Του Σάκη Μουμτζή
Οι φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις των έγκριτων εταιρειών, δείχνουν πως η δύναμη των κομμάτων παραμένει, σε γενικές γραμμές, αμετάβλητη. Τα γεγονότα του καλοκαιριού δεν επηρέασαν τις προτιμήσεις των ερωτηθέντων. Ετσι, το σημαντικό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας έναντι του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει και φαίνεται πως είναι μη αναστρέψιμο.
Τι σημαίνει όμως αυτή η σταθεροποιημένη εικόνα των γκάλοπ; Γιατί παρά τα τόσα αρνητικά –πυρκαγιές, πετρελαιοκηλίδα, Eldorado, εκκαθαριστικά της Εφορίας—ο ΣΥΡΙΖΑ αντέχει; Γιατί η Νέα Δημοκρατία δεν παρουσιάζει θεαματική άνοδο, παρά στασιμότητα;
Η Νέα Δημοκρατία πέτυχε το ακατόρθωτο για την πολιτική ζωή της χώρας. Μέσα σε δυόμισι χρόνια από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει ανατρέψει το δυσμενές γι΄αυτήν κλίμα και έχει αποκτήσει και μια διαφορά ασφαλείας από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα η δημοτικότητα του Α.Τσίπρα έχει καταρρακωθεί, κάτι το πρωτοφανές για εν ενεργεία πρωθυπουργό. Η δε υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αδιαμφισβήτητη.
Συνεπώς, είναι υπερβολή να ζητούμε από την Νέα Δημοκρατία να διευρύνει συνεχώς την διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ. Στα μισά της κυβερνητικής θητείας των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, είναι λογικό να υπάρχει μια αναμονή των πολιτών για να δούν και να εκτιμήσουν την φορά των εξελίξεων.
Ενας ανασταλτικός παράγοντας για την μαζική μετακίνηση ψηφοφόρων προς την Νέα Δημοκρατία, είναι η πλάνη που κυριαρχεί, σε μέρος του εκλογικού σώματος, για την διακυβέρνηση Α. Σαμαρά.
Αναμφίβολα, ήταν μια από τις καλύτερες μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις. Κι όμως αυτό δεν αναδείχθηκε από τις μετέπειτα ηγεσίες της παράταξης. Τα επιτεύγματα της δεν αντιπαρατέθηκαν με τα πεπραγμένα των νυν κυβερνώντων. Δεν έγινε η καταλυτική σύγκριση του πολιτικού και οικονομικού κλίματος της περιόδου 2012-2014 με την σημερινή κατάσταση.
Ετσι, είναι λογικό μερίδα των πολιτών να θεωρεί ακόμα τον ΕΝΦΙΑ το εμπόδιο για την προσέγγιση τους με την Νέα Δημοκρατία. Η επιθετική προβολή των πεπραγμένων της κυβέρνησης Σαμαρά αποτελεί την condition sine qua non για την περαιτέρω βελτίωση της δημοσκοπικής εικόνας της φιλελεύθερης παράταξης.
Από την άλλη πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει μιαν αξιοπρόσεκτη αντοχή. Εχασε βέβαια μέσα σε δυόμισι χρόνια την μισή δύναμη του, αλλά έχει σταθεροποιηθεί σε ποσοστά που του επιτρέπουν να μιλά για ήττα και όχι για συντριβή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με τα σημερινά δεδομένα θα κινηθεί άνω του 20%, με προοπτικές περαιτέρω ανόδου, αν και εφ΄όσον αρχίσει να βελτιώνεται το κλίμα στην οικονομία. Επειδή η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ρευστή, υπάρχει πάντα και το ενδεχόμενο της κατάρρευσης, εξαιτίας κάποιου τυχαίου γεγονότος ή σώρευσης αρνητικών παραγόντων που βρίσκονται μέσα στην λογική των εξελίξεων.
Οπως προκύπτει και από τα παραμετρικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων, η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης λειτούργησε θετικά για την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αυτό αποτυπώνεται και στις οριακές μεταβολές προς το θετικότερο, των απαντήσεων για τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας.
Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποιείται, μέχρι στιγμής, σε ποσοστά που θα τον κρατήσουν στην κεντρική πολιτική σκηνή, μετά τις εκλογές. Οσοι συνδέουν άμεσα τις προοπτικές της οικονομίας μας—θετικές ή αρνητικές-- με την εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, ας λάβουν υπ΄όψη πως υπάρχει και το καλό σενάριο για συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, με σημαντικό μέγεθος.
Νομίζω, πως πλην δραματικών εξελίξεων, η νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις προσεχείς εκλογές πρέπει να θεωρείται δεδομένη, όπως επίσης και η διαχειρίσιμη, πολιτικά, ήττα του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ενδιαφέρον θα εστιαστεί στην αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας και στην δυνατότητα της κυβερνητικής πλειοψηφίας να υπερβεί τον μαγικό αριθμό των 180 βουλευτών. Ετσι, θα σχηματιστεί μια κυβέρνηση τετραετίας με ό,τι σημαίνει αυτό για συμπολίτευση και αντιπολίτευση.