Ειδήσεις σαν αυτές του Θύμιου Μπουγά που εξαφανίστηκε από το σπίτι του στον Πύργο αφού έπεσε θύμα άγριου εκφοβισμού έξω από το ίδιο του το σπίτι ή της αυτοκτονίας δια απαγχονισμού του 12χρονου στο κέντρο της Αθήνας, τις προσπερνώ γρήγορα γιατί απλώς δεν αντέχω να τις μεταβολίσω. Όσα χρόνια και να ασχολείται κανείς με την πολιτική, όσο βαρύς «καταναλωτής ειδήσεων» κι εάν είναι, υπάρχουν γεγονότα που απλώς αδυνατεί να αποτιμήσει με ψυχραιμία.
Αυτό όμως που σκέφτομαι διαρκώς τα τελευταία εικοσιτετράωρα είναι ότι και οι δύο αυτοί άνθρωποι, άλλοι δύο συμπολίτες μας για να είμαι ακριβέστερη, μετά την Ελένη Τοπαλούδη και τον Βαγγέλη Γιακουμάκη και πόσους ακόμα, ήταν μόνοι, και δεν υπήρχε κανένα σύστημα υποστήριξης για να ακουμπήσουν. Δεν είχαν κανέναν να ζητήσουν βοήθεια και υποστήριξη. Και δεν αναφέρομαι τώρα σε κρατικές υπηρεσίες αλλά στους ανθρώπους γύρω τους, στη γειτονιά τους.
Είναι φοβερή η κατάσταση στην Ελλάδα, μια χώρα με τόσο ισχυρά και οργανωμένα δίκτυα προστασίας, έστω και με όρους πελατειασμού. Νέοι, μεσήλικες, ηλικιωμένοι δεν έχουν κανένα κοινωνικό σύστημα υποστήριξης εξόν αν ζητήσουν βοήθεια κάποιου κόμματος ή συνδικαλιστικής οργάνωσης με την ιδιότητα του πελάτη.
Ο λόγος που με εμπνέουν τόσο πολύ οι ΗΠΑ είναι για τα grassroots δίκτυα υποστήριξης, τις ομάδες πολιτών στο επίπεδο του δήμου, της κοινότητας, της γειτονιάς. Διαβάζαμε γι' αυτούς στη διάρκεια των πανδημικών lockdown, όταν οργανώθηκαν επιτροπές σε γειτονιές κατά τη διάρκεια των lockdown για να υποστηρίζουν ηλικιωμένους ή κοινωνικά αποκλεισμένους. Είναι μια βαθιά και εμπεδωμένη κουλτούρα που θέλει τη συμμετοχή να μην εξαντλείται στα κόμματα που χαρακτηρίζει την αμερικανική κοινωνία.
Αλλά ακόμα κι αν προτιμήσουμε το Netflix από τα ξένα δελτία ειδήσεων, ακόμα και στα εξωραϊσμένα ντοκιμαντέρ για προσωπικότητες όπως η Μισέλ Ομπάμα, πάλι το ίδιο θα δούμε: Σημαντικό είναι το πρόσωπο που προσφέρει στην κοινωνία, γίνεται το ίδιο μέντορας, μαθαίνει στους νεότερους, τις γυναίκες, τις μειονότητες, τον τρόπο να οργανώσουν τη ζωή τους, να υπερβούν τις δυσκολίες τους και εάν μπορούν να προκόψουν κιόλας.
Στην Ελλάδα τα δίκτυα υποστήριξης γυναικών, για παράδειγμα, είναι προσωποπαγή, σκληρά ταξικά και με αγγλικές επωνυμίες. Δεν αναφέρομαι τώρα σε οργανώσεις όπως ο Πολιτικός Σύνδεσμος Γυναικών ή άλλες ανάλογες όμως το τοπίο βουλιάζει στη γραφικότητα και την ψευδοκοσμικότητα.
Από την άλλη είμαστε και όλοι εμείς οι Κεντρώοι, φιλελεύθεροι, κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί, που για να εμφανιστούμε «ψαγμένοι» δηλώνουμε «κομματικά ορφανοί». Λέμε στον εαυτό μας ψέματα, ότι το μόνο πρόβλημα της χώρας είναι ότι εμείς έχουμε βρεθεί να ψηφίζουμε κόμματα όπως τη Νέα Δημοκρατία αναγκαστικά κι ότι εάν υπήρχε ένα φιλελεύθερο/προοδευτικό/κεντρώο κόμμα όλα στην Ελλάδα θα έφτιαχναν!
Θέλω να καταλήξω εδώ: Ένας υγιής προοδευτικός κόσμος δεν θα καθόταν να κλαίγεται στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης επειδή «δεν έχει κόμμα». Θα στρεφόταν στην κοινωνία που είναι η αρχή και η κατάληξη όλων. Ένας αληθινά προοδευτικός κόσμος θα καιγόταν να δημιουργήσει δίκτυα υποστήριξης, να ασχοληθεί με τον ηλικιωμένο γείτονά του που ζει μόνος, να περιβάλλει με ενδιαφέρον τον κάθε Θύμιο, να μάθει να αναγνωρίζει αμέσως τα σημάδια κάθε παιδιού που υφίσταται εκφοβισμό και να προλάβει τα χειρότερα.
Η πολιτική δεν παράγεται μόνο στα κόμματα. Δεν παράγεται μόνο από τις κυβερνήσεις με τους πολίτες να κάθονται αραχτοί στον καναπέ σχολιάζοντάς την. Αντί της δράσης στην κοινωνία εξαντλούμαστε σε ευφυολογήματα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και την ατέρμονη κλάψα.
Πολιτική παράγεις όταν νοιάζεσαι για τον Θύμιο της διπλανής πόρτας, όταν νοιάζεσαι για όσα συμβαίνουν στη γειτονιά σου και προοδευτικός πολίτης είσαι όταν πιστεύεις ότι το συμφέρον σου δεν περιορίζεται στα τετραγωνικά του σπιτιού σου αλλά επεκτείνεται πολύ έξω από αυτό.
Προοδευτική πολιτική παράγεις όταν θεωρείς την κοινωνία σπίτι σου.