Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Αν η εικόνα των Τσόρτσιλ, Ρούσβελτ και Στάλιν στη Γιάλτα πριν από 75 χρόνια μπορεί να γίνει κατανοητή ως απότοκο ενός «άλλου κόσμου», μιας «άλλης Ευρώπης» που δεν είχε ακόμα προλάβει να «μεταβολίσει» τα δράμα του πολέμου από τον οποίο έβγαινε, ενός πολέμου με ασύλληπτης φρίκης γεγονότα, όσα συνέβησαν στο Βερολίνο την Κυριακή 19 Ιανουαρίου με πρόσχημα αυτή τη φορά τη Λιβύη, μας αφήνουν παγωμένους.
Τι σκέφτεται ένας Ευρωπαίος στη Λειβαδιά, στη Βάρνα (Βουλγαρία), στο Μάριμπορ (Σλοβενία), στο Γκντάνσκ (Πολωνία), στη Μασσαλία (Γαλλία), στη Νάπολη (Ιταλία), στο Μάιντς (Γερμανία), όταν πληροφορείται ότι στη Διάσκεψη για τη Λιβύη δεν συμμετείχαν οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι μόνο ήταν κάπου «παρκαρισμένοι» έξω από την αίθουσα όπου γινόταν η διάσκεψη;
Ποιον έχει στο νου της η κυρία Μέρκελ όταν διοργανώνει νέες Γιάλτες; Είναι δυνατόν η ίδια - δεν αναφερόμαστε καν στους συμβούλους ιστορικούς που γνωρίζουμε ότι έχει- να μην είναι σε θέση να δει τον ειδεχθή συμβολισμό; Η ίδια δεν μεγάλωσε στο ειδεχθές κομμουνιστικό καθεστώς για να γνωρίζει από πρώτο χέρι, τι σημαίνει να αγνοείς τον λαό;
Είναι πολύ σοβαρό αυτό που συνέβη την Κυριακή στο Βερολίνο και αναφερόμαστε πάντα σε μια Διάσκεψη που έγινε χωρίς να παρίστανται αυτοί για τους οποίους γινόταν η συζήτηση. Και δεν πρόκειται για «μεμονωμένο περιστατικό». Η ίδια η σημερινή Επίτροπος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είναι προϊόν της ίδιας αντίληψης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες αισθάνονται πολύ άνετα να ξοδέψουν χρήματα των φορολογούμενων σε καμπάνιες για να τους φέρουν στις κάλπες των Ευρωεκλογών, να τους αραδιάσουν ένα σωρό υψιπετείς μπούρδες και ψέματα μόνο και μόνο για να αγνοήσουν προκλητικά το αποτέλεσμα της κάλπης.
Στην ανάλυσή του στην ειδική έκδοση της Καθημερινής «Η Ελλάδα και ο Κόσμος το 2020», ο καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο, Γεράσιμος Μοσχονάς, επισημαίνει ότι η κρίση (και) του ελληνικού κομματικού συστήματος οφείλεται στην αποκέντρωση της ισχύος των κομμάτων εξουσίας που μοιραία επέφερε η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Όταν τον τελικό λόγο τον έχουν οι Βρυξέλλες κι αυτό το ξέρουν οι πολίτες κάθε κράτους-μέλους, ειδικά των κρατών της περιφέρειας, όπως η Ελλάδα, τότε οι πολίτες που βλέπουν την ψήφο τους να χάνει σε ισχύ, σε σχέση με το παρελθόν, χάνουν την πίστη τους στο σύστημα και δεν θέλουν πλέον να είναι μέλη μιας Ένωσης που όχι μόνο το πορτοφόλι τους αλλά και η ίδια τους η ψήφος, το πολυτιμότερό τους αγαθό δεν έχει την ίδια πολιτική ισχύ με αυτή των κρατών του Διευθυντηρίου.
Για όσους σήμερα ασπάζονται τις ιδέες των ευρωσκεπτικιστών τόσο στην πτέρυγα της λαϊκιστικής δεξιάς όσο και σ’αυτή της ριζοσπαστικής αριστεράς, τα πράγματα είναι εύκολα. Το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να βάλουν την κασέτα με τους αντιγερμανικούς μύδρους και τα ντεμοντέ σχετικά συνθήματα.
Το πρόβλημα το έχουμε όλοι εμείς που δεν πάσχουμε από αντιγερμανικά σύνδρομα και δημιουργήσαμε πολιτική συνείδηση σε μια εποχή που η Ευρώπη ήταν το απόλυτο, ιδανικό όραμα.
Εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να υπερασπιστούμε την Ευρώπη των λαών, την Ευρώπη της Συνθηκών της Ρώμης, του Μάαστριχτ, του Άμστερνταμ, της Νίκαιας, της Λισαβόνας.
Τα οράματα αυτά δεν μπορεί κανείς να τα υπονομεύσει. Όποιος νιώθει ότι δεν είναι πλέον σε θέση να τα υπηρετεί, να πάει στο σπίτι του. Σε κάθε περίπτωση εμείς, περισσότερο από το κάθε αριστερούλη και δεξιούλη «επαγγελματία ευρωσκεπτικιστή», θα σταθούμε απέναντι σε όσους υπονομεύουν την μόνη «ανάσταση» που έχει καταγραφεί ως γεγονός στην ιστορία: την ανασυγκρότηση των λαών της Ευρώπης μέσα από τις στάχτες της απόλυτης θηριωδίας του Ολοκαυτώματος. Αυτό ήταν το ευρωπαϊκό στοίχημα και αυτό καλούμαστε σήμερα να υπερασπιστούμε.