Η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε δοκιμασία

Η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε δοκιμασία

Του Θεόδωρου Φορτσάκη*

sΗ Κυβέρνηση πρόσφατα προχώρησε όλως αιφνιδιαστικά σε μεταβολή της σύνθεσης της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ). Λίγους μήνες πριν από τη συνταγματική λήξη της κυβερνητικής θητείας και ενώ η Χώρα ουσιαστικά βρίσκεται ήδη σε προεκλογική περίοδο, προστίθενται στην ΕΕΔΑ επτά νέα μέλη, από τα οποία πέντε εκπροσωπούν τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα και δύο τους Ρομά.

Η ενέργεια αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την υποχρέωση σεβασμού της ανεξαρτησίας της Επιτροπής και της ισότιμης εκπροσώπησης όλων των πεδίων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Πρόεδρος της ΕΕΔΑ  Γεώργιος Σταυρόπουλος, Επίτιμος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπέβαλε την παραίτησή του καταγγέλλοντας την πρωτοφανή κυβερνητική μεθόδευση.

Η ΕΕΔΑ είναι ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας. Συστάθηκε με το Ν. 2667/1998 σύμφωνα με τις Αρχές των Παρισίων των Ηνωμένων Εθνών. Αυτές επιτάσσουν την ανεξαρτησία των εθνικών θεσμών για την προώθηση και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που προϋποθέτει ότι αποφασίζουν οι ίδιοι για τη σύνθεση και τη λειτουργία τους. Η ΕΕΔΑ έχει κατ' επανάληψη επιβραβευθεί με τον ανώτατο βαθμό διαπίστευσης από τις αρμόδιες αρχές του ΟΗΕ, καθώς μέχρι σήμερα πληρούσε όλα τα σχετικά κριτήρια, όπως εχέγγυα ανεξαρτησίας, πλουραλιστική σύνθεση, ισότιμη εκπροσώπηση όλων των πεδίων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Κανένας δεν είναι αντίθετος στη συμμετοχή των ΛΟΑΤΚΙ και των Ρομά στην Επιτροπή. Οι τελευταίοι μάλιστα ήδη διέθεταν εκπροσώπηση σε αυτή. Όπως όμως ορθώς επισημαίνει η ίδια η ΕΕΔΑ, η κατάργηση της ισόρροπης εκπροσώπησης ευρέως φάσματος φορέων δικαιωμάτων υπονομεύει την εύρυθμη λειτουργία της, θέτοντας σε αμφιβολία και τη διατήρηση του ανώτατου βαθμού διαπίστευσης στον ΟΗΕ. Και πέρα από την προφανή πρόθεση της Κυβέρνησης να «προσεταιριστεί» συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες ενόψει των επερχόμενων εκλογών, ο τρόπος και ο χρόνος της κυβερνητικής παρέμβασης δημιουργούν πολλά επιμέρους ερωτηματικά.

Γιατί δεν έγινε καμία διαβούλευση με την Επιτροπή; Γιατί η τελευταία ούτε καν ενημερώθηκε ποτέ επισήμως για την προωθούμενη ρύθμιση; Και γιατί, εφόσον λαμβάνει χώρα σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, αυτή επικεντρώνεται στην αλλαγή της σύνθεσης της ΕΕΔΑ, χωρίς να αντιμετωπίζει κανένα από τα λειτουργικά ζητήματα που έχει επανειλημμένα επισημάνει η ίδια, όπως είναι το προσωπικό, η νομική προσωπικότητα, η στέγαση των γραφείων; 

Η θητεία της προηγούμενης Ολομέλειας της ΕΕΔΑ είχε λήξει ήδη από το Μάιο του 2018 και η απόφαση του Πρωθυπουργού για τη νέα σύνθεση εκκρεμούσε συνολικά επί δέκα μήνες. Η νέα σύνθεση δημοσιεύθηκε μόλις στις 18 Μαρτίου 2019 και είχε ήδη συγκληθεί η Ολομέλεια για εκλογή νέου Προεδρείου στις 11 Απριλίου 2019. Η μονομερής διεύρυνση της σύνθεσης της ΕΕΔΑ σε αυτό το χρονικό σημείο συνιστά λοιπόν ευθεία παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία!

Αυτού του είδους οι χειρισμοί είναι πρωτοφανείς. Ας μου συγχωρηθεί η ιδιαίτερη ευαισθησία που έχω για το θέμα αυτό και ως μέλος, παλαιότερα, της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η πολιτική εξουσία οφείλει να σεβαστεί την ανεξαρτησία της Επιτροπής. Αυτό που χρειάζεται είναι μια ολοκληρωμένη νομοθετική ρύθμιση σύμφωνα με τις αρχές των Παρισίων και κατόπιν διαβούλευσης με την ίδια την ΕΕΔΑ, για την επίλυση των υφιστάμενων προβλημάτων και τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας της.

 

* Ο κ. Θεόδωρος Φορτσάκης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής Αθηνών, τ. Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Βουλευτής Επικρατείας ΝΔ