Η άσκηση σκληρής κριτικής από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης είναι περισσότερο από επιβεβλημένη ειδικά σε περιόδους κρίσης που κάθε αστοχία, κάθε παράλειψη μπορεί να προκαλέσει ζημιά.
Και ειδικά σε περιόδους κρίσης, θα πρέπει και η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση να δείχνουν ότι εννοούν στην πράξη ότι «δεν περισσεύει κανείς» και όλοι μαζί διατηρώντας τις διαφορές μας, να συνεισφέρουμε στην αντιμετώπιση των εκτάκτων καταστάσεων.
Η κυβέρνηση δίνει και τώρα και θα συνεχίσει και στο μέλλον να δίνει αφορμές και ευκαιρίες για κριτική όπως τώρα με την υπόθεση της επιλογής των εταιριών που ανέλαβαν τα voucher των επιστημόνων. Όμως δυστυχώς δίνεται η εντύπωση ότι η αντιπολίτευση και κυρίως η αξιωματική αντιπολίτευση, δεν βλέπει οτιδήποτε θετικό στις προσπάθειες που καταβάλει η κυβέρνηση.
Ακόμη και στα οφθαλμοφανώς θετικά θα σπεύσει να προσθέσει ένα «ναι μεν αλλά». Καλή η στήριξη των ανέργων, αλλά γιατί δεν πήραν 100 ευρώ παραπάνω, θετική η στήριξη των ιδιωτικών υπαλλήλων αλλά θα μπορούσαν να μείνουν στην δουλειά και να πάρουν και το επίδομα, καλές οι κινήσεις για τους μικρομεσαίους, αλλά …υπάρχει και ο καπιταλισμός…
Εκπέμπεται απογοήτευση ,στο ενδεχόμενο να βρεθεί λύση στην Ευρώπη χωρίς να φορτωθεί η χώρα νέο Μνημόνιο, διατυπώνονται υπαινιγμοί ότι η κυβέρνηση άνοιξε το σεντούκι με τα 36 δις και κάπου κάπως ξοδεύει κατά βούληση και με «ύποπτο» τρόπο τις οικονομίες που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ..
Διαβάζοντας δηλώσεις και πρωτοσέλιδα εφημερίδων της αντιπολίτευσης, αρχίζεις να πιστεύεις ότι ο Κ. Μητσοτάκης με βοηθό τον Βρούτση, παρασκευάσαν τον ιό, τον έσπειραν στην Κίνα με σκοπό να γίνει πανδημία και να κάνουν το όνειρο τους πραγματικότητα φέροντας τις «αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις που τους υπαγορεύει ο ΣΕΒ».
Η Αξιωματική αντιπολίτευση όμως διαπράττει ένα άλλο μεγάλο λάθος. Με μικροψυχία και παιδιάστικη ζηλοφθονία, τρέχει να αμφισβητήσει κάθε αναγνώριση των θετικών βημάτων που γίνονται από την Ελλάδα και την παρούσα κυβέρνηση στις δυο τελευταίες κρίσεις. Εκείνη του Έβρου και αυτή την πολύ μεγαλύτερή του κορονοϊού. Και δεν κρύβεται η στεναχώρια, γιατί υπάρχουν επιτυχίες της Ελλάδας στα δυο αυτά μέτωπα. Όταν έχει αναγνωρισθεί διεθνώς και τα στοιχεία μάλιστα το δείχνουν ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας έγινε με επιτυχή τρόπο από την Ελλάδα, τα στελέχη της αντιπολίτευσης τρέχουν να ανακαλύψουν το δημοσίευμα της DW και την εκτίμηση μιας εταιρίας Deep Knowledge Group από το Χόνγκ Κονγκ που ρίχνει την Ελλάδα σε πολύ χαμηλή θέση στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Δείχνουν να λυπούνται και να ταράζονται εάν αναγνωρισθεί επιτέλους για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία που η Ελλάδα ήταν το μαύρο πρόβατο, ότι η Ελλάδα επιτυγχάνει, ότι έχει δυνάμεις που παραμένουν ζωντανές, ότι υπάρχει μια φλόγα που σιγοκαίει και μπορεί να οδηγήσει σε αναγέννηση αυτό που σήμερα φαίνεται ισοπεδωμένο.
Η επιτυχία της χώρας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται έτσι φθονερά από την αντιπολίτευση. Είναι σαν να υιοθετεί την θέση εκείνης της κυρίας από την Λέσβο που περίμενε οι νεκροί από τον κορονοϊό να ξεπεράσουν εκείνους από το Μάτι , για να «λογαριαστούμε».
Αυτός που δεν χαίρεται και δεν αναγνωρίζει τις επιτυχίες της χώρας, είναι σαν να εύχεται την καταστροφή της, ελπίζοντας ότι αυτό θα χρεωθεί στην κυβέρνηση και συνεπώς αυτό είναι η μοναδική ελπίδα της αντιπολίτευσης.
Θα έπρεπε να είναι περήφανοι καθώς στην επιτυχία της χώρας και της κυβέρνησης έχουν και οι ίδιοι μερίδιο καθώς η κυβέρνηση δεν έκτισε τα πάντα σε οκτώ μήνες. Βρήκε κάτι από τους προηγουμένους, είτε στο ΕΣΥ είτε στο «μαξιλάρι», είτε στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό.
Κάνουν λάθος . Ότι επιτυγχάνει σήμερα αυτή η κυβέρνηση γίνεται με την συλλογική προσπάθεια και αυτό θα αποτελεί μια σημαντική κληρονομιά για την επόμενη κυβέρνηση είτε είναι πάλι της ΝΔ είτε του ΣΥΡΙΖΑ. Και γι αυτό θα έπρεπε να είναι περισσότερο μεγαλόκαρδοι. Εκτός φυσικά αν έχουν πεισθεί πλέον ότι δεν θα έχουν αυτή την ευκαιρία στις επόμενες εκλογές.. Και αυτό τους κάνει να φθονούν τις μικρές και μεγάλες επιτυχίες της χώρας.