δεν γίνεται με όρους οικονομικούς, αλλά με όρους πολιτικούς. Όρους που έχουν να κάνουν όχι μόνο με το αντιδυτικό κλίμα, το οποίο έχει αρχίσει σιγά – σιγά να υποχωρεί, αλλά κυρίως με το νομικό πλαίσιο που είναι σχετικό με τις επενδύσεις.
Δυστυχώς η αναφορά του, στο εγχώριο δικαστικό σύστημα στοιχειώνει κάθε συζήτηση επενδυτικού χαρακτήρα. Ο Τόμας Βίζερ, είχε πει ότι κανείς επενδυτής δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα έχει στην χώρα μας, μια δίκαιη και ταχεία δίκη, αν προκύψει οποιοδήποτε πρόβλημα σχετικά με την επένδυση του. Είχε αναφέρει δε, ότι όπου υπάρχει γρήγορη και προβλέψιμη νομική διαδικασία, τα επίπεδα επενδύσεων είναι υψηλά. Βέβαια τότε, ο επικεφαλής του Euroworking Group, είχε κατά νου, τον Μαραθώνιο του project του Ελληνικού και τις μάχες της Eldorado Gold με την Λερναία Ύδρα του κρατικού μηχανισμού.
Ο αυστριακός Γκέρχαρντ Κοχ, ως εκπρόσωπος της Business Europe, μιας ευρωπαϊκής οργάνωσης που εκπροσωπεί 40 βιομηχανικές ομοσπονδίες από 34 χώρες, έχει εκφράσει με ιδιαίτερη ευγένεια και διπλωματικότητα τη άποψη, ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί την πρώτη επιλογή, για όποιον θέλει να ξεκινήσει μια νέα επένδυση ή μια νέα επιχείρηση.
Ο Γκέρχαρντ Κοχ, είχε παρουσιάσει προ διετίας στα πλαίσια της συνεδρίασης της Business Europe που είχε γίνει στην Αθήνα, τις εννέα παραμέτρους που τα μέλη της οργάνωσης του αξιολογούν, στα πλαίσια των επενδυτικών και επιχειρηματικών τους αποφάσεων. Αυτές ήταν, η ταχεία και εύκολη πρόσβαση στη χορήγηση των αδειών λειτουργίας, οι χαμηλές τιμές των ακινήτων, οι καλές υποδομές, το άρτια εκπαιδευμένο προσωπικό, τα ζητήματα ασφαλείας, το κόστος δανεισμού, το ενεργειακό κόστος, το ονομαστικό εργατικό κόστος και το ύψος των φορολογικών συντελεστών. Με δυο λόγια, αυτά που ανέφερε ο εκπρόσωπος της Business Europe, αποτελούν τις αιτίες της μη ανταγωνιστικότητας της χώρας μας, στον διεθνή επενδυτικό και επιχειρηματικό στίβο.
Και δεν αρκεί η πολιτική και οικονομική καθήλωση που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια. Στην ημερήσια διάταξη των επενδυτικών κριτηρίων, αρκετών σημαντικών επενδυτικών οίκων, έχει πλέον μπει και ο δείκτης της κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο δείκτης της κοινωνικής δικαιοσύνης που χρησιμοποιεί το Bertelsmann Foundation, δυστυχώς για τη χώρα μας, δεν είναι φιλικός ως προς τα συμπεράσματα του. Η Ελλάδα, τόσο το 2014 όσο και το 2017, έλαβε την τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εικόνα δεν αναμένεται να βελτιωθεί ιδιαίτερα μέσα στο 2020. Και τι μετράει ο δείκτης κοινωνικής δικαιοσύνης; Ο δείκτης λαμβάνει υπ’ όψιν του, την πρόληψη της φτώχειας, την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την υγεία, την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, την κοινωνική συνοχή, την αποφυγή των διακρίσεων, και την δικαιοσύνη ανάμεσα στις γενεές.
Με βάση τα ανωτέρω, συνειδητοποιούμε ότι η προσέλκυση επενδυτών απαιτεί πολύ δουλειά και στους τρεις προαναφερθέντες παράγοντες. Δηλαδή, στον πολιτικό, στον οικονομικό και στον κοινωνικό. Οι ξένοι επενδυτές αναζητούν σταθερούς κανόνες, ευνοϊκές συνθήκες και μια κοινωνική δομή που δεν οδηγεί σε ακραίες αντιθέσεις.
Αυτά είναι τα δεδομένα, που όλοι πρέπει να τα έχουμε στο μυαλό μας. Δεδομένα, που δεν ξεπερνιούνται ούτε με τις ενέσεις ρευστότητας, ούτε με τα πακέτα σωτηρίας, ούτε με τις χρηματιστηριακές ανόδους. Δεδομένα, που αντιμετωπίζονται μόνο με βαθιές τομές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Η μάχη προς την κατεύθυνση της προσέλκυσης νέων ξένων άμεσων επενδύσεων, απαιτεί σκληρή δουλειά από το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Διότι, αυτό το προσωπικό είναι, που μέσα από τα νέο νομικό πλαίσιο που θα νομοθετήσει, θα αλλάξει τις παραμέτρους και τους κανόνες του παιχνιδιού.
* Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
** Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.