Του Σάκη Μουμτζή
Κάποιοι μέσα στη Νέα Δημοκρατία, είτε καλοπροαίρετα είτε κακοπροαίρετα, αισθάνονται ανήσυχοι για την αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ και τη στασιμότητα της Νέας Δημοκρατίας. Προφανώς, δεν είναι ικανοποιημένοι από τη δημοσκοπική διαφορά των 6-12 μονάδων που δίνουν οι μετρήσεις.
Και 20 μονάδες διαφορά να υπήρχε, πάλι οι κακοπροαίρετοι δεν θα ήταν ευχαριστημένοι. Υποκριτικά λησμονούν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέλαβε ένα κόμμα μετά από τέσσερις εκλογικές ήττες, εκ των οποίων η τελευταία ήταν και ταπεινωτική. 190.000 ψηφοφόροι που ψήφισαν την παράταξη στις εκλογές του Ιανουαρίου, δεν προσήλθαν στις κάλπες το Σεπτέμβριο του 2015.
Παρ'' όλο το βαρύ αυτό κλίμα, ο νέος αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας μέσα σε τρεις μήνες από την εκλογή του, όχι μόνον κάλυψε τη διαφορά των 7 μονάδων που χώριζαν το κόμμα του από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά πέρασε, με βραχεία κεφαλή, μπροστά.
Έκτοτε η διαφορά έβαινε συνεχώς αυξανόμενη. Είναι λογικό αυτή η ξέφρενη πορεία να σταματήσει σε κάποιο σημείο. Η Νέα Δημοκρατία δεν παίζει μόνη της στο γήπεδο. Υπάρχει αντίπαλος που είναι σκληρός κι επικίνδυνος.
Το κλασσικό επιχείρημα των «κατ'' επάγγελμα» μεμψίμοιρων είναι: «μα, με τόσα που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί η Νέα Δημοκρατία δεν αυξάνει την διαφορά;» Η απάντηση έχει δύο σκέλη.
Πρώτον: Η Νέα Δημοκρατία είναι σε φάση ιδεολογικής και οργανωτικής ανασυγκρότησης. Δεν έχει ακόμα αναπτύξει και προβάλλει πλήρως τη νέα της φυσιογνωμία. Ούτε έχει παρουσιάσει το αναλυτικό πρόγραμμά της. Έτσι, είναι λογικό μέχρι αυτή την στιγμή να παρουσιάζει μόνον μια υψηλή συσπείρωση. Η κατάκτηση νέων θέσεων θα γίνει όταν ξεδιπλωθούν σε όλη τους την έκταση οι ιδεολογικές συντεταγμένες και οι προγραμματικές θέσεις του κόμματος.
Δεύτερον: Ο Σύριζα είναι λογικό να βελτιώσει τα επίπεδα συσπείρωσής του, που είναι σήμερα πολύ χαμηλά. Επιπροσθέτως, επιδιώκει με στοχευμένες κινήσεις να συνδεθεί με συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, ώστε να αποκτήσει νέους χώρους επιρροής. Γνωρίζει η ηγετική ομάδα του πως το παιχνίδι πολύ δύσκολα γυρίζει και προσπαθεί να πετύχει δύο στόχους, ταυτοχρόνως.
Να μην αποκτήσει η Νέα Δημοκρατία την αυτοδυναμία και να μην συγκεντρώσουν τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου τον μαγικό αριθμό των 180 εδρών. Είναι δύο καθαρά αμυντικές κινήσεις, που τις κάνει όμως με επιθετική πολιτική.
Πού αποβλέπουν όλοι αυτοί, μέσα στη Νέα Δημοκρατία, που γκρινιάζουν και δημιουργούν ένα κλίμα αδικαιολόγητης ηττοπάθειας; Μήπως δεν θέλουν να γίνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρωθυπουργός;
Ίσως. Γιατί η πρωθυπουργοποίησή του σημαίνει πως, αυτομάτως, οι επίδοξοι δελφίνοι των 60 ετών plus, βλέπουν τις φιλοδοξίες τους να ακυρώνονται. Γιατί ο διάδοχος του Κυριάκου Μητσοτάκη, όταν έρθει εκείνη η ώρα, θα είναι σαραντάρης και όχι εβδομηντάρης.
Και γιατί, δέσμιοι ενός χρόνιου κρατισμού, δεν επιθυμούν να αποκτήσει η παράταξη ένα φιλελεύθερο πρόσωπο. Αυτό το έργο το έχουμε ξαναδεί.
Αυτός ο χώρος πάντα εταλαιπωρείτο από προσωπικές φιλοδοξίες στο επίπεδο της κορυφής, αλλά πάντα χαρακτηριζόταν από τη σταθερή ενότητα της βάσης.
Συνεπώς, όσοι δεν θέλουν να βοηθήσουν τη Νέα Δημοκρατία να κερδίσει στις προσεχείς εκλογές, ας καθίσουν στην άκρη και ας μην κάνουν, τουλάχιστον, ζημία. Αντί να ασχολούνται με τα πεπραγμένα του ΣΥΡΙΖΑ, κάνουν μίζερη κριτική στον αρχηγό τους.
Αυτός είναι ο ορισμός της εσωστρέφειας, μιας παραλυτικής κατάστασης, που υπονομεύει τη δράση κάθε κόμματος.