Του Σάκη Μουμτζή
Η πολιτική είναι σκληρό παιχνίδι. Δεν υπάρχει συγγνώμη σε αυτό. Γιατί η συγγνώμη σημαίνει και παραδοχή της νίκης του αντιπάλου. Γι΄αυτό και κανένας πολιτικός –απ΄όσο θυμάμαι- δεν την ζήτησε.
Συνεπώς, ματαιοπονούν όσοι εγκαλούν τον Α.Τσίπρα γιατί δεν ζητεί συγγνώμη από τον Α.Σαμαρά και τον Β.Βενιζέλο, καθώς μετά από δύο χρόνια αμφιταλαντεύσεων και δισταγμών, ακολούθησε την πολιτική τους.
Μάλιστα, δεν την ακολούθησε απλώς, αλλά, σύμφωνα με την δική του παραδοχή, την υπερακόντισε. Προσέφερε στους δανειστές πολύ περισσότερα πράγματα από τους προκατόχους του.
Και ο «μνημονιακός κατήφορος» του δεν σταμάτησε εδώ. Δήλωσε γραπτώς στην Lagarde πως θα υπογράψει ό,τι θα του ζητηθεί. Αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης, πως διαπραγμάτευση με, εκ των προτέρων, αποδοχή των θέσεων της άλλης πλευράς, δεν νοείται.
Είναι τόσο κουρασμένος ο πρωθυπουργός; Γιατί αυτή η παραίτηση από κάθε διαπραγμάτευση; Τόσο πολύ του άρεσε η οδός των μνημονίων; Και τι έγινε η περίφημη λενινιστική αναδίπλωση;
Φαίνεται πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ αυτοπαγιδεύτηκε από την υπερβολική ανάγνωση του Lenin. Δεν κατανόησε πως η «συντεταγμένη» υποχώρηση του καλοκαιριού του 2015, ακύρωσε όλη την προηγούμενη αντιμνημονιακή διαδρομή του κόμματος και επέφερε την ρήξη με μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του που είχε πιστέψει σε αυτήν.
Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ έμεινε χωρίς στρατό και χωρίς καύσιμα. Την τελευταία ευκαιρία να αναβιώσει την αντιμνημονιακή συνείδηση του 2015, την έχασε πριν ολοκληρώσει την δεύτερη αξιολόγηση.
Τότε θα μπορούσε να διενεργήσει εκλογές μέσα σε καθεστώς σύγκρουσης με τους εταίρους και να τις χάσει με ένα αξιοπρεπές ποσοστό, άνω του 20%. Σήμερα, είναι υποχρεωμένος να πιει το πικρό ποτήρι των μνημονίων μέχρι το τέλος.
Το μόνο που απομένει στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι να εγκολπωθεί πλήρως τις φιλελεύθερες τομές του προγράμματος και να οικοδομήσει το δικό της success story. Όμως αυτό το σκηνικό αφήνει παντελώς αδιάφορο τον κόσμο που ακολουθεί το κόμμα αυτό. Κάποιους μάλιστα τους εξοργίζει κιόλας.
Διαπαιδαγωγημένοι με την πολιτική σκισίματος των μνημονίων αντιδρούν σε αυτήν την διαφαινόμενη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη πλευρά οι φίλοι των κομμάτων της δημοκρατικής αντιπολίτευσης αντιλαμβάνονται πως ο Α.Τσίπρας είναι «μεταρρυθμιστής –μαϊμού».
Θα προτιμήσουν να αγοράσουν το αυθεντικό που το πουλά η Νέα Δημοκρατία και όχι το imitation του ΣΥΡΙΖΑ. Κάπως έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ μένει χωρίς ακροατήριο. Η πτώση του προμηνύεται ραγδαία.
Η έξοδος στις αγορές, ως στόχος, δεν συγκινεί κανέναν αντιμνημονιακό πολίτη. Και οι υπόλοιποι πολίτες πιστεύουν πως αυτήν την δουλειά, με όλους τους συμβολισμούς της, θα την κάνει καλύτερα ο Κ.Μητσοτάκης, γιατί την πιστεύει.
Επί πλέον οι γλυκιές ματιές του ΣΥΡΙΖΑ προς τους ερυθροτραμπούκους και τους Ρουβίκωνες, οι ανοίκειες και συντονισμένες επιθέσεις του στην Δικαιοσύνη, απομακρύνουν και τους τελευταίους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του και εκθέτουν όλους όσοι μιλούν για σοσιαλδημοκρατική στροφή του.
Οποιαδήποτε προσπάθεια κι αν κάνει ο Α.Τσίπρας για να αναπροσανατολίσει τον χαρακτήρα του κόμματος του, θα προσκρούσει στο γονιδίωμα του χώρου της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ενα κόμμα που υπερηφανεύεται για τον Δεκέμβρη του 2008 και για τις «πλατείες» του 2011, δεν μπορεί να γίνει, άνευ σοβαρών απωλειών, ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.
Θα χάσει περισσότερους από αυτούς που, πιθανόν, θα κερδίσει.
Άλλωστε, τέτοιες μεγάλες ανατροπές δεν μπορεί να τις κάνουν ηγέτες με δημοτικότητα κοντά στο 20%. Γι΄αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε.
Το ζητούμενο είναι, πώς θα αντιδράσει μπροστά σε αυτήν την αναπότρεπτη κατάσταση.