Του Σάκη Μουμτζή
Αναφέρομαι, βέβαια, στους δώδεκα προέδρους εφετών, οι οποίοι προσφάτως συνέφαγαν με την κυρία Θάνου. Στις «πονηρές» ημέρες μας τίποτα δεν είναι αθώο.
Πολύ, δε, περισσότερο ένα τέτοιο γεύμα.
Ως γνωστόν η τέως πρόεδρος του Αρείου Πάγου προσφέρει «αμισθί» τις υπηρεσίες της στο νομικό γραφείο του πρωθυπουργού. Μία θέση, εκ πρώτης όψεως ακατανόητη, καθώς την κυβέρνηση εκπροσωπεί στον χώρο της Δικαιοσύνης ο καθ΄ ύλην αρμόδιος υπουργός.
Η μόνη λογική εξήγηση που υπάρχει, είναι η κυρία Θάνου - λόγω της προϋπηρεσίας της και αφού κατέστη αδύνατον να παραταθεί η θητεία της – να έχει επιφορτισθεί να καλύψει τις σχέσεις του πρωθυπουργού με ένα κομμάτι της δικαστικής εξουσίας, που εκφεύγουν από τις θεσμικές δραστηριότητες του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Είναι γεγονός, πως ανέκαθεν η εκτελεστική εξουσία ήθελε να ελέγχει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την δικαστική εξουσία.
Αυτό άλλες φορές γινόταν απροκάλυπτα και απροσχημάτιστα και άλλες φορές πιο διακριτικά και πιο κομψά.
Το βασικό μέλημα όλων των κυβερνήσεων ήταν οι δικαστικές αποφάσεις, σε ζητήματα με πολιτικό αντίκτυπο, να μην τους δημιουργούν προβλήματα.
Αυτό βέβαια βρισκόταν σε άμεση εξάρτηση από την αντίσταση ή την ευκαμψία των δικαστών.
Η παρούσα κυβέρνηση ξεπέρασε κάθε όριο καθώς, και εκ της ιδεολογίας της, δεν αναγνωρίζει την διάκριση των εξουσιών. Ιστορικά, η Αριστερά θεωρεί πως οι δικαστές οφείλουν να περαιώνουν τις κυβερνητικές βουλήσεις.
Δεν αποτελούν διακριτή εξουσία που τυγχάνει σεβασμού.
Αυτό, στα καθ΄ημάς, μεταφράζεται σε καρατομήσεις μη «συνεργάσιμων» δικαστών, σε εκβιασμούς άλλων, σε παροπλισμό των ανεπιθυμήτων, και στην προώθηση αυτών που η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ θεωρεί πως μπορεί να τους χειραγωγήσει.
Το πάθημα των τηλεοπτικών αδειών της έγινε μάθημα.
Η κυρία Θάνου, στην νέα της θέση, αποτελεί αναμφισβήτητα, ένα γρανάζι της εκτελεστικής εξουσίας. Προς ποια κατεύθυνση κινείται, πιθανολογείται μετά βεβαιότητος.
Συνεπώς, εγείρει ερωτηματικά όχι η πρόσκληση σε γεύμα που απηύθηνε στους δώδεκα προέδρους εφετών, αλλά η αποδοχή από αυτούς της συγκεκριμένης πρόσκλησης.
Ήταν απλώς μια κοινωνική επαφή; Στις ημέρες μας, που τόσο βαρύ φορτίο έχει πέσει στους ώμους των δικαστών, αλλά συγχρόνως υπάρχει και τόση αμφισβήτηση για την ανεξάρτητη λειτουργία κάποιων άλλων, θα έπρεπε να ήταν πιο προσεκτικοί.
Ήθελαν οι δώδεκα εφέτες να υποβάλουν κάποια αιτήματα τους; Μα, υπάρχουν τα συνδικαλιστικά όργανα του κλάδου και ο αρμόδιος υπουργός.
Μήπως, λοιπόν, η κυρία Θάνου επεδίωκε με αυτήν την δημόσια συνάντηση να στείλει μήνυμα στους υπόλοιπους δικαστές, πως το νομικό γραφείο του πρωθυπουργού παρακολουθεί, εκ του σύνεγγυς, τον χώρο της Δικαιοσύνης; Ως μη όφειλε, βέβαια!
Ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη πολιτικές διώξεις με δικαστικό μανδύα και ενώ τα θύματα της σκευωρίας έχουν στραφεί ποινικά κατά συγκεκριμένων εισαγγελέων, μια παρόμοια συνάντηση μόνον υποψίες και ερωτηματικά προκαλεί.
Και αυτό θα έπρεπε να το γνωρίζουν οι δώδεκα ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί.
Μέσα στο δικαστικό σώμα υπάρχουν δικαστές με υψηλού επιπέδου νομική παιδεία και με πολύχρονη πείρα στον χειρισμό λεπτών και ευαίσθητων υποθέσεων.
Όπως αποδείχτηκε και με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις τηλεοπτικές άδειες, οι υπόγειες μεθοδεύσεις και οι εκβιασμοί φέρνουν το αντίθετο αποτέλεσμα.
Η συγκεκριμένη κυβέρνηση, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη, επιδιώκει την χειραγώγηση της Δικαιοσύνης και το μόνο εμπόδιο σε αυτήν την προσπάθεια της είναι το ήθος και η παιδεία των δικαστών.
Ούτως ή άλλως η Δικαιοσύνη είναι το τελευταίο οχυρό του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Την ανεξαρτησία της ας την περιφρουρήσουν αυτοί που την υπηρετούν.