Του Σάκη Μουμτζή
Εδώ και δύο μέρες έχει ανοίξει ένας διάλογος στους κόλπους της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για το αν πρέπει να δεχτούν στους κόλπους της τον Κ. Χρυσόγονο. Μερικές φορές ο διάλογος πήρε την μορφή της οξείας αντιπαράθεσης.
Ένα παρεμφερές πρόβλημα απασχόλησε και απασχολεί ακόμα τους φίλους της Νέας Δημοκρατίας με την προσχώρηση σε αυτήν του πρώην βουλευτή των ΑΝΕΛ, Χ. Κάτανα. Και στις δύο περιπτώσεις οι προβληματισμοί είναι σχεδόν ταυτόσημοι.
Στη Δημοκρατική Συμπαράταξη και στο ΠΑΣΟΚ οι ενστάσεις για τέτοιου είδους συνεργασίες είναι πιο έντονες, καθώς το κόμμα αυτό επλήγη καθοριστικά από την μαζική μετακόμιση κάποιων στελεχών του και ψηφοφόρων του στον ΣΥΡΙΖΑ.
Τώρα, ένα σημαντικό τμήμα όλων αυτών που παρέμειναν πιστοί στο κόμμα τους, βλέπουν με χαρά τους «αποστάτες» να γίνονται χλεύη του κάθε Καρανίκα. Αυτή όμως είναι μια συναισθηματική αντιμετώπιση που επηρεάζει την κρίση και δεν μας επιτρέπει να δούμε την κατάσταση με ψυχρή ματιά.
Από την στιγμή που η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης έκανε την στρατηγική επιλογή να στοχεύσει στον επαναπατρισμό των πρώην ψηφοφόρων του που μετακόμισαν μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι αντιφατικό να κλείνει την πόρτα σε στελέχη που ακολούθησαν την ίδια πορεία.
Γιατί αυτά τα στελέχη έχουν τους ψηφοφόρους τους που τα ακολουθούν και που θα δημιουργήσουν με την επιστροφή τους στον γενέθλιο πολιτικό τους χώρο, μια δυναμική ανασύνταξης και αντεπίθεσης.
Αυτός ακριβός είναι ο στόχος του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς. Να δείξει πως αποτελεί τον αξιόπιστο τρίτο πόλο του πολιτικού μας συστήματος. Και αυτός είναι ο εφιάλτης του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί είναι κοινός τόπος πλέον, πως ο αντίπαλος του δεν είναι η Νέα Δημοκρατία.
Η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ γνωρίζει πως δεν μπορεί να διεκδικήσει την πρώτη θέση. Εκείνο που επιδιώκει είναι ένα ευπρόσωπο ποσοστό που θα διατηρήσει το κόμμα τους συμπρωταγωνιστή στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Και αυτό μπορεί να το πετύχει μόνον αν το εγχείρημα της δημιουργίας του νέου φορέα της Κεντροαριστεράς είτε αποτύχει είτε γίνει με μίζερο τρόπο και με αποκλεισμούς.
Συνεπώς, οποιαδήποτε μετακίνηση στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ στην Δημοκρατική Συμπαράταξη δεν είναι μόνον θεμιτή, αλλά και επιβεβλημένη. Μα, θα αντιτείνουν οι αντιρρησίες, θα επιβραβεύσουμε την τακτική των ποντικών που εγκαταλείπουν το βυθιζόμενο σκάφος; Θα επιδοκιμάσουμε τους πολιτικούς τυχοδιώκτες;
Σωστές οι αντιρρήσεις, αλλά δεν μπορεί να αφορούν το πολιτικό παιχνίδι. Αυτό παίζεται σε όλον τον κόσμο και με αποστασίες, προσχωρήσεις, πισωγυρίσματα, ανίερες συμμαχίες. Όποιος δεν το καταλαβαίνει, ας παίξει κρυφτό ή τσαταλίνα –ματαλίνα.
Είναι γνωστό τοις πάσι πως η πολιτική δεν είναι Κατηχητικό σχολείο, ούτε σώμα Προσκόπων. Έχει τους δικούς της κανόνες και πολλές φορές παίζεται και χωρίς κανόνες.
Σήμερα, το κυρίαρχο ζήτημα είναι να φύγει το εθνολαϊκιστικό μόρφωμα από την εξουσία. Να δημιουργηθεί μια δυναμική αποσύνθεσης του. Να γίνει ορατό στον πολίτη, πως σε αυτόν τον χώρο οι δυνάμεις που αναπτύσσονται είναι πλέον κεντρόφυγες και όχι κεντρομόλες.
Και αυτό θα επιτευχθεί αν τα δημοκρατικά κόμματα ανοίξουν τις πόρτες τους στον κάθε Κάτανα και στον κάθε Χρυσόγονο. Αποκλεισμοί και συναισθηματισμοί δεν συγχωρούνται σε αυτήν την προσπάθεια.