Του Γιώργου Κακλίκη*
Στην πρώτη δεκαετία της ύπαρξής της ΠΓΔΜ η παρουσία της Τουρκίας στην επικράτειά της ήταν ουσιαστικά διακοσμητική. Παρούσα μόνο με μία πρεσβεία και με το σύνηθες διπλωματικό προσωπικό της.
Σε αντίθεση με την πλαδαρή τουρκική παρουσία στο νεοσύστατο κράτος, η Ελλάδα ήταν έντονα παρούσα στην ΠΓΔΜ παρά το φαινομενικά απροσπέλαστο εμπόδιο που ύψωνε η Συνταγματική ονομασία της γειτονικής χώρας. Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας εξαγόρασε την Stopanska Banka, την τράπεζα με τα περισσότερα καταστήματα στην ΠΓΔΜ και μάλιστα ύστερα από μία έντονη διαπραγματευτική αντιπαράθεση με την Αυστριακή Erste Bank. Παράλληλα, τα Ελληνικά Πετρέλαια ανέλαβαν τα διυλιστήρια ΟΚΤΑ των Σκοπίων ενώ άρχισε και ολοκληρώθηκε η κατασκευή του αγωγού μεταφοράς αργού πετρελαίου από τη Θεσσαλονίκη στα Σκόπια. Η αλλαντοβιομηχανία “Νίκας” άνοιξε εργοστάσιο στην ΠΓΔΜ και ακολούθησε μία έντονη ελληνική επενδυτική δραστηριότητα στη χώρα. Ήταν η περίοδος που τα πράγματα πήγαιναν καλά και υπόσχονταν όχι μόνο οικονομικές αλλά και πολιτικές εξελίξεις.
Για διάφορους λόγους η αρχή αυτή του πολιτικού ειδυλλίου ανακόπηκε με την έλευση στην εξουσία του ανώριμου Νίκολα Γκρούεφσκι ο οποίος, μη έχοντας ουσιαστική πολιτική πρόταση, εκμεταλλεύτηκε ό,τι εκμεταλλεύονται όλοι οι αβαθείς εραστές της εξουσίας, το θυμικό της κοινωνίας. Εγκατέλειψε ολοκληρωτικά την πολιτική της αλματώδους προσέγγισης με την Ελλάδα, που είχε ακολουθήσει ο προκάτοχός του στην προεδρία του VMRO-DPMNE και τη θέση του πρωθυπουργού, Λιούμπτσο Γκεοργκίεφσκι και επέλεξε την ιλαροτραγική εικόνα της μεταμφίεσης των οπαδών του σε αρχαίους Μακεδόνες. Και για να συμπληρώσει τη θεατρική εικόνα, προχώρησε στο στήσιμο ενός αρχαϊκώς κιτς σκηνικού το οποίο πίστευε ότι τον ενίσχυε ψηφοθηρικά στο εσωτερικό άσχετα αν αυτό προκαλούσε ειρωνικά μειδιάματα ανά τον κόσμο. Στη νέα αυτή εικόνα, ο Νίκολα Γκρούεφσκι αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει πολιτική χροιά και έτσι άρχισε να τηρεί μία κάθε άλλο παρά φιλική στάση απέναντι στην Ελλάδα.
Συνέπεια όλων αυτών ήταν τόσο η χαλάρωση των σχέσεων Αθήνας - Σκοπίων όσο και η δραστηριοποίηση της Άγκυρας που έσπευσε να καλύψει το ελληνικό κενό. Η Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την ανάγκη του Ν. Γκρούεφσκι για υποστήριξη, την παρέσχε θεαματικά φτάνοντας στο σημείο - πέρα από την ανάπτυξη των διμερών οικονομικών σχέσεων και την διαρκώς προβαλλόμενη υποστήριξή της στο θέμα της ονομασίας σε όλα τα κείμενα του ΝΑΤΟ που αναφέρονταν στην ΠΓΔΜ- να εκπαιδεύει στις στρατιωτικές της σχολές αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεών της. Η τακτική αυτή της Άγκυρας συνεχίστηκε με αμείωτους ρυθμούς εφόσον έβρισκε έδαφος ιδιαίτερα πρόσφορο για την πρόσδεση των Σκοπίων στο τουρκικό άρμα.
Ο τουρκικός εναγκαλισμός δεν έμεινε μόνο στο επίπεδο της ΠΓΔΜ. Το όραμα Ερντογάν για γρήγορη ανάδειξη της χώρας του σε περιφερειακή δύναμη περικλείει μεγάλο τμήμα της Βαλκανικής όπου η Άγκυρα επιδιώκει να ανακτήσει τη χαμένη της επιρροή. Επενδύσεις, ανεγέρσεις τεμενών, ενίσχυση της θρησκευτικής διδασκαλίας και πολλές άλλες μεθοδεύσεις στοχεύουν στο να δελεάσουν τους αδύνατους βαλκάνιους μικρούς με υποσχέσεις πολλαπλής συμπαράστασης.
