Του Θανάση Διαμαντόπουλου*
Η συζήτηση για την αποδεκτή, τη λυτρωτική, την απελευθερωτική βία, τη βία-ξεγεννήτρα της Ιστορίας, έχει πίσω της σχεδόν δύο αιώνες. Εξακολουθεί, ωστόσο, να εμπνέει και πολιτικούς του 21ου αιώνα, που έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στο μέλλον. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, σχετικές αναφορές του σύντροφου Λαφαζάνη, την περίοδο που ήταν πολιτικός συνοδοιπόρος, αλλά και συγκυβερνήτης, του -χαρακτηρισθέντος «εναέριου πουλοπιάστη»- εισέτι πρωθυπουργού.
Πράγματι, διανοούμενοι του 19ου αιώνα, κάποιοι εξ αυτών γόνοι μεγαλοβιομηχάνων, από τη θαλπωρή των σαλονιών τους, ανέδειξαν με έμφαση πόσο λυτρωτική -και άρα αποδεκτή- μπορεί να είναι μια ιδεολογικά προσανατολισμένη βία, ειδικότερα μια βία ομόρροπη με τους νόμους της Ιστορίας (τη νομοτελειακή κατεύθυνση των οποίων είχαν προνομιακά συλλάβει οι προαναφερόμενοι διανοούμενοι, οι στρατευμένοι στην υπηρεσία της επανάστασης και της προόδου). Και έτσι η διδασκαλία τους δεν οδήγησε απλώς σε εγκαθίδρυση καθεστώτων που «γνώριζαν» το νομοτελειακό τέλος –με τις δύο έννοιες του όρου- της Ιστορίας, αλλά και όπου, κατά την επισήμανση του Κορνήλιου Καστοριάδη, το επιστημονικώς αναπόφευκτο και το ηθικώς ορθόν είχαν συμμαχήσει. (Ή μάλλον, κατά τη διατύπωση του ελληνογάλλου φιλόσοφου, είχαν συνωμοτήσει. Υπέρ του καλού και βέβαιου ασφαλώς).
Και έτσι η ανθρωπότης βίωσε την ιστορική ύβρη της ύπαρξης καθεστώτων που επιχειρούσαν –με χρήση της λυτρωτικής/αποδεκτής βίας- να «εμπραγματώσουν» τη, στερημένη εμπειρικού υπόβαθρου, θεωρία κάποιων στοχαστών. (Αντίθετα, από τον Άνταμ Σμιθ και μετά, οι στοχαστές του φιλελευθερισμού προσπαθούσαν απλώς να θεωρητικοποιήσουν μια μακροχρόνια κοινωνική πραγματικότητα: οι σύγχρονοι του Πλάτωνος ψαράδες, για παράδειγμα, όταν λόγω τρικυμίας έπιαναν λίγα μόνο ψάρια, ανέβαζαν την τιμή της πώλησής τους. Και το αντίστροφο).
Τώρα λοιπόν ήρθαν ως στη χώρα μας τα μικρανίψια του ιδεολογικού ρεύματος που ξεκίνησε από τους Μαρξ/Ένγκελς, πέρασε από τη φωτισμένη πρωτοπορία του Λένιν και κατέληξε στην καθαρτήρια φιλοσοφία του Στάλιν. Ήρθαν και στρατεύτηκαν στο πλευρό του πουλοπιάστη/λυτρωτή ηγέτη. Και, εκτός των άλλων, υπονομεύουν και το κατακτηθέν στα χρόνια της Μεπαπολίτευσης επίπεδο πολιτικού πολιτισμού, που περιλαμβάνει και την αυτοσυγκράτηση των εκάστοτε εξουσιαστών.
Μια σύντομη παρένθεση στο σημείο αυτό: όποιος έχει διαβάσει το βιβλίο «Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες» των Levitsky-Ziblatt θα νομίσει πως γράφτηκε –πιθανόν χρηματοδοτούμενο από τον Μητσοτάκη ή τη Μαρέβα και τον Βενιζέλο- ειδικά για τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν υπάρχει στοιχείο από όσα οι συγγραφείς αυτοί θεωρούν πως καθιστούν μια δημοκρατία εύτρωτη – προσπάθεια ποδηγέτησης των θεσμών ή κατάργησης των θεσμικών φραγμών στην εξουσία, περιφρονητική ρητορεία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, απαξιωτική ή δαιμονολογική αντιμετώπιση των πολιτικών αντιπάλων και των αλλόγνωμων, προσπάθεια ελέγχου του Τύπου κοκ- που να μην παραπέμπει στον (εθνικό;) κυβερνήτη μας!
Τούτων δοθέντων, λοιπόν…
Και επειδή τυχαίνει να έχω «μάθει γράμματα» σε ένα από τα κορίτσια που χάθηκαν στη Μαρφίν…
Αλλά έτυχε και να έχω μάθει τι σημαίνει να σε ζώνουν οι φλόγες…
Θα ήθελα να παρακαλέσω τον κ. Βουλευτή να θυμηθεί πως οι βόμβες Μολότοφ και σκοτώνουν και έχουν σκοτώσει! Κυρίως δε να σκεφθεί μήπως οι εκ της βίας με ιδεολογικό υπόστρωμα νεκροί έχουν τα ίδια δικαιώματα μεταθανάτιου σεβασμού με τους νεκρούς εξ οιασδήποτε άλλης βίας.
Και επειδή ο καθένας θα μπορούσε να αναρωτηθεί ποιος είμαι εγώ για να απευθύνω παράκληση σε έναν κ. βουλευτή και μάλιστα γνωμοδιαμορφωτή/γνωμηγήτορα της κοινωνίας, θα απευθύνω μια παρότρυνση κάπου άλλου:
«Σήκω Θάνο (Αξαρλιάν) να τους δεις. Και να αιτηθείς ταπεινά συγγνώμη. Το αξιώνει μετ' επιτάσεως η –υποψήφια ευρωβουλευτής- του όλως δημοκρατικού κόμματος που μας κυβερνάει, ερίτιμος Κυρία Μυρσίνη Λοΐζου».
Αν όμως δεν μπορείς εσύ να σηκωθείς, νομίζω πως θα μπορούσε για λογαριασμό σου να συγγνώμη να ζητήσει η μητέρα σου (μιας και, εξ όσων γνωρίζω, χήρα και ορφανά δεν πρόλαβες να αφήσεις)…
*Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι Ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης.