Του Μάνου Καραγιάννη*
Η αποχώρηση του Χαλίφα Χάφταρ από τη διάσκεψη της Μόσχας ήταν μια αναμενόμενη εξέλιξη. Ο στρατός του κερδίζει συνεχώς μάχες στα μέτωπα της Λιβύης. Παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα, ο Χάφταρ δεν είναι υποχείριο της Μόσχας. Οι δυνάμεις της λιβυκής αντιπολίτευσης υποστηρίζονται από μια πλειάδα κρατών.
Αν υπάρχει μια χώρα που ασκεί τη μεγαλύτερη επιρροή στον Λίβυο πολέμαρχο, τότε αυτή είναι η Αίγυπτος. Ο ίδιος είναι μισός Αιγύπτιος και εκπαιδεύτηκε στη γειτονική χώρα, όπου και πολέμησε τον Οκτώβρη του 1973 εναντίον των Ισραηλινών. Το μεγάλο ερώτημα, λοιπόν, είναι τι πραγματικά θέλει το Κάιρο για τη Λιβύη. Πολύ δύσκολα το καθεστώς Σίσι θα αποδεχθεί την τουρκική επιρροή στην Τρίπολη. Ακόμα και να επιτευχθεί προσωρινή κατάπαυση του πυρός, δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τον οριστικό τερματισμό του πολέμου.
Η διάσκεψη του Βερολίνου αφορά περισσότερο την ανασυγκρότηση της μεταπολεμικής Λιβύης, παρά τη διαδικασία ειρήνευσης. Η Τουρκία έχει βγει κερδισμένη από τη μέχρι τώρα εμπλοκή της στη λιβυκή κρίση. Δεν είναι μόνο η υπογραφή του τουρκο-λιβυκού μνημονίου για τις θαλάσσιες ζώνες. Η συμμετοχή των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων προσφέρει πολύτιμες εμπειρίες που θα αξιοποιηθούν στο μέλλον. Αντιθέτως, η Ελλάδα πασχίζει για να αποκτήσει έναν ρόλο στην περιοχή.
Το ταξίδι του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στη Βεγγάζη βελτίωσε την εικόνα της χώρας μας. Δεν φτάνει όμως μόνο αυτό. Η Ελλάδα πρέπει να είναι συνεχώς παρούσα στην πολύπαθη χώρα με το άνοιγμα προξενείου στη Βεγγάζη. Έτσι και αλλιώς από το φιλoτουρκικό καθεστώς της Τρίπολης δεν έχει κάτι καλό να περιμένει η Αθήνα.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική διπλωματία πληρώνει τα λάθη του παρελθόντος. Ο μονοδιάστατος προσανατολισμός προς τις Βρυξέλλες, που ξεκίνησε την εποχή του Κώστα Σημίτη, δεν ανταποκρίνεται στη γεωγραφική πραγματικότητα που είναι αμείλικτη. Η ελληνική πλευρά αγνόησε για πολλά χρόνια τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Έτσι απολέσαμε το πολύτιμο διπλωματικό κεφαλαίο που είχαμε συσσωρεύσει από τη δεκαετία του 1980. Η Ελλάδα πρέπει να επιστρέψει στην περιοχή, αναλαμβάνοντας τις κατάλληλες διπλωματικές και στρατιωτικές πρωτοβουλίες.
*Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Αμυντικών Σπουδών του King’s College London και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.