Του Δημήτρη Καμπουράκη
Όσο κι αν προσπαθώ να απωθήσω την εικόνα από το μυαλό μου, δεν γίνεται. Διότι εμένα μου άρεσε ο Αλέξης στην πορεία. Μαζί με όλο το υπουργικό του συμβούλιο. Με σύσσωμη την κοινοβουλευτική του ομάδα. Με όλους όσους κυβέρνησαν επί πενταετία την χώρα. Με κείνους που διαθέτοντας σιδηρά πυγμή και ατσάλινη πειθαρχία, ψήφισαν παρέα τα μνημόνια, αγκάλιασαν συντροφικά τον Καμμένο, δόξασαν από κοινού τον Τραμπ και την Άγκελα.
Είναι ωραίο πράγμα να βλέπεις ανθρώπους να ξαναβρίσκουν τις ρίζες τους. Να ξανασυναντούν την νεανική τους αθωότητα. Να βλέπεις να επανέρχεται στα πρόσωπα τους η απολεσθείσα λάμψη, να αναδύεται ξανά απ' τα τάρταρα η καταβυθισμένη τους αγωνιστικότητα. Όπως ο πατέρας της Καινής Διαθήκης χάρηκε που είδε τον άσωτο υιό του να επιστρέφει στο σπίτι, έτσι κι εμείς αναγαλλιάσαμε βλέποντας ξανά τον Αλέξη στην πορεία.
Όχι μόνο τον Αλέξη, αλλά και όλους τους υπόλοιπους και υπόλοιπες. Μπορεί να κατασπατάλησαν την πατρική ιδεολογικοπολιτική περιουσία επί πενταετία στους οίκους ανοχής της λάγνας καπιταλιστικής εξουσίας, όμως η γονική αγκάλη της αριστεράς είναι πάντα ανοικτή για την μεγάλη επιστροφή των παιδιών στην οικογενειακή εστία και στις επαναστατικές παραδόσεις.
Χάρηκα που είδα τον πρώην πρωθυπουργό με το δερμάτινο. Τόσα χρόνια με τα κασμίρια φαινόταν ότι ένιωθε άβολα. Κι ας μην έβαλε γραβάτα με τα κοστούμια του, αυτός ήξερε πως την φορούσε από μέσα και πνιγόταν, δεν μπορούσε να ανασάνει. Ενώ χθες με το δερμάτινο ήταν άλλος άνθρωπος, αποκαθαρμένος, άσπιλος, σαν τότε στις μαθητικές καταλήψεις
Και που τον είδα να περπατά χάρηκα. Τόσα χρόνια με τις 500άρες θωρακισμένες Μερσεντές και τις BMW της εξουσίας να τρέχει σε δρόμους που άδειαζε η τροχαία, είχε ξεχάσει πως είναι να βαδίζει. Είχε αρχίσει και να παχαίνει επικίνδυνα. Ενώ τώρα διαπίστωσε ότι τα 'βγαλε άνετα την μικρή απόσταση μέχρι την Μεγάλη Βρετανία. Του χρόνου θα πάει μέχρι Χίλτον και του παραχρόνου θα φθάσει ως την αμερικάνικη πρεσβεία. Ως τότε θα είναι και πιο γυμνασμένος αλλά θα χουν ξεχάσει και τους χαριεντισμούς με τον Τραμπ. Όλα θέλουν το σχέδιο τους και τον χρόνο τους.
Και που τον είδα μέσα σε κόσμο χάρηκα. Κλεισμένος μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου σαν την άδικη κατάρα, με την Ηρώδου Αττικού απ' έξω οχυρωμένη σαν μεσαιωνικό φρούριο και τον Εθνικό κήπο απέναντι διπλοκλειδωμένο, είχε ξεχάσει πως είναι να βλέπει τους ανθρώπους από κοντά. Όχι τους υπουργούς του, κανονικούς ανθρώπους. Κι είχαν και κάτι μωβ σημαίες τα πιτσιρίκια που έπιασε αγκαζέ, να θυμηθεί να ρωτήσει τον Σκουρλέτη τι συμβολίζει αυτό το καινούριο χρώμα.
Όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι χάρηκαν που είδαν την παλιά παρέα να ξανασμίγει στην πορεία. Τον Αλέξη, τον Βούτση, τη Δούρου, τον Δρίτσα, την Γεροβασίλη, τον Παπά, τον κυρ-Αλέκο, την Θεανώ, όλους τέλος πάντων εκείνους που μας συντρόφευσαν τα προηγούμενα πέτρινα χρόνια και που τώρα νομίζαμε πως είχαν κλειστεί στα σπίτια τους γεμάτοι κατάθλιψη από την απώλεια της εξουσίας.
Λάθος, είναι όλοι τους εδώ. Υπάρχουν, είναι παρόντες. Με ψηλά τα λάβαρα και ακόμα ψηλότερα την πίστη τους. Ξαναβαφτίζονται στις ρίζες τους και ξαναμπαίνουν στον καλό αγώνα μέχρι την τελική δικαίωση. Μέχρι να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση. Γι αυτό και εμείς ας σφάξουμε τον μόσχο τον σιτευτό. Πως το λέει η Καινή Διαθήκη; «Ε?φρανθ?ναι δέ καί χαρ?ναι ?δει, ?τι ? ?δελφός σου ο?τος νεκρός ?ν καί ?νέζησε, ?πολωλός ?ν καί ε?ρέθη». Προτιμώ αυτό το απόσπασμα από το «Θου Κύριε φυλακήν τω στόματι μου».