Μέσα σε αυτό το βαλκανικό πρόγραμμα ο στενός σύμβουλος του Τούρκου προέδρου, Ιμπραήμ Καλίν ανέδειξε, με άρθρο του στην Daily Sabah, την επιδίωξη της Άγκυρας όχι μόνο να απλωθεί στα Βαλκάνια αλλά και να εδραιωθεί σε αυτά. Υπογράμμισε μάλιστα ότι “η Τουρκία επενδύει χωρίς διακρίσεις σε όλες τις χώρες των Βαλκανίων πράγμα που ωφελεί και τις δύο πλευρές”. Και για του λόγου το αληθές υπενθύμισε ότι “τόσο η κυβέρνηση της Άγκυρας όσο και οι ιδιωτικές εταιρίες και οι τράπεζες της Τουρκίας εφαρμόζουν εκατοντάδες προγραμμάτων στις χώρες της περιοχής και αυτό ακριβώς θα συνεχίσουν να πράττουν”.
Το δέλεαρ στην περίπτωση αυτή δεν είναι μόνο η οικονομική ενίσχυση. Ο Ιμπραήμ Καλίν προβάλλει τεχνηέντως “την συμβολή της Άγκυρας στην πολιτική σταθερότητα” υπογραμμίζοντας “την ανιδιοτέλεια των πρωτοβουλιών αυτών στην νοτιοανατολική Ευρώπη”.
Μερικές χώρες της βαλκανικής έδειξαν να αποδέχονται τη νέα τουρκική προσέγγιση συνεκτιμώντας τόσο τα οικονομικά οφέλη όσο και τα πλεονεκτήματα της σχέσης με ένα ισχυρό γείτονα. Εκείνο όμως το οποίο πρέπει να συμπεριλάβουν στους υπολογισμούς τους είναι το κατά πόσον οι προθέσεις που προβάλλει η Τουρκία μπορεί να είναι ειλικρινείς και κατά πόσον η ίδια είναι όντως σε θέση να συμβάλει στη σταθερότητα της περιοχής. Ως προς την ειλικρίνειά της η Άγκυρα έχει αποδείξει κατ' επανάληψη ότι αυτό που κυρίως την απασχολεί είναι να αποκομίζει οφέλη από τη δημιουργία αδύναμων υποτακτικών οι οποίοι θα εξυπηρετούν τις γεωπολιτικές βλέψεις της. Όσο για τη συμβολή της στη σταθερότητα είναι, πράγματι, να αναρωτιέται κανείς πόσο προσφέρει η Άγκυρα στην ασφάλεια της περιοχής όταν, ακόμα και σύμμαχό της κράτος, απειλεί με πόλεμο αν εφαρμόσει ό,τι προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας, το προσβάλλει, το λοιδορεί και απειλεί με απαγωγή από την επικράτειά του των οκτώ Τούρκων αξιωματικών που δεν εκδόθηκαν στην Τουρκία, όταν αμφισβητεί την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάνης που αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του τουρκικού κράτους, όταν καταλαμβάνει και κατέχει επί 40 περίπου χρόνια ένα κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Εθνών και πολλά άλλα.
Οι χώρες των Βαλκανίων, η μία μετά την άλλη, στρέφονται προς την Ατλαντική Συμμαχία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι πολύ πιο εύκολο να ακολουθήσουν τον δρόμο αυτό παρά να γίνουν έρμαια μιας αδηφάγου περιφερειακής δύναμης που χλευάζει τους πάντες, προσβάλλει την Αθήνα, τη Βιέννη, τη Χάγη, το Παρίσι και την Ουάσινγκτον και θέλει, είτε manu militari είτε με ποικίλα δελέατα να εφαρμόσει την Pax Turca με βάση τους δικούς της κανόνες και τις δικές της ερμηνείες του Διεθνούς Δικαίου.
Ο δυτικός κόσμος ελπίζει ότι η Άγκυρα θα επιστρέψει στις αγκάλες του μετά την συγκυριακή στροφή της προς τη Μόσχα και ότι οι πρωτοτυπίες της περιόδου Ερντογάν θα έχουν ημερομηνία λήξης.Όμως, καλό είναι να μην ξεχνά ότι η ιδιόμορφη αυτή χώρα, με τις αρχέγονες και ξένες προς τις Ευρωπαϊκές επιλογές της θα συνεχίσει να αποτελεί σημαντικό παράγοντα αστάθειας και ανασφάλειας στα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο παραμένοντας αθεράπευτη από τις μανίες μεγαλείου που εύκολα μπορεί να οδηγήσουν σε τραγική κατάληξη. Όχι μόνο στον περίγυρό της αλλά και πέρα από αυτόν.
* Ο κ. Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή