Ήταν τότε που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο εθνάρχης, κατέβαινε τις σκάλες του αεροπλάνου. Πιτσιρικάς, έμενα απέναντι από τα Δικαστήρια της Πάτρας και θυμάμαι να χαλάει ο κόσμος στην Γούναρη από τις κόρνες των αυτοκινήτων. «Ήρθε ο Καραμανλής», έλεγαν όλοι με έμφαση. Σαν να λέμε ότι ήρθε η ώρα της αποκάλυψης, ότι κατέβηκε και πάλι ο Θεός στην γη…
Μερικοί άνθρωποι υπήρξαν πράγματι μοναδικοί. Λες και ο Μεγαλοδύναμος πρώτα τους έφτιαξε κι ύστερα έσπασε το καλούπι. Υπήρξε ένας Κωνσταντίνος Καραμανλής, ένας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ένας Ανδρέας Παπανδρέου, ένας Χαρίλαος Φλωράκης, ένας Λεωνίδας Κύρκος. Άνθρωποι σπουδαίοι που στο πέρασμά τους άφησαν ανεξίτηλη την σφραγίδα τους. Εντάξει, δεν θα συμφωνήσουν όλοι. Αλλά κι αυτό μέσα στην ζωή είναι!
Οι μεγάλοι άνδρες είναι παιδιά των δικών τους πράξεων. Θυμόμαστε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή επειδή οι πολιτικές του επιλογές ήταν τέτοιες που ωφέλησαν την χώρα. Δεν ανακηρύχτηκε εθνάρχης επειδή είχε καλό τμήμα προπαγάνδας. Ήταν ένα τίτλος τιμής που τον κέρδισε από τους αντιπάλους του. Ο σεβασμός είναι μία από τις πολυτιμότερες αξίες, κάτι που φαίνεται να έχει ξεχαστεί στις μέρες μας. Κάποιοι νομίζουν ότι θα τα καταφέρουν με την ατιμία και με την σπίλωση της τιμής των αντιπάλων τους. Έχουν επιλέξει τον πιο σύντομο δρόμο για την Κόλαση κι ας νομίζουν κάτι άλλο, παρασυρόμενοι από την μέθη της εξουσίας.
Τότε, λοιπόν, ο κόσμος είχε μία ένοχη στάση απέναντι στην χούντα. Έπρεπε να γιορτάσει την πτώση της, επειδή νωρίτερα δεν μπόρεσε να εμποδίσει την επιβίωσή της. Οι κόρνες, οι ελληνικές σημαίες στους δρόμους, ήταν το ξέσπασμα ενός λαού που με αυτό τον τρόπο περνούσε από την αδράνεια της εποχής της χούντας στην νέα εποχή της μεταπολίτευσης. Κι αυτό έγινε με έναν περίεργο τρόπο, καθώς όλοι έγιναν ξαφνικά αντιστασιακοί, όλοι προσπαθούσαν να πείσουν για το πόσο επαναστάτες ήσαν. Ήταν τόσο μεγάλο το πλήθος των αντιστασιακών που αναρωτιόσουν που κρυβόντουσαν όλα αυτά τα χρόνια και πως δεν κατάφεραν να αναγκάσουν τους χουντικούς να δραπετεύσουν νωρίτερα και με την ουρά στα σκέλια στην Αργεντινή ή στην Νότια Αφρική.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα μεταπολίτευση; Κατά πάσα πιθανότητα ναι! Τα τελευταία χρόνια έχουμε εισέλθει και πάλι σε μία περίοδο «ένοχης αδράνειας». Η μεταπολίτευση βρίσκεται αντιμέτωπη με τα τέρατα που η ίδια δημιούργησε σε όλο αυτό το διάστημα των τελευταίων σαράντα τόσων χρόνων. Το ίδιο το σύστημα έχει την ανάγκη να βρει νέα στηρίγματα σε κάτι άλλο. Τι θα είναι αυτό το «άλλο» και ποιος θα το εκφράσει; Αυτό είναι άγνωστο. Ο κάθε ένας από εμάς μπορεί να πιστεύει σε ένα πρόσωπο, αλλά τελικά η ίδια η ιστορία θα πει την τελευταία της λέξη. Ας μην ξεχνάμε ότι πολλοί πίστεψαν ότι το πρόσωπο αυτό θα ήταν ο Αλέξης Τσίπρας και ότι η αρχή της νέας μεταπολίτευσης θα ήταν το 2015. Τίποτα απ' αυτά δεν συνέβησαν. Ο Αλέξης Τσίπρας αποδείχτηκε το χειρότερο παιδί της μεταπολίτευσης και η κατάρρευση του παλιού μετατέθηκε χρονικά για λίγο ακόμη. Πόσο; Σίγουρα όχι για πολύ.
Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι την ημέρα που ο Αλέξης Τσίπρας θα προαναγγείλει την ημερομηνία των εκλογών, θα χαλάσει ο κόσμος! Αυτοκίνητα θα βγουν στον δρόμο, κόρνες θα σκίζουν τον αέρα, ένας άνεμος ελευθερίας θα πλημμυρίσει την χώρα. Θα είναι η συμβολαιογραφική πράξη του πολιτικού θανάτου της Αριστεράς και του Αλέξη Τσίπρα. Δεν ξέρουμε, όμως, αν θα είναι το τέλος της μεταπολίτευσης. Αν ο επόμενος πρωθυπουργός θα είναι εκείνος που θα μας εισάγει στην επόμενη εποχή ή θα είναι ένας ακόμη βραχύβιος πρωθυπουργός που θα περάσει απαρατήρητος.
Η Ιστορία, πάντως, στην φάση της μετάβασης στην μεταπολίτευση, είχε κρατήσει μία μόνο θέση «νικητή», εκείνη που κέρδισε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Επειδή ο Καραμανλής ήταν ικανός, ήξερε τους κανόνες του παιγνιδιού και ήταν αποφασισμένος να μην αποτύχει. Ο Καραμανλής δεν έγινε αυτός που έγινε ως καπρίτσιο της ιστορίας ή δήθεν επειδή η ζωή του το όφειλε. Αν ο Καραμανλής είχε αποτύχει, τότε θα βρισκότανε πολύ γρήγορα κάποιος άλλος να διεκδικήσει τον ρόλο του εθνάρχη. Οι συνθήκες ήταν ώριμες για να περάσουμε στην μεταπολίτευση, όπως τώρα είναι το ίδιο έτοιμες για την νέα μεταπολίτευση. Είναι τόσο κοντά μας αυτό το καινούργιο, όσο η αορτή μας.
Θανάσης Μαυρίδης