Είναι αλήθεια ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν χρειάζεται να κάνει πολλά πράγματα για να αντιμετωπίσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει περιέλθει σε μια κατάσταση εσωστρέφειας, από την οποία δύσκολα θα καταφέρει να ξεφύγει. Η ουσιαστική έλλειψη ενός ισχυρού κόμματος στα αριστερά της κυβέρνησης δεν είναι καλή για τη χώρα. Αλλά είναι παράλογο να ζητάει κανείς από τη Ν.Δ. να λύσει... και αυτό το θέμα. Ο κ. Μητσοτάκης, πάντως, δεν θα στερηθεί του αγαθού της αντιπολίτευσης. Θα την κάνει η ίδια η κοινωνία, ένα μεγάλο μέρος της οποίας θα αντιμετωπίσει πολύ σκληρές καταστάσεις λόγω της κρίσης του κορονοϊού.
Η Ελλάδα «πουλάει» τουρισμό. Είναι μία τεράστια βιομηχανία που απασχολεί πολύ περισσότερους εργαζομένους από αυτούς του ξενοδοχειακού κλάδου. Είναι τα εστιατόρια και οι καφετέριες, είναι τα ταξί στις τουριστικές περιοχές, τα καταστήματα, οι ξεναγοί. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ζει έμμεσα ή άμεσα από τον τουρισμό και φέτος θα ζήσει έναν από τους πιο δύσκολους χειμώνες. Να μην ξεχνάμε ότι ακόμη και στην εποχή των capital controls ο τουριστικός κλάδος έμεινε όρθιος και κράτησε επίσης όρθια και την ίδια τη χώρα.
Θέλοντας και μη, η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σκληρή πραγματικότητα. Θα κληθεί να πληρώσει πολιτικά τον λογαριασμό για την αποβιομηχάνιση της χώρας. Και την ίδια ώρα ξέρει ότι τα ταμεία δεν είναι σε θέση να καλύψουν μια γενναία επιδοματική πολιτική. Και ναι μεν όλοι πιστεύουν ότι πρόκειται για μία έκτακτη κατάσταση, αλλά δεν είναι αρκετό να κλείσει κανείς τα μάτια και να υποδυθεί τον ρόλο της στρουθοκαμήλου. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι η κρίση στον κλάδο θα διαρκέσει μέχρι τον Μάιο του 2021, στο διάστημα αυτό οι άνθρωποι έχουν ανάγκες που πρέπει να καλύψουν. Τα στομάχια των ανθρώπων δεν κάνουν διακοπές...
Ο ΣΥΡΙΖΑ είδε αυτή ακριβώς την εξέλιξη και επιχείρησε να επενδύσει στο νέο κύμα της φτώχειας. Στο μεταξύ, όμως, προέκυψαν κάτι θεματάκια με συνομιλίες, που απέδειξαν και στον τελευταίο δύσπιστο ότι αυτή η παρέα δεν μπορεί να παράξει πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να εκπροσωπήσει τους φτωχούς, επειδή έχει χάσει την εμπιστοσύνη των πολλών. Είναι ένα κόμμα σε αποδρομή και την ίδια ώρα δεν υπάρχουν άλλες ικανές δυνάμεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς για να συγκροτήσουν μία αξιόπιστη αντιπρόταση απέναντι στις κυβερνητικές προτάσεις. Και αυτό δεν είναι καλό για τη Δημοκρατία. Η αδυναμία της Αριστεράς να ασκήσει αντιπολίτευση θα μεταφέρει αργά ή γρήγορα τη σκυτάλη σε πιο ακραία πολιτικά ρεύματα. Εφόσον η κυβέρνηση δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κρίση...
Ο μεγάλος κίνδυνος για την κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι να επαναπαυτεί από την εικόνα των δημοσκοπήσεων και μιας αντιπολίτευσης που πασχίζει να νομιμοποιήσει τα μάτια των οπαδών της τη λογική Παππά. Όλα αυτά δεν θα έχουν σημασία αν δεν δώσει ελπίδα σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, που θα δουν με τρόμο να έρχεται ο επόμενος χειμώνας. Και η ελπίδα δεν έρχεται με υποσχέσεις και «μαγικά», αλλά με μέτρα.
Μήπως ήρθε η ώρα για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα; Ναι, δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε από 1.000 ευρώ σε κάθε πολίτη. Αλλά από κάπου θα πρέπει να ξεκινήσουμε. Από εκεί που μπορούμε. Και την ίδια ώρα και ειδικά γι' αυτό τον χειμώνα θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τους ανθρώπους του τουρισμού. Να υπερβούμε, δηλαδή, τις δυνατότητές μας. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο αξίζει κανείς να δανειστεί, να «υποθηκεύσει» το μέλλον. Είναι προτεραιότητα! Τι να συζητάμε για την Οικονομία και το μέλλον, αν στο μεταξύ λιποθυμούν οι άνθρωποι από την πείνα;
Ξέρουμε ότι αυτό δεν είναι συνέπεια των πολιτικών της Ν.Δ., όπως επιχείρησαν να το παρουσιάσουν οι γκεμπελίσκοι του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι απόρροια ενός λαθεμένου οικονομικού μοντέλου. Τα μοντέλα δεν αλλάζουν, όμως, με αποφάσεις της κεντρικής διοίκησης, αλλά με μεταρρυθμίσεις. Αλλάζοντας το οικονομικό και επενδυτικό περιβάλλον. Αυτό είναι το μακροχρόνιο. Αυτό που θα αποδώσει σε τρία, τέσσερα ή επτά χρόνια. Το άμεσο, το επείγον είναι οι άνθρωποι και τα προβλήματά τους. Και να μη μολυνθεί η κοινωνία από ένα νέο κύμα λαϊκισμού.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι και πολιτικό. Ή, καλύτερα, μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε μία νέα αυτοχειρία, όπως αυτές που συνηθίζουμε να κάνουμε στη μακροχρόνια ιστορία μας. Μόνο που έχει κουραστεί μαζί μας η ίδια η Ιστορία και δεν ξέρουμε αν θα μας δώσει άλλο περιθώριο στο μέλλον για να ασκηθούμε στο αγαπημένο μας άθλημα.
Η κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει δράσεις. Μιλάμε για σοβαρές δράσεις. Σχέδιο και δράσεις. Επειδή η αντίδραση της κοινωνίας στην αδράνεια θα είναι εκκωφαντική...
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]
* Αναδημοσίευση από τη στήλη «Εκ θέσεως» του Φιλελεύθερου που κυκλοφόρησε το Σάββατο 4 Ιουλίου.