Του Αντώνη Πανούτσου
Διάβαζα την είδηση για το ντου των κουκουλοφόρων με λοστούς στο δημοτικό σταθμό TV100, της Θεσσαλονίκης. Οι κουκουλοφόροι αφού έσπασαν τέσσερα αμάξια, κατέβασαν τις τζαμαρίες και χτύπησαν έναν εργαζόμενο, έφυγαν αφού πρώτα είχαν πετάξει φυλλάδια που έγραφαν «Για κάθε δελτίο των 8 ένα σπασμένο τηλεοπτικό σταθμό» και «Νίκη στον αγώνα των κρατουμένων ενάντια στο νέο σωφρονιστικό κώδικα».
Το ρεπορτάζ έκλεινε για την επίθεση έκλεινε με την πληροφορία ότι η αστυνομία συλλέγει πληροφορίες. Με το θέμα να έχει ξεχαστεί σε μερικά 24ωρα. Από όλους εκτός από τους εργαζόμενους στο κανάλι. Ο στόχος των κουκουλοφόρων έχει επιτευχθεί. Κάθε ένας από όσους εργάζονται στο κανάλι όσο ήρωας και να είναι πριν το επόμενο ρεπορτάζ θα σκέφτεται «ρε συ μπας και με αυτό θα του έχουμε πάλι εδώ ;». Από την στιγμή που η τρομοκρατία έχει μπει σαν το σκουλήκι στο μυαλό, ακόμα και αν ο δημοσιογράφος απλά «στρογγυλέψει» μια, δύο λέξεις, κάνει φλου ένα δύο πρόσωπα σε διαδήλωση, ο σκοπός έχει επιτευχθεί. Η προληπτική λογοκρισίας, η χειρότερη μορφή λογοκρισίας που υπάρχει έχει επιβληθεί στο Μέσον. Ταυτόχρονα σκεφτόμουνα πόσο η Ελλάδα έχει αλλάξει από την πριν από 40 χρόνια επίθεση στον Νίκο Κακαουνάκη.
Το 1977 άγνωστοι είχαν ρίξει σε λάκκο με ασβέστη τον Νίκο Κακαουνάκη. Αφορμή της επίθεσης ήταν τα αντιδικτατορικά του ρεπορτάζ και το βιβλίο του «2.650 μερόνυχτα Συνωμοσίας». Αργότερα σε συνέντευξη του στην Βίκυ Φλέσσα ο Κακαουνάκης είχε πει ότι βρήκε ποιοι είχαν κάνει την επίθεση, ότι μένουν στην Κύπρο αλλά το θέμα δεν ήταν αυτό. Ηταν η αντίδραση όταν η επίθεση έγινε. Το γεγονός θεωρήθηκε επίθεση στην δημοκρατία, ζητήθηκαν ευθύνες και η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή κόντεψε να πέσει. Σήμερα κουκουλοφόροι επιτίθενται σε παρουσιάσεις βιβλίων, διαλέξεις σε πανεπιστήμια, γραφεία σταθμών και εφημερίδων και οι ειδήσεις, μπαίνουν αν μπουν στα μικρά. Στην Ελλάδα πάντοτε υπήρχε ευαισθησία στην τρομοκρατία της άκρας δεξιάς σε αντίθεση με της άκρας αριστεράς αλλά η ανύπαρκτη αντίδραση στις επιθέσεις στο TV100 σε σχέση με τις προ 40 χρόνια αντιδράσεις δείχνει κάποιες εξουσίες έχουν εκχωρηθεί στην δικαιοσύνη της κουκούλας. Η Ελλάδα είναι μια de juris δημοκρατία με όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά de facto δικτατορίας.
Η μπαναλιτέ της βίας της καθημερινότητας που ο πολίτης μαθαίνει να δικαιολογεί για να μην φοβάται. Το «κάτι θα κάνανε και αυτοί για να τους το σπάσουν» που επιτρέπει στον πολίτη να κλείσει τα μάτια στο ότι οι κουκουλοφόροι έχουν την εξουσία στον λόγο. Στο ότι οι λογοκριτές δεν χρειάζεται να φοράνε στολή αλλά και με κουκούλες και ένα λοστό στο χέρι η δουλειά γίνεται. Και ότι η ΕΣΗΕΑ μπορεί να βγάλει μια ακόμα από τις ηρωικές ανακοινώσεις «δεν θα μας φιμώσουν» αλλά το κακό έχει γίνει. Ο δημοσιογράφος του TV100 που θα συντάξει το επόμενο δελτίο θα είναι αδύνατον να μην σκεφτεί «Ρε συ μπας και με αυτό που λέμε θα τους έχουμε ξανά να έρχονται…». Και θα αρχίσει να κόβει μια λέξη από εδώ, μια σκηνή διαδήλωσης από εκεί μέχρι προσπαθώντας να μην σκέφτεται ότι κάνει προληπτική λογοκρισία, που είναι και η η πιο επικίνδυνη.
«Στην ελεύθερη κοινωνία πρέπει να νοιώθεις ασφαλής όταν είσαι αντιδημοφιλής» είχε πει ο Αντλάι Στίβενσον. Στην Ελλάδα της δημοκρατίας των κουκουλοφόρων όλο και λιγότεροι νοιώθουν ασφαλείς.